Είναι καλλιτέχνης με Κ κεφαλαίο. Θεωρεί το θέατρο σπουδαίο, αλλά ακόμα σπουδαιότερη θεωρεί την κωμικότητα, όχι μόνο στη σκηνή, αλλά και στη ζωή. Ευγενής, καλλιεργημένος, με ωραίο λόγο, ο Γιάννης Ζουγανέλης ανοίγει το βιβλίο της ζωής του στην εφημερίδα «Espresso» και την Κλάρα Ασημακοπούλου, μιλώντας εφ’ όλης της ύλης, χωρίς φόβο, με πάθος.
Πού γεννηθήκατε;
Στην Αθήνα, στις 3 Φλεβάρη 1956. Συγκεκριμένα στα Πατήσια, μια συνοικία με ωραία νεοκλασικά. Σε ένα τέτοιο νεοκλασικό μεγάλωσα, σε ένα οικογενειακό περιβάλλον επίσης εξαιρετικό, με γονείς δοτικούς, όπου ο έλεγχος δεν υπήρξε ποτέ, ήταν μόνο φροντίδα. Ο νόμος του Καραμανλή όμως αλλοίωσε την Αθήνα. Αναφέρομαι στον νόμο της αντιπαροχής. Η πόλη με τα περισσότερα νεοκλασικά είναι σήμερα αυτό το έκτρωμα που βλέπουμε. Η Αθήνα είναι πόλη-μνημείο. Εχει το σοβαρότερο μνημείο του κόσμου, τον Παρθενώνα… Την αγαπώ, αν και κατάγομαι από τις Κυκλάδες, ο πατέρας μου ήταν Μυκονιάτης και η μητέρα μου Ναξιώτισσα.
Τα παιδικά σας χρόνια πώς ήταν;
Όμορφα και πολύ φροντισμένα, με τον αδελφό μου, τον Αντώνη, στο σπίτι. Μεγάλωσα σε μια γειτονιά όπου παίζαμε πάνω από 20 παιδιά. Με τους περισσότερους είμαστε ακόμα φίλοι. Καθοριστικό ρόλο στη ζωή μου έπαιξε η εκκλησία του Αγίου Νικολάου Αχαρνών, όπου έχει κάνει τις αγιογραφίες ο Φώτης Κόντογλου. Τον γνώρισα βλέποντάς τον να ζωγραφίζει την Πλατυτέρα των Ουρανών. Εκεί πρωτόμαθα μουσική. Βυζαντινή. Πέντε χρονών ήμουν και με συνεπήρε πολύ αυτό το τελετουργικό.
Άρα, το πρώτο ταλέντο που «ανακαλύψατε» στη ζωή σας ήταν πράγματι στη μουσική;
Όλοι γεννιόμαστε με ταλέντα. Στην πορεία τα χάνουμε. Εγώ το εκμεταλλεύτηκα το ταλέντο μου, γιατί αγαπούσα πολύ τον ήχο. Οι γονείς μου δεν μίλησαν και δεν άκουσαν ποτέ, αλλά τους εξήγησα πολύ καλά τι σημαίνει ήχος. Όσο μπορεί κανείς να εξηγήσει σε έναν άνθρωπο που δεν ακούει αυτή τη διάσταση. Ήταν καταπληκτικοί όμως… Το πιο ερωτικό ζευγάρι που έχω γνωρίσει στη ζωή μου ήταν οι γονείς μου.
Η εφηβεία σας κύλησε μέσα στη μουσική;
Ναι. Από μικρό παιδί. Πήγα στην αρχή στο Ελληνικό Ωδείο, μετά στο Εθνικό Ωδείο… Ήμουν πολύ τυχερός γιατί είχα πολύ καλούς δασκάλους όπου και να βρέθηκα. Μου μετέδωσαν γνώση και τους αγάπησα πολύ. Γι’ αυτό σεβάστηκα γενικά την καθηγεσία και τη διδασκαλία και είμαι κι εγώ καθηγητής σχεδόν 30 χρόνια. Καθοριστική υπήρξε η γνωριμία μου με τον Νίκο Μαμαγκάκη, έναν εξαιρετικό άνθρωπο, που έφυγε από τη ζωή πριν από λίγα χρόνια, ο οποίος με έβαλε σε έναν άλλο κοινωνικό κύκλο ποιοτικών ανθρώπων, με πνεύμα και κουλτούρα. Γνώρισα ποιητές δίπλα του όπως ο Γιάννης Ρίτσος, ο Ανδρέας Εμπειρίκος, ο Κώστας Βάρναλης, ο Οδυσσέας Ελύτης. Μεγάλες μορφές, που με εξέλιξαν ως άνθρωπο πρωτίστως και ύστερα ως καλλιτέχνη.
Η πρώτη φορά που τραγουδήσατε σε κοινό;
Ήταν στο Rodeo του Διονύση Σαββόπουλου μαζί με τον Γιάννη Πετρίση κι έναν μαύρο καλλιτέχνη, τον Τζον. Λέγαμε τραγούδια από τις «Τρίχες», τραγούδια του Μπομπ Ντίλαν… Δεν είχα τελειώσει το λύκειο ακόμη.
Πώς ήταν η αίσθηση; Θυμάστε;
Όνειρο! Μαγικό βράδυ! Και βέβαια την ίδια χρονιά τραγούδησα στο Πολύτροπο με τον Μάνο Χατζιδάκι στην Πλάκα, όπου γνώρισα και τον Σάκη Μπουλά και γίναμε φίλοι. Τον αγαπούσα πολύ. Το 1973 έγινε αυτό. Εκεί ήταν ένας χώρος όπου γεννιόνταν τα πάντα. Μοναδική συνοικία, όχι μόνο της Αθήνας, της Ευρώπης ολόκληρης.
Μια και το αναφέρατε, πώς διαχειριστήκατε την απώλεια του Σάκη Μπουλά;
Μου στοίχισε πάρα πολύ. Γενικά αισθάνομαι τεράστιο κενό, και από τον Σάκη, και από τον Λαυρέντη, και από τον Παπάζογλου, και από τον Ρασούλη, και από τον Μητροπάνο. Ήμασταν πάρα πολύ κοντά όλοι αυτοί. Πολλοί φίλοι «φύγανε» κι αυτό με κάνει να αισθάνομαι κενό, ότι έχω χάσει κομμάτια της ζωής μου. Ευτυχώς, ζω με τις μνήμες μου. Γι’ αυτό πιστεύω στα μνημεία, σε ό,τι έχει σχέση με τις θύμησες.
Με την υποκριτική τέχνη πώς ξεκινήσατε;
Στη Γερμανία σπούδασα σύνθεση και όπερα. Εκεί έκανα πολύ σοβαρά μαθήματα υποκριτικής, δραματικής τέχνης, τα πάντα. Δυόμισι χρόνια έκανα εντατικά μαθήματα. Προτού φύγω για τη Γερμανία δημιουργήσαμε έναν χώρο κάτω από την Ακρόπολη μαζί με το Νικόλα Άσιμο και το λέγαμε Μουσικό Καφενείο: το Σούσουρο. Εκεί -πιο πολύ εκείνος, γιατί ήταν ήδη ηθοποιός- θέλαμε να διαφοροποιηθούμε και είχαμε μουσική και διάφορα σκετσάκια. Εκεί συνεργάστηκα και με τον Γιάννη Καλαμίτση, που έγραφε εξαιρετικά τραγούδια και κειμενάκια. Επαιζα. Και όταν ξεκίνησε το «Αχ! Μαρία» το 1980, δεν είχα τελειώσει ακόμα, δεν είχα πάρει πτυχίο από τη Γερμανία.
Νιώθετε περισσότερο μουσικός ή ηθοποιός;
Στο βάθος της ψυχής μου περισσότερο μουσικός. Μουσικός που εκφράζεται μόνο με τη μουσική. Ούτε καν με τον στίχο.
Σπουδάσατε και Αρχιτεκτονική. Την ασκήσατε ποτέ;
Λίγο, γιατί είχα ανάγκη από χρήματα.
Κεφάλαιο προσωπική ζωή
Είμαι σαράντα χρόνια παντρεμένος με την Ισιδώρα. Τη γνώρισα πολύ πριν, όταν θαύμαζα έναν καλλιτέχνη, τον Θανάση Γκαϊφύλλια, με τον οποίο ήταν μαζί σε σχέση. Ήταν ένα κορίτσι που πήγαινε ακόμα σχολείο, τους είδα που παίζανε στην Πέμπτη Εποχή στην Πλάκα και μου άρεσαν. Δεν πήγαινε το μυαλό μου ότι θα γίνουμε ζευγάρι… Μου πρόσφερε πάρα πολλά πράγματα η Ισιδώρα. Την κόρη μας καταρχάς! Δεν το συζητώ. Είναι πολύ καλή σύντροφος, πολύ καλή μάνα, εξαιρετική καλλιτέχνις.
Ας μιλήσουμε, λοιπόν, και για την κόρη σας, την Ελεωνόρα Ζουγανέλη…
Η Ελεωνόρα είναι ό,τι καλύτερο έχω δημιουργήσει στη ζωή μου! Εξαιρετική προσωπικότητα. Είναι πολυσχιδής, έντιμη, με καλή φωνή και καλή ηθοποιός. Εύχομαι να επιστρέψει στο θέατρο. Μεγαλώσαμε μαζί και μεγαλώνουμε μαζί. Την έχω ηχογραφήσει να τραγουδάει σε ηλικία δύο χρονών. Καλλιτεχνάκι από μικρό! Είναι μεγάλη περίπτωση η Ελεωνόρα. Μοιάζουμε και δεν μοιάζουμε. Αυτή είναι πολύ πιο ευθύς χαρακτήρας από μένα.
Πώς και δεν κάνατε κι άλλα παιδιά;
Ήθελα πολλά, αλλά δεν έγινε. Πήγαμε και στον γιατρό, δεν είχαμε πρόβλημα. Είναι λίγο εγωιστικό να έχεις ένα παιδί. Εμείς θα «αποχωρήσουμε» κάποτε και θα την αφήσουμε μόνη.
Προ μηνών σάς αποκάλεσαν ρατσιστή λόγω κάποιων δηλώσεων που κάνατε σχετικά με το Μεταναστευτικό…
Τεράστια ηλιθιότητα! Καταρχάς εγώ ασχολούμαι με τον κοινωνικό ρατσισμό ενεργά, σχεδόν θεσμικά και ΑΝΙΔΙΟΤΕΛΩΣ πολλά χρόνια. Επειδή είμαι γιος αναπήρων καταλαβαίνω και ένιωσα μέσα από τους γονείς μου πόσο αδικημένοι είναι αυτοί οι άνθρωποι, είδα πώς τους συμπεριφέρονται οι υπόλοιποι. Ασχολήθηκα σοβαρά, οπότε δεν θα μπορούσε ποτέ κανείς να μου προσάψει λογικές τέτοιες. Τους μετανάστες τους φιλοξενούμε και πρέπει να σέβονται τη φιλοξενία μας και το ελληνικό βίωμα. Οπως σεβαστήκαμε κι εμείς τις χώρες που μας φιλοξένησαν.
Να έρθουμε και στο τώρα, στο θέατρο Αθηνά και στην παράσταση «Happy Birthday ΕΛΛΑΣ», την οποία σκηνοθετείτε και πρωταγωνιστείτε.
Διακόσια χρόνια εθνικής ασυναρτησίας! Σ’ αυτή την παράσταση υπερασπίζουμε εθνικές αξίες κι εύχομαι να πάει και καλύτερα απ’ ό,τι ήδη πηγαίνει. Είναι ένα έργο που το πιστεύω πολύ. Είναι ιστορίες ανθρώπων. Γι’ αυτό και πήρα και τη Ζωζώ Σαπουντζάκη, η οποία είναι άψογη και αρτίστα! Παίζουμε από Τετάρτη μέχρι Κυριακή.
Η Αβα Γαλανοπούλου γιατί αποχώρησε τελικά;
Για δικούς της λόγους. Εγώ δεν ήθελα να φύγει. Τη ρώτησα αν είχε παράπονο από μένα, που εγώ θα μπορούσα να είχα παράπονο, γιατί δέχτηκα τα πάντα, όσα μου ζήτησε. Αφαίρεσα ένα μέρος, προσαρμόστηκα στο ότι δεν τραγουδάει, δέχτηκα να βγαίνει μόνο με πρόζες, ως σκηνοθέτης δηλαδή την αβάνταρα όσο μπορούσα. Μου είπε ότι δεν είχε παράπονο από μένα. Της ζήτησα να μείνει μέχρι την επίσημη πρεμιέρα, αλλά δεν το έκανε. Μας άφησε σύξυλους. Μου είπε ότι φεύγει γιατί… χρηματοδοτεί την παράσταση.
Δείτε επίσης: Ακόμα προσπαθούμε να καταλάβουμε γιατί πουλάνε αυτά τα 15 αντικείμενα στο eBay