Ο Αλφρέδος, δευτερότοκος γιος της Βασίλισσας Βικτωρίας και μετέπειτα Δούκας του Edinburgh (Εδιμβούργου), υπήρξε ο μοναδικός μονάρχης που, μετά την έξωση του Όθωνα και πριν από την ανάρρηση στο θρόνο του Γεωργίου Α’, εκλέχθηκε πανηγυρικά και απευθείας από το λαό βασιλιάς των Ελλήνων.
Η ματαίωση, ωστόσο, της εκλογής του αποκάλυψε για μια ακόμη φορά τον ανταγωνισμό και τους απώτερους στόχους της πολιτικής των Μεγάλων Δυνάμεων.
Η αναζήτηση μονάρχη μετά τον Όθωνα έμελλε να αποδειχθεί επίπονη καθώς, ο ελληνικός θρόνος ήταν ήδη επιβαρυμένος με μία έξωση και, ως εκ τούτου, δεν ήσαν πολλοί εκείνοι που δέχονταν να υποβάλουν υποψηφιότητα.
Με ποιο τρόπο λοιπόν επανήλθε η Βασιλεία που κράτησε για τα επόμενα 111 χρόνια, δηλαδή, από το 1863 έως την αλλαγή του πολιτεύματος σε Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία με το δημοψήφισμα του 1974;
Στην επικράτεια ξεσπούσαν συχνά αντιβασιλικές διαδηλώσεις. Τη νύχτα 10 προς 11 Οκτωβρίου 1862 εκδίδεται Ψήφισμα του Έθνους για την κατάργηση της Βασιλείας του Όθωνα:
«Τὰ δεινὰ της Πατρίδος ἔπαυσαν. Ἅπασαι αἱ ἐπαρχίαι καὶ ἡ Πρωτεύουσα συνενωθεῖσαι μετὰ τοῦ Στρατοῦ ἔθεσαν τέρμα εἰς αὐτά, ὡς κοινὴ ἔκφρασις τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους ὁλοκλήρου κηρύττεται καὶ ψηφίζεται: Ἡ Βασιλεῖα τοῦ Ὄθωνος καταργεῖται. Ἡ Ἀντιβασιλεῖα τῆς Ἀμαλίας καταργεῖται. Προσωρινὴ Κυβέρνησις συνιστᾶται ὅπως κυβερνήσῃ τὸ Κράτος μέχρι συγκαλέσεως τῆς Ἐθνικῆς Συνελεύσεως συγκειμένης ἐκ τῶν ἑξῆς πολιτῶν: Δημητρίου Βούλγαρη, Προέδρου, Κωνσταντίνου Κανάρη, Βενιζέλου Ρούφου».
Το βασιλικό ζεύγος θεώρησε σκόπιμο να κάνει μια περιοδεία στις επαρχίες, για να αποκατασταθεί η δημοτικότητά του αλλά δεν τα κατάφερε.
Η Επανάσταση που ξέσπασε στην Αιτωλοακαρνανία έφτασε μέχρι την Αθήνα, υποχρεώνοντας τον Όθωνα και την Αμαλία να εγκαταλείψουν την Ελλάδα στις 23 Οκτωβρίου 1862 με αγγλικό πολεμικό καταφεύγοντας στο Μόναχο, αλλά ο Όθωνας δεν παραιτήθηκε επίσημα από τον θρόνο.
Η αναζήτηση, όμως, του νέου μονάρχη έμελλε να αποδειχθεί επίπονη καθώς, ο ελληνικός θρόνος ήταν ήδη επιβαρυμένος με μία έξωση και, ως εκ τούτου, δεν ήσαν πολλοί εκείνοι που δέχονταν να υποβάλουν υποψηφιότητα.
Υπήρξαν, μάλιστα, και προτάσεις σε Έλληνες, αλλά εξαιτίας των διαφορών που υπήρχαν, ακόμα και της ζήλιας μεταξύ των υποψηφίων, δεν τελεσφόρησε. Έτσι, εστράφησαν και πάλι στην αναζήτηση από τις βασιλικές οικογένειες της Ευρώπης.
Το μεσοδιάστημα μέχρι την εξεύρεση Βασιλιά έχει ιδιαίτερο διπλωματικό, πολιτικό αλλά και ιστορικό ενδιαφέρον…
Αρχικά οι Έλληνες, υπό τις βρετανικές διπλωματικές ίντριγκες, ήταν υπέρ του δευτερότοκου γιου της Βασίλισσας Βικτωρίας, Πρίγκιπα Αλφρέδου, αλλά οι Μεγάλες Δυνάμεις είχαν ήδη δεσμευτεί με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου του 1832 να μην ανέλθει στο θρόνο της Ελλάδας γόνος καμιάς δικής τους βασιλικής οικογένειας.
Έτσι, ξεκίνησαν ένα αγώνα δρόμου για το ποιος οίκος θα επικρατήσει, υπενθυμίζοντας, παράλληλα, στους Έλληνες την κυρίαρχη εξουσία της Εθνοσυνέλευσης και την ανεξάρτητη βούληση, με την οποία θα έπρεπε να ληφθούν οι αποφάσεις της που αφορούσαν στη διαδοχή.
Η πρώτη αναφορά στον Πρίγκηπα Αλφρέδο (1844-1900) έγινε από την ελληνική εφημερίδα «Βρετανικός Αστήρ» (British Star) που εκδίδετο στο Λονδίνο από τον Στέφανο Ξένο.
Σύμφωνα με το άρθρο αυτό, η Βρετανική Κυβέρνηση δεν αντιμετώπιζε ευνοϊκά το θέμα της υποψηφιότητάς του για τον ελληνικό θρόνο. Οι Έλληνες, αντίθετα, εξέταζαν σοβαρότατα το ενδεχόμενο εκλογής Βρετανού πρίγκηπα.
Και κερδισμένη βγαίνει η Βρετανική διπλωματία. Πώς;
Έπεισαν, αρχικά, τον Χαρίλαο Τρικούπη να διεξάγει δημοψήφισμα με τον ελληνικό λαό να επιλέγει το πρόσωπο που θέλει για Βασιλιά. Είχαν, όμως, γνωστοποιήσει ότι οι ίδιοι θα προτιμούσαν τον Αλφρέδο, δευτερότοκο γιο της Βασίλισσας Βικτωρίας.
(Υπενθυμίζουμε, επίσης, τη δέσμευση μεταξύ των τριών μεγάλων δυνάμεων….).
Δεν ορίστηκε ενιαία ημέρα ψηφοφορίας για όλη την επικράτεια, αλλά δόθηκε σε κάθε δήμο προθεσμία δέκα ημερών, που θα άρχιζε από την τρίτη ημέρα της δημοσίευσης του ψηφίσματος σε καθέναν απ’ αυτούς.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι στα «ψηφοδέλτια» οι εκλογείς, αφού συμπλήρωναν το όνομα του υποψηφίου που επιθυμούσαν, κατόπιν υπέγραφαν, καθιστώντας έτσι την ψηφοφορία φανερή.
Στο δημοψήφισμα, λοιπόν, δεν προβλέφθηκε υποβολή συγκεκριμένων υποψηφιοτήτων, αλλά το όνομα του υποψηφίου γραφόταν από τους εκλογείς στο δημόσιο Πρωτόκολλο.
Δικαίωμα ψήφου είχε κάθε Έλληνας πολίτης που είχε συμπληρώσει το εικοστό έτος της ηλικίας του.
Όπως ήταν αναμενόμενο, το δημοψήφισμα για την εκλογή του μελλοντικού βασιλιά μεταβλήθηκε σε «νομιμοποίηση» της ήδη ευρύτατης αποδοχής της βρετανικής πρότασης, που υπήρχε για τον Αλφρέδο. Τα αποτελέσματα ήταν συντριπτικά.
Ο Αλφρέδος έλαβε 230.016 ψήφους, πάνω από το 85% των ψηφισάντων.
Ο Αλφρέδος υπήρξε, λοιπόν, ο μοναδικός μονάρχης -σε παγκόσμια πρωτοτυπία- που εκλέχθηκε απευθείας από το λαό ως βασιλιάς των Ελλήνων.
Να σημειώσουμε πως δεύτερος με 2.400 (!) ψήφους ήταν ο «Ηγεμονόπαις Λάυχτεμβεργ», τρίτος με 1841 ψήφους ο Αλέξανδρος της Ρωσίας, ενώ 2 ψήφους πήρε ο… Μέγας Ναπολέων, και μόλις μία ψήφο ο προηγούμενος βασιλιάς της Ελλάδος, ο Όθων. Ωστόσο, 93 έγραψαν–ψήφισαν «Δημοκρατία»!
(Υπενθυμίζουμε πάλι τη δέσμευση μεταξύ των τριών μεγάλων δυνάμεων…).
Οι Έλληνες ειδοποιήθηκαν πως η εκλογή του Αλφρέδου δεν ήταν δυνατό να γίνει αποδεκτή από τις τρεις Μεγάλες Δυνάμεις.
Στις 22 Ιανουαρίου 1863, όμως, η Εθνοσυνέλευση, παρακάμπτοντας τις επιταγές των Δυνάμεων, ανακήρυξε τον Αλφρέδο Συνταγματικό Βασιλιά των Ελλήνων, παρά το γεγονός ότι ο Τρικούπης είχε ήδη τηλεγραφήσει από τις 28/11 πως το θέμα της υποψηφιότητας του Αλφρέδου έπρεπε να θεωρείται λήξαν. Μαζί με το Μαυροκορδάτο, μάλιστα, κατηγόρησε ευθέως την Αγγλία πως «είναι πλέον εκείνη που έχει την αποκλειστική ευθύνη για τον κίνδυνο εγκαθίδρυσης στην Ελλάδα δημοκρατικού πολιτεύματος».
Στις 18 Μαρτίου 1863 εκδόθηκε το Ψήφισμα της Β’ των Ελλήνων Συνελεύσεως:
H εν Αθήναις Β’ των Ελλήνων Συνέλευσις:
- Αναγορεύει παμψηφεί τον πρίγκιπα της Δανίας Χριστιανόν, Γουλιέλμον, Φερδινάνδον, Αδόλφον, Γεώργιον, δευτερότοκον υιόν του πρίγκιπος Χριστιανού της Δανίας, συνταγματικόν βασιλέα των Ελλήνων υπό το όνομα Γεώργιος Α’ Βασιλεύς των Ελλήνων…
- Οι νόμιμοι διάδοχοι αυτού θέλουσι πρεσβεύει το Ανατολικόν Ορθόδοξον δόγμα.
- Τριμελής επιτροπή εκλεχθησομένη υπό της Εθνοσυνελεύσεως θέλει μεταβεί εις την Κοπεγχάγην και προσφέρει αυτώ εν ονόματι του Ελληνικού Έθνους το Στέμμα.
Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ικανοποίησε τους Άγγλους καθώς όλα έγιναν σύμφωνα με το δικό τους «σχέδιο», το οποίο:
- κατέστησε προφανή στη Γαλλία και τη Ρωσία τη βούληση του Ελληνικού λαού ότι με την ψήφο τους έδειξε πως επιθυμούν κάποιον που να έχει την υποστήριξη της Μ. Βρετανίας.
- εξασφάλισε την αγγλική επιρροή και τον πρώτο λόγο ως προς τον έλεγχο της Ελλάδος, και
- ανέδειξαν την υπεροχή της Βρετανικής διπλωματίας.
Αξίζει, ωστόσο, στο σημείο αυτό να αναφερθεί το παρασκήνιο της εκλογής του Γεωργίου:
Στις 10 Μαρτίου 1863, ο διάδοχος του δανικού θρόνου, πρίγκιπας Χριστιανός, αδελφός του βασιλιά της Δανίας, Φρειδερίκου Ζ΄, είχε βρεθεί στο Λονδίνο για τους γάμους της κόρης του Αλεξάνδρας με τον διάδοχο του αγγλικού θρόνου, και υιό της Βικτωρίας, Αλβέρτο Εδουάρδο.
Κατά τη διάρκεια της δεξίωσης έγινε η πρώτη γνωριμία του Άγγλου πρωθυπουργού, Palmerston, με τον αδελφό της νύφης, πρίγκιπα Χριστιανό, Γουλιέλμο, Φερδινάνδο, Αδόλφο, Γεώργιο.
Ο Palmerston, αν και γνώριζε πως η Βικτώρια δε συμπαθούσε ιδιαίτερα τους Glücksburgs, την οικογένεια, δηλαδή, τού πρίγκιπα, πρότεινε τον σχεδόν 17χρονο νέο για τη θέση του διαδόχου του ελληνικού θρόνου.
Το χρονολόγιο της ιστορίας
- 24-28 Νοεμβρίου: Γίνονται εκλογές για την ανάδειξη αντιπροσώπων στη Συντακτική Συνέλευση. Οι εκλογές πραγματοποιούνται με βάση τον εκλογικό νόμο του 1844, όπως αυτός τροποποιήθηκε με το ψήφισμα της 23ης Οκτωβρίου του 1862, που προβλέπει την εκλογή πληρεξουσίων και από τους Έλληνες που δεν ζουν στην Ελλάδα.
- 10 Δεκεμβρίου: Πρώτη συνεδρίαση της συνέλευσης που προέκυψε από τις πρόσφατες εκλογές.
- 12 Ιανουαρίου 1863: Η συνέλευση κηρύσσει «εαυτήν νομίμως συγκεκροτημένην».
- 19 Ιανουαρίου: Η συνέλευση αποφασίζει να ονομαστεί «Η εν Αθήναις Β’ Εθνική των Ελλήνων Συνέλευσις».
- 11 Φεβρουαρίου: Η συνέλευση, στην οποία πλειοψηφούν οι προοδευτικοί που αποκαλούνται «Ορεινοί», εκλέγει κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Ζηνόβιο Βάλβη, που θα παραιτηθεί στις 27 Μαρτίου. Συγχρόνως, αποφασίζει ότι μέχρι την έλευση του νέου βασιλιά, την εκτελεστική εξουσία θα ασκεί ο πρόεδρος της κυβέρνησης.
Στις 18 Μαρτίου 1863 εκδόθηκε το Ψήφισμα της Β’ των Ελλήνων Συνελεύσεως:
H εν Αθήναις Β’ των Ελλήνων Συνέλευσις:
- Αναγορεύει παμψηφεί τον πρίγκιπα της Δανίας Χριστιανόν, Γουλιέλμον, Φερδινάνδον, Αδόλφον, Γεώργιον, δευτερότοκον υιόν του πρίγκιπος Χριστιανού της Δανίας, συνταγματικόν βασιλέα των Ελλήνων υπό το όνομα Γεώργιος Α’ Βασιλεύς των Ελλήνων…
- Οι νόμιμοι διάδοχοι αυτού θέλουσι πρεσβεύει το Ανατολικόν Ορθόδοξον δόγμα.
- Τριμελής επιτροπή εκλεχθησομένη υπό της Εθνοσυνελεύσεως θέλει μεταβεί εις την Κοπεγχάγην και προσφέρει αυτώ εν ονόματι του Ελληνικού Έθνους το Στέμμα.
Αξιοσημείωτο είναι ότι στο Ψήφισμα αυτό ο Γεώργιος αποκαλείται «Βασιλεύς των Ελλήνων», κατόπιν προτροπής του ιδίου, και όχι Βασιλεύς της Ελλάδας, όπως ονομαζόταν ο Όθων. Παρά τις διαμαρτυρίες της Υψηλής Πύλης για την προσηγορία αυτή, που σήμαινε ότι ο Γεώργιος θα ήταν Βασιλιάς όχι μόνο των κατοίκων της Ελλάδας, αλλά και όλων των Ελλήνων, όπου κι αν βρισκόταν, η προσωνυμία έμεινε. Στα ξενόγλωσσα κείμενα ο τίτλος ήταν «Roi Des Grecs». Αργότερα όμως, για να ικανοποιηθεί η Υψηλή Πύλη (ο Σουλτάνος) έγινε Roi Des Hellenes.
Έτσι, μετά από περίοδο μεσοβασιλείας, ο ελληνικός θρόνος δόθηκε στον Δανό πρίγκιπα Γεώργιο, που αναγορεύτηκε Βασιλιάς των Ελλήνων ως Γεώργιος Α’. Ο νέος βασιλικός οίκος του Γεωργίου Α’ ήταν ο Βασιλικός Οίκος της Ελλάδας για τα επόμενα 111 χρόνια, από το 1863 έως την αλλαγή του πολιτεύματος σε Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία, με το δημοψήφισμα του 1974.