Ο Μάρκ Στίβενς έχει χαρακτηριστεί «ο δικηγόρος υποθέσεων που πριν θεωρούνταν χαμένες». Η φήμη του εκτοξεύτηκε το 1995, όταν υπερασπίστηκε την Greenpeace ενάντια στη πετρελαϊκή εταιρία Shell, η οποία είχε καταθέσει αγωγή στην οικολογική οργάνωση για παράνομη κατάληψη της πλατφόρμας Μπραντ Σπαρ.
Το 2002 υπερασπίστηκε τον δημοσιογραφικό οργανισμό Dow Jones, όταν ο Αυστραλός μεγιστάνας ορυκτών, Ζόζεφ Γκούτνικ μήνυσε τον όμιλο επειδή δημοσιεύτηκε στη διαδικτυακή σελίδα της εφημερίδας «Barron’s» -ιδιοκτησίας του Dow Jones- ένα επικριτικό άρθρο για εκείνον.
Τελικά, ο οργανισμός πλήρωσε μόνο μερικά από τα νομικά έξοδα του Γκούτνικ. Την ίδια χρονιά υπερασπίστηκε και τον βετεράνο πολεμικό ανταποκριτή της εφημερίδας «Washington Post» Τζόναθαν Ράνταλ στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, όπου κατάφερε να θεσμοθετηθεί το προνόμιο της προστασίας των δημοσιογράφων στα δικαστήρια εγκλημάτων πολέμου. Το βιογραφικό του Βρετανού δικηγόρου Μαρκ Στίβενς εκτείνεται σε αναρίθμητες σελίδες.
Δείτε επίσης: Με δωρεάν είσοδο τα μουσεία αυτή την Κυριακή – Τι ισχύει για το Μουσείο της Ακρόπολης
Δεν έχει βρεθεί τυχαία στη λίστα του περιοδικού «Times» με τους 100 δικηγόρους με τη μεγαλύτερη επιρροή, αλλά και στη λίστα της βρετανικής εφημερίδας «Evening Standard» με τους 1.000 ανθρώπους που έχουν τη μεγαλύτερη επιρροή στο Λονδίνο.
Η πολυεπίπεδη επαγγελματική και κοινωνική δράση του τού έχει χαρίσει, μεταξύ άλλων, και έναν τίτλο τιμής: είναι διοικητής του Τάγματος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας (CBE).
Ο Μαρκ Στίβενς βρέθηκε στην Αθήνα και παραχώρησε συνέντευξη στην εφημερίδα «δημοκρατία». Ο ίδιος ήταν ανάμεσα σε 120 δικηγόρους, από 50 χώρες, οι οποίοι θα μιλούσαν σε συνέδριο που διοργάνωσε η Διεθνής Ένωση Δικηγόρων Meritas για την υπόθεση της επιστροφής των Μαρμάρων του Παρθενώνα στην Ελλάδα.
Ο ίδιος μεταξύ άλλων δήλωσε: «Θέλουμε να “σηκώσουμε” το θέμα. Όχι μόνο σε διμερές επίπεδο, δηλαδή μεταξύ Ελλάδας και Αγγλίας, αλλά σε παγκόσμιο» […] «Το λάθος που έχουν κάνει οι Βρετανοί, με κάνει να ντρέπομαι βαθιά».
186 σελίδες υπεράσπισης σε συνεργασία με την Αμάλ Κλούνεϊ
Ο ίδιος αναφερόμενος στην εργασία, έκτασης 186 σελίδων, που έχει γράψει με την Αμάλ Κλούνεϊ για τη νομική υπεράσπιση της επιστροφής τους, μίλησε και για τα παιδικά του χρόνια, τότε που πρώτη φορά ήρθε σε επαφή με την αρχαία Ελλάδα και τον Παρθενώνα:
«Οι γονείς μου ήρθαν στην Αθήνα τη δεκαετία του ’60. Εκείνη την περίοδο ο Παρθενώνας επισκευαζόταν. Στην επιστροφή τους μου έφεραν δώρο ένα κομμάτι από τα μάρμαρα που χρησιμοποιούνταν για την επισκευή (όχι από τα αρχαία). Τότε, βέβαια, δεν καταλάβαινα πόσο λάθος ήταν αυτό που είχε συμβεί.
Στη συνέχεια το κατάλαβα. Αλλά από τότε άρχισα να διαβάζω αρχαία μυθολογία και για τον Μέγα Αλέξανδρο. Αργότερα έγινα δικηγόρος. Ο πατέρας μου, όμως, ήταν καλλιτέχνης, ζωγράφος, γι’ αυτό και ενδιαφερόμουν πάντα πολύ για την πολιτιστική περιουσία».
Τα μάρμαρα του Παρθενώνα δεν είναι το μόνο κλεμμένο πολιτιστικό κειμήλιο που έχει τραβήξει το ενδιαφέρον του κ. Στίβενς. Ίσως αυτός να είναι ένας τρόπος να θυμάται και να τιμά τον καλλιτέχνη πατέρα του. Μία από τις μεγάλες επιτυχίες του σε αυτόν τον τομέα ήταν όταν το 2007 κατάφερε να επιστραφούν στους αυτόχθονες της Τασμανίας τα κόκαλα των προγόνων τους, τα οποία βρίσκονταν στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Λονδίνου.
«Η υπόθεση ήταν σημαντική γι’ αυτόν τον λαό, καθώς, σύμφωνα με την παράδοσή τους, εάν δεν έθαβαν τα οστά στο χώμα τους, δεν θα μπορούσαν να πάνε στη δική τους εκδοχή του παραδείσου» σημείωσε.
«Στη διάρκεια του χρόνου ανέλαβα πολλές υποθέσεις κλεμμένων έργων και δούλεψα για την επιστροφή αυτών των έργων στους νόμιμους ιδιοκτήτες τους. Στην επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα αποφάσισα να εστιάσω πριν από πέντε χρόνια, όταν ήρθα σε επαφή με μία διεθνή ομάδα από τη Μελβούρνη, που προωθούσε το θέμα. Δούλεψα με τρεις συναδέλφους, την Αμάλ Κλούνεϊ, τον Τζέφρι Ρόμπερτσον και τον Νόρμαν Πάλμερ, γι’ αυτή την εργασία» λέει και εξηγεί πως η Αμάλ Κλούνεϊ είναι προσωπική του φίλη.
«Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι το Βρετανικό Μουσείο προωθεί την ιδέα ότι φροντίζει τα Μάρμαρα επειδή ούτε οι Τούρκοι ούτε οι Έλληνες μπορούσαν. Είναι σαν να κλέψω κάτι πολύτιμο από το σπίτι σου, ας πούμε έναν πίνακα, και μετά να πω ότι τον πήρα γιατί δεν τον φρόντιζες τόσο καλά. Ακόμη κι αν τον φροντίζω καλύτερα από εσένα, δεν μπορώ να πάρω τον τίτλο ιδιοκτησίας, γιατί πολύ απλά το έχω κλέψει».
Το Βρετανικό Μουσείο χρησιμοποιεί ακόμη ένα επιχείρημα, όπως εξηγεί. «Λένε πως υπάρχει ένα αγγλικό νομοθέτημα που τους απαγορεύει να αφαιρέσουν από το μουσείο αντικείμενα τα οποία βρίσκονται στην κατοχή του. Αυτή είναι μία εσκεμμένη παρερμηνεία του νόμου. Ο νόμος αφορά αντικείμενα που ανήκουν νόμιμα στο μουσείο. Αν δεν υπάρχουν τίτλοι ιδιοκτησίας, τότε μπορούν» συμπληρώνει.
Η έρευνα για τον Έλγιν
Ο λόγος, αναπόφευκτα, γυρίζει γύρω από τον Έλγιν. Μοιάζει σαν να έχει ανάγκη να πει μονορούφι τη σωστή εκδοχή της ιστορίας από την αρχή. «Έκανα μια μεγάλη έρευνα για τον Ελγιν. Έστειλε ανθρώπους στην Αθήνα για να ζωγραφίσουν τον Παρθενώνα. Στην αρχή δεν είχαν άδεια γι’ αυτό και τον ζωγράφιζαν από τον Λυκαβηττό.
Στη συνέχεια άρχισαν να λαδώνουν αξιωματούχους για 5 λίρες την ημέρα, ποσό πολύ μεγάλο για την εποχή. Αλλά και πάλι δεν τους επιτρεπόταν να κατασκευάζουν ικριώματα ή να παίρνουν εκμαγεία. Μόνο να ζωγραφίζουν. Εκείνη την περίοδο ο Βρετανός λόρδος Νέλσον νίκησε τον Ναπολέοντα στην Αίγυπτο, στη Ναυμαχία του Νείλου, οπότε η Αίγυπτος έγινε πάλι μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Βρισκόμαστε γύρω στο 1801. Αποτέλεσμα αυτού ήταν οι Βρετανοί να αποκτήσουν μεγάλη επιρροή στην Κωνσταντινούπολη.
Ο Ελγιν, που ήταν τότε πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη, ήξερε πως μπορούσε να κερδίσει κάτι από όλο αυτό. Έστειλε τους εργάτες του για να πάρουν μάρμαρα από τον Παρθενώνα. Αλλά δεν μπορούσε να πάρει φιρμάνι, δηλαδή άδεια, από τον σουλτάνο στην Κωνσταντινούπολη.
Έγραψε στον συνεργάτη του, τον ιερέα Φίλιπ Χαντ, ο οποίος διέφθειρε την τοπική, στρατιωτική και πολιτική κυβέρνηση και έδωσαν την άδεια να μπουν στον λόφο της Ακρόπολης για να κάνουν σχέδια και να σκάψουν ώστε να εξετάσουν τα θεμέλια. Δεν είχαν, όμως, την άδεια να κάνουν κάτι περισσότερο από αυτό. Δεν είχαν την άδεια να απομακρύνουν κάτι. Το φιρμάνι δεν υπήρξε ποτέ.
Ακαδημαϊκοί έχουν κοιτάξει στα αρχεία, τα οποία είναι ολοκληρωμένα, τη σχετική περίοδο. Υπάρχουν όλα τα φιρμάνια, αλλά δεν υπάρχει κανένα για τον Ελγιν». Οι Βρετανοί, βέβαια, φαίνεται πως είχαν καταλάβει από τότε το μεγάλο έγκλημα που είχε διαπραχθεί. «Ο Έλγιν προκάλεσε μεγάλο σκάνδαλο στο Λονδίνο το 1816 στην Εξεταστική Επιτροπή που δημιουργήθηκε για να διερευνήσει τις πράξεις του. Είχαν καταλάβει πως αυτό που έκανε ήταν έγκλημα. Ζήτησε 300.000 λίρες για να δώσει τα Μάρμαρα και αγγλικό τίτλο ευγενείας (σ.σ.: ο σκοτσέζικος τίτλος που είχε θεωρείται κατώτερος).
Η κυβέρνηση του αρνήθηκε τον τίτλο και αποφάσισε να του δώσει 35.000 λίρες, γιατί ήταν εξαιρετικά χρεωμένος εκείνη την περίοδο και οι πιστωτές του απαιτούσαν ακριβώς αυτό το ποσό. Άρα ήξεραν πως δεν θα του έμεναν καθόλου χρήματα. Φαντάσου πως είχε ξοδέψει 70.000 μόνο για λαδώματα. Έτσι, μετέφεραν τα Μάρμαρα στο μουσείο» καταλήγει. Στη συζήτηση που έγινε στην Επιτροπή της Βουλής εκείνη την περίοδο δεν υπήρχε ακόμη καμία σκέψη, φυσικά, για το εκκολαπτόμενο ελληνικό κίνημα ανεξαρτησίας. Ωστόσο, ένας προφητικός βουλευτής, ονόματι Χιου Χάμερσλεϊ, πρότεινε την εξής τροπολογία: «Η Μεγάλη Βρετανία κρατάει αυτά τα μάρμαρα μέχρι να ζητηθούν από τους παρόντες ή τους μελλοντικούς ιδιοκτήτες της πόλης των Αθηνών. Εάν υπάρξει τέτοιο αίτημα, δεσμευόμαστε, χωρίς ερώτημα ή διαπραγμάτευση, να τα επιστρέψουμε».
H κίνηση του Χάμερσλεϊ, ωστόσο, θεωρήθηκε εξαιρετικά υποθετική για να κατατεθεί προς ψήφιση, αν και δεν ήταν ο μόνος από τους Βρετανούς βουλευτές που είχαν αυτή την άποψη.
Η Ελλάδα θα μπορούσε «να κερδίσει την υπόθεση μέσα σε 2-3 χρόνια»
Ήταν Ιούλιος του 1816, όπως εξηγεί στην εργασία του ο κ. Στίβενς, όταν τα Μάρμαρα προσβλητικά κατοχυρώθηκαν με την ονομασία «Ελγίνεια» και μεταφέρθηκαν. Παρ’ όλα αυτά ο τίτλος ιδιοκτησίας του Ελγιν, ή, μάλλον, η έλλειψη τίτλου ιδιοκτησίας, είναι στοιχείο που κάνει την υπόθεση ευάλωτη στις γενικές αρχές του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου. Νομικά ανήκουν ακόμη στους Έλληνες.
Όσο για το υποτιθέμενο φιρμάνι, το οποίο είναι γραμμένο στα ιταλικά και φυλάσσεται στο Βρετανικό Μουσείο; «Μα γιατί δύο Άγγλοι να έχουν αντίγραφο στα ιταλικά; Είναι περίεργο. Το έγγραφο αυτό πρέπει να δημιουργήθηκε αργότερα για να δικαιολογήσει την απομάκρυνση των Μαρμάρων» υποστήριξε ο κ. Στίβενς. «Το περίφημο “No Elgin, no marbles” ξεκίνησε από τον ίδιο τον Έλγιν.
Προσπαθούσε να πει ότι θα τα κατέστρεφαν οι Οθωμανοί εάν δεν τα έπαιρνε. Αλλά είχαν διασωθεί για 2.500 χρόνια πριν από αυτόν. Ακόμα και σύμφωνα με τους νόμους του πολέμου δεν μπορείς να καταστρέψεις ναούς ή πολιτιστικά μνημεία. Στη διάρκεια των χρόνων, μέσα από τόσους πολέμους, κανένας δεν σκέφτηκε να καταστρέψει αυτά τα μνημεία. Όλοι σέβονταν τον διεθνή νόμο».
Και ακριβώς βάσει των διεθνών νόμων η Ελλάδα θα μπορούσε να κερδίσει την υπόθεση στα διεθνή δικαστήρια αλλά και στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων μέσα σε 2-3 χρόνια». Γιατί δεν το κάνει; «Γιατί οι ελληνικές κυβερνήσεις προσπαθούν να βρουν πολιτικές λύσεις μέσω διπλωματικών οδών. Επεδίωξαν ακόμη μεσολάβηση της Unesco, αλλά η βρετανική κυβέρνηση το απέφυγε. Τέτοιες προσπάθειες μπορούν να ευοδωθούν μόνο μετά από κάποιες γενιές, γιατί οι άνθρωποι που βρίσκονται στο μουσείο αυτή τη στιγμή πιστεύουν ότι τα Μάρμαρα ανήκουν στην Αγγλία και δεν πρέπει ποτέ να φύγουν. Νομίζω ότι οι επόμενες γενιές ακαδημαϊκών που θα μπουν στο μουσείο και οι πολιτικοί θα έχουν διαφορετική άποψη. Αλλά αυτό μπορεί να πάρει 30-40 χρόνια».
«Η Αθήνα να μη συναινέσει στη συμφωνία για το Brexit»
Θεωρεί πως σήμερα υπάρχουν εξαιρετικά περιθώρια πολιτικής αντίδρασης από την Ελλάδα. «Βρισκόμαστε σε ένα σημείο καμπής. Η Ελλάδα έχει δύναμη λόγω Brexit. Μπορεί, για παράδειγμα, να μη συναινέσει στη συμφωνία που θα γίνει για το Brexit μέχρι να επιστραφούν τα Μάρμαρα. (Η συμφωνία πρέπει να υπογραφεί από όλες τις χώρες της Ε.Ε.) Υπάρχει αυτή η ευκαιρία για πολιτική λύση.
Και μπορεί να γίνει τώρα, καθώς παράλληλα οι δημοσκοπήσεις στη Βρετανία δείχνουν πως ένας μεγάλος αριθμός Βρετανών πιστεύει πως τα Μάρμαρα πρέπει να γυρίσουν πίσω. Η βρετανική κοινή γνώμη δεν υποστηρίζει το Βρετανικό Μουσείο σε αυτό το θέμα».
Μάλιστα μεταξύ άλλων ανέφερε πως: «Υπάρχουν κάποια πολιτιστικά κειμήλια που προσδιορίζουν τους ανθρώπους και είναι μέρος του πολιτισμού τους. Πρόκειται για κάτι που προσδιορίζει μια ολόκληρη χώρα. Όπως οι Πυραμίδες προσδιορίζουν την Αίγυπτο, τα Μάρμαρα του Παρθενώνα προσδιορίζουν την Ελλάδα και τον πολιτισμό της».