Με τον όρο αποστασία ή Ιουλιανά αναφέρεται στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας η περίοδος πολιτικής ανωμαλίας που ακολούθησε την αποπομπή της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου στις 15 Ιουλίου 1965 έως την επιβολή της δικτατορίας των συνταγματαρχών.
Μετά την παραίτηση Παπανδρέου σχηματίστηκαν κυβερνήσεις από μέλη της Ενώσεως Κέντρου παρά τη σφοδρή αντίθεση του αρχηγού της Γ. Παπανδρέου και της πλειοψηφίας των βουλευτών της. Οι πρωθυπουργοί και υπουργοί αυτών των κυβερνήσεων, καθώς και οι βουλευτές της Ε.Κ. που τελικά στήριξαν αυτές τις κυβερνήσεις χαρακτηρίστηκαν αποστάτες, καθώς υπήρχε η εντύπωση σε πολιτικούς, δημοσιογράφους αλλά και ιστορικούς ότι η στήριξη που παρείχαν δεν πήγαζε από πολιτική ή ιδεολογική συμφωνία, αλλά ήταν προϊόν χρηματισμού και υποσχέσεων για ανάληψη κυβερνητικών αξιωμάτων. Η περίοδος αυτή ήταν περίοδος πολιτικής αστάθειας και εντάσεων με έντονη την ανάμιξη του νεαρού τότε βασιλιά Κωνσταντίνου στα πολιτικά πράγματα της χώρας κατά παράβαση του Συντάγματος του 1952. Οδήγησε σε απαξίωση των πολιτικών και άνοιξε τον δρόμο στο πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967.
Στις 15 Ιουλίου 1965 ο Κωνσταντίνος, απέλυε κυριολεκτικά τη νόμιμη κυβέρνηση της χώρας και τον πρωθυπουργό Γ. Παπανδρέου που είχε νικήσει στις εκλογές του Φεβρουαρίου του 1964 με ένα από τα υψηλότερα ποσοστά (52,72%) και 171 βουλευτές, ως αποτέλεσμα μιας μακρόχρονης κρίσης προσώπων, πολιτικών ομάδων και θεσμών, που οδήγησαν την χώρα στη δικτατορία. Όχι πως ο μέχρι τότε δημόσιος βίος ήταν υπόδειγμα ηθικής και πολιτικής συνέπειας, αλλά τέτοιο κλίμα διάσπασης ενός πολιτικού χώρου (Ε.Κ) που χαρακτηριζόταν από δοσοληψίες, παζαρεύματα και παρασκήνιο, χωρίς υπερβολή ταίριαζε με «εμποροπανηγύρεως συνειδήσεως» (Ζαν. Μευνώ). Δεν ήταν όμως μόνο οι «οι διαβλητές και αμβλυμένες συνειδήσεις» των Βουλευτών του Κέντρου, ούτε όλοι οι πρωταγωνιστές είχαν το ίδιο πολιτικό βάρος, αλλά η πολιτική τους θέση και τα συμφέροντα που αντιπροσώπευαν σε ένα συνασπισμό κομμάτων και πολιτικών αντιθέσεων όπως ήταν η Ε.Κ τους μετέτρεψαν σε όργανα της πολιτικής των ανακτόρων.
Το Χρονικό της κρίσης
Αφορμή για την παραίτησή του από την πρωθυπουργία τον Ιούλιο του 1965 υπήρξε η διαμάχη του με τον τότε βασιλιά Κωνσταντίνο για το πρόσωπο του υπουργού Εθνικής Άμυνας Πέτρου Γαρουφαλιά και την αλλαγή του αρχηγού ΓΕΣ στρατηγού Γεννηματά, οι οποίοι διέδιδαν πως ο Παπανδρέου ετοίμαζε πραξικόπημα για να τον εκθρονίσει. Ο ίδιος ο Γαρουφαλιάς είχε την άποψη ότι ο Παπανδρέου με συνεχείς παρεμβάσεις, σκόπευε να κομματικοποιήσει τις Ένοπλες Δυνάμεις και να πλήξει το αξιόμαχό τους, ιδιαίτερα εν όψη της απειλής της Τουρκίας στην Κύπρο. Στο χρονικό διάστημα 8-14 Ιουλίου είχε προηγηθεί ανταλλαγή πέντε επιστολών μεταξύ του Κωνσταντίνου και του Παπανδρέου, σχετικά με την υπογραφή του διατάγματος για την αντικατάσταση του Γαρουφαλιά, καθώς και μία μεταξύ τους συνάντηση στην Κέρκυρα όπου επρόκειτο να γεννήσει η βασίλισσα Άννα Μαρία το πρώτο τους παιδί, την Αλεξία. Στις 15 Ιουλίου πραγματοποιήθηκε στα ανάκτορα η τελευταία δεκάλεπτη σχεδόν συνάντηση τους. Ο Πρωθυπουργός εκδήλωσε την πρόθεση του να αναλάβει ο ίδιος το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης.
Ο Κωνσταντίνος προβάλλοντας ως αιτιολογία τη φημολογούμενη εμπλοκή του γιου του (Ανδρέα Παπανδρέου) στις ανακρίσεις για την υπόθεση της πολιτικής και στρατιωτικής οργανώσεως «Α.Σ.Π.Ι.Δ.Α.», «Αξιωματικοί Σώσατε Πατρίδα, Ιδανικά, Δημοκρατίαν, Αξιοκρατίαν», αρνήθηκε. Για τον Ανδρέα Παπανδρέου οι Αμερικανοί πίστευαν πως σκοπίμως παρέσυρε τον πατέρα του σε συγκρούσεις με τον στρατό και το παλάτι για να προωθήσει προσωπικές του φιλοδοξίες. Ο Παπανδρέου θεώρησε ότι είναι απαράδεκτο ως πρωθυπουργός να μην μπορεί να αναλάβει όποιο υπουργείο επιθυμεί. Ακολουθεί ο εξής διάλογος:
Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ: Αύριο θα σας υποβάλω εγγράφως την παραίτησίν μου.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ: Άκουσα τα περί παραιτήσεως και τα λαμβάνω υπ’ όψιν μου. Μου αρκεί.
Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ: Αντιλαμβάνομαι τον λόγον διά τον οποίον επείγεσθε.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ: Η παραίτησις είναι δεδομένη.
ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ: Γνωρίζω τι έχετε κατά νουν. Κάποτε θα μετανοιώσετε. Αλλά θα είναι αργά.
Όταν ο βασιλιάς αρνήθηκε και πάλι να υπογράψει το διάταγμα, ο Παπανδρέου δήλωσε ότι επρόκειτο να υποβάλλει εγγράφως την παραίτηση της κυβέρνησης την επομένη. Πενήντα λεπτά πέρασαν μετά την προφορική του δήλωση και χωρίς να υπάρχει ακόμα η έγγραφη παραίτηση της κυβέρνησης, ορκίστηκε ο πρώτος «αποστάτης» Πρωθυπουργός.
Ο τότε πρόεδρος της Βουλής, Γεώργιος Αθανασιάδης-Νόβας, Πολιτικός, λογοτέχνης, νομικός και δημοσιογράφος, γνωστός και με το φιλολογικό ψευδώνυμο Γεώργιος Αθάνας, μέλος της Ενώσεως Κέντρου, ο οποίος είχε ήδη ειδοποιηθεί από την προηγούμενη και ήταν σε αναμονή. Αμέσως κυκλοφορούν οι δραματικές εξελίξεις από το ραδιόφωνο και τα έκτακτα παραρτήματα των εφημερίδων. Στις 10 το βράδυ μεταδόθηκε και το διάγγελμα του νέου πρωθυπουργού : «Αδόκητος εξέλιξις της πολιτικής καταστάσεως ωδήγησεν εις διάστασιν τον κ. Παπανδρέου προς το Στέμμα. Απέβησαν δυστυχώς άκαρποι οι εκκλήσεις και του βασιλέως και όλων ημών όπως αποφευχθή κρίσις. Κατόπιν τούτου, ο βασιλεύς μού έδωσεν εντολήν σχηματισμού νέας κυβερνήσεως εκ της Ενώσεως Κέντρου. H επιλογή μου σκοπόν έχει να υπογραμμίση την σταθεράν απόφασιν του ανωτάτου άρχοντος όπως συνεργασθή αρμονικώς με την πλειοψηφίαν της Βουλής και όπως σεβασθή εν παντί και το πνεύμα και το γράμμα του πολιτεύματος»!
Ακολούθησε το δραματικό μήνυμα του Γεωργίου Παπανδρέου: «Συνετελέσθη σήμερον η παραβίασις του πολιτεύματος. H κυβέρνησις του λαού εξηναγκάσθη εις παραίτησιν. Και εκλήθη να κυβερνήση μια ομάς προδοτών της Ενώσεως Κέντρου. Αλλά δεν συνέβη μόνον παραβίασις του πολιτεύματος. Συνέβη επίσης και διακωμώδησις. Ο τρόπος της καταλήψεως της αρχής από την κυβέρνησιν των ανδρεικέλων έχει προσλάβει τον χαρακτήρα φαιδρού πραξικοπήματος. Εις τα ανάκτορα ενήδρευε ο ακατονόμαστος πρόεδρος, για να ορκισθή αμέσως μετά την αναχώρησίν μου. Και ωρκίσθη χωρίς την ιδικήν μου παρουσίαν, κατά παράβασιν της κοινοβουλευτικής τάξεως. Και οι νέοι υπουργοί του βασιλέως ανέλαβον χωρίς την παρουσίαν των υπουργών του λαού. Καταγγέλλω προς τον δημοκρατικόν κόσμον της χώρας την ομάδα των προδοτών και τον καλώ εις πάνδημον ειρηνικήν εκδήλωσιν εναντίον της προδοσίας. Και του παρέχω την διαβεβαίωσιν ότι θα επανέλθωμεν, διότι εμείς εκφράζομεν την θέλησιν του κυριάρχου λαού. Αρχίζει από σήμερον νέος ανένδοτος αγών υπέρ της Δημοκρατίας».
Η πρώτη κυβέρνηση αποστατών περιλάμβανε τον βουλευτή και απόστρατο ναύαρχο Ιωάννη Τούμπα, Υπουργό Δημοσίας Τάξεως, και τον Σταύρο Κωστόπουλο, Υπουργό Εθνικής Άμυνας. Τις επόμενες μέρες συμπληρώθηκαν και τα υπόλοιπα χαρτοφυλάκια, από βουλευτές που προέρχονταν από την Ένωση Κέντρου. Η κυβέρνηση ζήτησε ψήφο εμπιστοσύνης στις 4 Αυγούστου, όπου κατά την συζήτηση στη Βουλή οι πιστοί στον Γ. Παπανδρέου βουλευτές φώναζαν και προπηλάκιζαν τους «αποστάτες», με αποτέλεσμα να επικρατήσει ένταση. Σύμφωνα με την ψηφοφορία, 98 βουλευτές της ΕΡΕ, 8 του κόμματος του Σπύρου Μαρκεζίνη και 25 αποσχισθέντες από την Ένωση Κέντρου ψήφισαν υπέρ. Αφού δεν κατάφερε να συγκεντρώσει τις απαιτούμενες 151 ψήφους, η κυβέρνηση δεν έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης και ο ίδιος υπέβαλε την παραίτησή του στις 20 Αυγούστου 1965.
Στον αντιπολιτευτικό τύπο πέρασε και με το προσωνύμιο «Γαργάλατας» που του απέδιδαν οι πολιτικοί του αντίπαλοι εξ αφορμής ενός τετράστιχου που φέρονταν ότι ο ίδιος το είχε γράψει : «Κι ήταν τα στήθια σου, άσπρα σαν τα γάλατα και μούλεγες γαργάλατα». Η αλήθεια είναι ότι το επίμαχο τετράστιχο γράφτηκε από τον δημοσιογράφο της εφημερίδας Κώστα Σταματίου στη στήλη του «Αδιακρισίες» το 1965, που μάλλον το είχε δανειστή ή από τον Πέτρο Πικρό, πεζογράφο του μεσοπολέμου, τροτσκιστή, που στο κύκνειο άσμα του, τη «Λαμπηδόνα του βυθού» (1955) περιγράφει μιαν ερωτική σκηνή στην οποία αναφέρεται και το τετράστιχο αυτό, είτε από τον Πωλ Νορ (1993) που το είχε δημοσιεύσει σε ένα σατιρικό του περιοδικό, την «Παπαρούνα». Ο Φ. Γεωργιάδης αναφέρει πως μετά την καταψήφιση της κυβέρνησης Νόβα, τα ποσά που δινόντουσαν για κάθε αποστάτη, ήταν από 100.000 – 200.000 δολάρια.
Μετά την παραίτηση Νόβα, ο βασιλιάς έδωσε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον Στέφανο Στεφανόπουλο, Αυτός σε συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής ομάδας της Ενώσεως Κέντρου στις 9 Αυγούστου του 1965 δήλωσε ότι δεν επιθυμεί να σχηματίσει κυβέρνηση χωρίς την έγκριση του κόμματος. Σε ψηφοφορία που ακολούθησε από τους 139 παρόντες βουλευτές οι 113 ψήφισαν ότι μόνο κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου θα στήριζαν. Έτσι ο Στεφανόπουλος την άλλη μέρα κατέθεσε την εντολή στον βασιλιά χωρίς να σχηματίσει κυβέρνηση. Στις 18 Αυγούστου εντολή σχηματισμού κυβέρνησης παίρνει ο Ηλίας Τσιριμώκος. Μαζί με τους Στεφανόπουλο, Νόβα και Κ. Μητσοτάκη προσπαθεί με πιέσεις και υποσχέσεις να βρει πολιτικούς της Ε.Κ. να αναλάβουν υπουργοί. Τελικά η κυβέρνησή του ορκίζεται δύο ημέρες αργότερα. Στις 28 Αυγούστου γίνεται ψηφοφορία για την εμπιστοσύνη της Βουλής. Η κυβέρνηση Τσιριμώκου καταψηφίζεται και αυτή με ψήφους 159 κατά – 135 υπέρ. Υπέρ ψήφισαν 98 βουλευτές της ΕΡΕ και 37 βουλευτές της Ε.Κ. Μετά από διαβουλεύσεις του βασιλιά με τους πολιτικούς αρχηγούς και ενώ ο Γ. Παπανδρέου επέμενε ότι η μόνη λύση ήταν ο διορισμός υπηρεσιακής κυβέρνησης και η διεξαγωγή εκλογών, ορκίστηκε πρωθυπουργός ο Στέφανος Στεφανόπουλος (17 Σεπτεμβρίου 1965, έως 22 Δεκεμβρίου 1966). Στην κυβέρνηση συμμετείχαν μεταξύ άλλων οι : Γεώργιος Αθανασιάδης-Νόβας, Ηλίας Τσιριμώκος, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ( ως υπουργός Συντονισμού και Οικονομικών) , Φωκίων Ζαΐμης, Ιωάννης Τσουδερός.
Σε συνέντευξή του το 2001 ο Κ. Μητσοτάκης σχολίασε για την κίνηση της «Αποστασίας» από την Ε.Κ.: «Έχω μετανιώσει, γιατί θα μπορούσα εκείνη την ώρα να δείξω λιγότερη ευαισθησία απέναντι των εξελίξεων και αντί να πάω να ορκιστώ, να πάω στο Καστρί και να κοιτάξω να συμφιλιώσω και πάλι τον Βασιλέα με τον Γεώργιο Παπανδρέου. Ίσως μπροστά στο φάσμα του απειλουμένου εμφυλίου πολέμου να ήσαν σοβαρότεροι και οι δύο. Διότι και η μια μεριά και η άλλη είχε άδικο. Κατά τη δική μου αντίληψη και το είχα πει τότε εις τον Γέρο, ότι επιτέλους ο Κωνσταντίνος, ο τότε Βασιλεύς ήτο νέος, άπειρος, υφίστατο και κακές επιρροές, σίγουρα υφίστατο κακές επιρροές γύρω του, δεν αναφέρομαι κατ’ ανάγκη στη Βασίλισσα Φρειδερίκη, η οποία κι αυτή είχε ορισμένες φορές ακραίες θέσεις, είχε πολλά προσόντα, αλλά είχε και αδυναμίες που οφείλονται ίσως στην καταγωγή της και στην ψυχολογία την οικογενειακή, αλλά αναφέρομαι και σε πολλούς άλλους, είχε αδυναμίες…, είχε ο Βασιλεύς άδικο. Αλλά ο Γεώργιος Παπανδρέου ήταν ένας ώριμος πολιτικός, ο οποίος θα έπρεπε εκείνη την ώρα να δείξει περισσότερη λογική και να παραδεχθεί ότι χρειαζόταν μια μικρή υποχώρηση. Σας είπα, ότι αναγκάστηκε στη συνέχεια να κάνει πολύ μεγαλύτερη για να αποφύγει.»
Ασφαλώς ένα από τα πιο χαρακτηριστικά γνωρίσματα των Ιουλιανών, ήταν οι λαϊκές εκδηλώσεις που αρχίζουν την επόμενη μέρα που αποπέμφθη ο Παπανδρέου, με την κυρίαρχη παρουσία σε αυτές της νεολαίας και ειδικότερα των οργανώσεων νεολαίας της Αριστεράς. Την 16 Ιουλίου τραυματίζονται πάνω από εκατό διαδηλωτές. Στις 21 του ίδιου μηνός σκοτώνεται ο φοιτητής Σωτήρης Πέτρουλας μέλος της Δημοκρατικής Νεολαίας Γρηγόρη Λαμπράκη. Επί τρείς μήνες σχεδόν οι διαδηλώσεις και οι ταραχές που ακολουθούσαν, ήταν καθημερινό φαινόμενο. Στις πορείες ακούγονταν έντονα αντιβασιλικά συνθήματα με κυρίαρχο το «Δε σε θέλει ο λαός, παρ’ τη μάνα σου και μπρος», αλλά και συνθήματα με αναφορά στη κόρη του βασιλιά «Αλεξία, πάρε θέση». Ο αστυνομικός διευθυντής Ταμιολάκης, μάλιστα καταγράφει στην αναφορά του προς την υπηρεσία του, κάποια συνθήματα που άκουσε: «Κάτω ο φασισμός – Δημοκρατία –Κάτω οι Αγγλόδουλοι – Δολοφόνοι Γιάγκηδες-Κάτω οι προδότες- Τσιριμώκο Μουσολίνι – Κάτω ο Γενίτσαρος- Έξω η Γερμανίδα- Τσιριμώκο Φασουλή, δεν θα ξαναδείς Βουλή». Η ηγεσία του στρατού απαιτούσε την εφαρμογή σκληρότερων μεθόδων καταστολής, ενώ η δεξιά παράταξη χλεύαζε το φαινόμενο της «λαϊκής υστερίας» και τα ανάκτορα;
Κερδισμένος βγήκε ο Γ. Παπανδρέου, ο οποίος εμφανιζόμενος ως θύμα της αντισυνταγματικής τάξης του Κωνσταντίνου, καθώς πέτυχε όπως λέει ο Γ. Κάτρης στο βιβλίο του: «τα αρνητικά στοιχεία της πολιτικής του, να ξεχαστούν. Ένα μοναδικό αίσθημα κυριάρχησε η προσβολή».
Το ερώτημα όμως θα παραμένει αναπάντητο, ήταν ορθή η απόφαση του Παπανδρέου να παραιτηθεί, αντί να δώσει τη μάχη του περιβεβλημένος με τις εξουσίες του λειτουργήματος που του είχε αναθέσει ο λαός;