Του Σωτήρη Λέτσιου
Η έκδοση του πρόσφατου βιβλίου: «Αλλάζει ο άνθρωπος;» του γνωστού ψυχίατρου-ψυχοθεραπευτή, Δημήτρη Καραγιάννη, βρίσκεται στο επίκεντρο των συζητήσεων, αφού διερευνά το πάντα επίκαιρο ερώτημα σχετικά με την επιθυμία ή την αδυναμία του ανθρώπου να ξεπεράσει τον εαυτό του.
Ο κ. Καραγιάννης συγκεντρώνει πολλές ιδιότητες, αφού είναι παιδοψυχίατρος, υπαρξιακός συστημικός ψυχοθεραπευτής ζευγαριών, ομάδας και οικογένειας και επόπτης ψυχοθεραπευτών.
Είναι, επίσης, ο επιστημονικός διευθυντής του Ψυχοθεραπευτικού και Εκπαιδευτικού Ινστιτούτου «ΑΝΤΙΣΤΙΞΗ», στο οποίο εκπαιδεύονται ειδικοί της ψυχικής υγείας στην Ψυχοθεραπεία. Είναι ιδρυτικό μέλος πολλών επιστημονικών περιοδικών, όπως και συγγραφέας πολλών βιβλίων και σημαντικών ψυχολογικών δοκιμίων, που έχουν ανοίξει τον δρόμο για την κατανόηση του λαβυρίνθου της ανθρώπινης ψυχής.
Μόνιμη επωδός στα χείλη των περισσότερων Ελλήνων εδώ και πάρα πολλές δεκαετίες είναι η φράση: «Ο Έλληνας δεν αλλάζει ποτέ!». Οι κυβερνήσεις δίνουν η μια τη θέση της στην άλλη, κοσμοϊστορικά γεγονότα παγκοσμίως συντελούνται κ.α, ωστόσο, φαίνεται πως είμαστε πεισματικά δέσμιοι κάποιων βαθύτερων νοοτροπιών, οι οποίες μας κάνουν να νιώθουμε ότι η ζωή μας καθορίζεται από τις επιταγές του πεπρωμένου…
Έξω από τα ατομικά ψυχολογικά μας στοιχεία υφίσταται και το γενικότερο κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο βρισκόμαστε, μεγαλώνουμε και αναπτυσσόμαστε. Αυτό το πλαίσιο είναι που μας οδηγεί στο να έχουμε κάποιες κατασταλαγμένες απόψεις. Αυτές, βέβαια, λειτουργούν ως αυτοεπιβεβαιούμενες προφητείες. Επειδή, εάν πούμε ότι οι άνθρωποι δεν αλλάζουν, οι έλληνες ειδικά δεν αλλάζουν, και αυτό το αποδεχθούμε, τότε δεν έχουμε, στη συνέχεια, παρά να διαπιστώσουμε ότι θα επιβεβαιωθούμε. Αυτή η άποψη δεν είναι μέρος του ελληνικού πνεύματος, του ελληνικού πολιτισμού. Είναι μια επαρχιώτικη στάση, με την έννοια του κλειστού συστήματος. Εάν κάτι μας διακρίνει διαχρονικά ως λαό εμάς του έλληνες είναι το ότι υπήρξαμε ταξιδευτές και ανοιχτοί στην επικοινωνία με άλλους πολιτισμούς ήδη από την αρχαιότητα. Είχαν μεν οι αρχαίοι έλληνες τη σταθερή βάση του δικού τους πολιτισμού, αλλά συγχρόνως μπορούσαν και εισέπρατταν κάθε τι θετικό μέσα από τις συναντήσεις τους με τους υπόλοιπους πολιτισμούς. Επομένως, η έννοια της φιλοξενίας δεν αποτελούσε απλώς μια καλή πράξη φροντίδας απέναντι στον ξένο, αλλά ισοδυναμούσε με μια πράξη μέσα από την οποία είχαν την δυνατότητα να κερδίσουν από τον ξένο το καινούργιο στοιχείο, το καινούργιο ερέθισμα. Υπό αυτές τις συνθήκες, λοιπόν, άλλαζαν διαρκώς καθώς εισέπρατταν τα καινούργια στοιχεία.
«Πότε απαιτητικός και πότε… χύμα»
Στη σημερινή εποχή αυτό που αποκαλούμε «κοινωνικό επαρχιωτισμό» έχει άραγε αποκτήσει μια νέα μορφή, η οποία δημιουργεί νέα πρότυπα και λειτουργεί ακόμη πιο καταπιεστικά στην ελληνική συνείδηση, εμποδίζοντας την όποια ατομική εξέλιξη;
Ο κοινωνικός επαρχιωτισμός αναφέρεται σε κλειστά συστήματα. Δεν υπόκειται σε αλλαγές και κρατά τα δικά του στοιχεία. Ξαφνικά αρχίζει να μιμείται και να απορροφά το καινούργιο χωρίς όμως να έχει μεταβολίσει ούτε το προηγούμενο, αλλά ούτε και το καινούργιο. Επομένως, η αλλαγή που κάνει είναι επιφανειακή και οδηγεί και πάλι σε ένα νέο κλείσιμο. Οι άνθρωποι που απλώς εξειδικεύονται σε ένα πολύ υψηλό επίπεδο, αλλά συγχρόνως παραμένουν μονοδιάστατοι, αναπτύσσονται μεν στον δικό τους τομέα χωρίς ωστόσο να έχουν μεταβολίσει το γενικότερο στοιχείο. Αυτό, δηλαδή, που θα τους επέτρεπε να προχωρήσουν στην απόκτηση ενός είδους σοφίας. Σοφία είναι η απαρτίωση (σ.σ η διαδικασία ψυχικής ωρίμανσης) των διαφορετικών πλευρών της ζωής. Δεν είναι εκείνο το κατακερματισμένο της ύπαρξης, το οποίο σε κάποιες πλευρές της ζωής επιτρέπει σε εμένα να είμαι πότε απαιτητικός και άλλοτε να είμαι χύμα ή χούλιγκαν.
Τι είναι αυτό πού εμπράκτως παρακινεί έναν άνθρωπο στο να επιζητεί την αλλαγή; Ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι -με βάση και την δική σας εμπειρία- που εκδηλώνουν πιο έντονα αυτή την επιθυμία;
Η περίοδος της εφηβείας είναι αυτονόητα αυτή στην οποία τίθεται για πρώτη φορά τόσο έντονα ένα τέτοιο αίτημα. Δεν είναι η εφηβεία μια επαναστατική πράξη εναντίον των γονιών ή εναντίον της κοινωνίας. Είναι μια περίοδος αναστάτωσης, στην οποία τίθεται το ερώτημα της προσωπικής ταυτότητας: Εγώ θέλω να ορίσω το ποιος είμαι, πού θέλω να πάω και ποιες απόψεις έχω για την ζωή. Αυτή είναι η ηλικία όπου πολλές φορές οι άνθρωποι διαμορφώνονται για μια μεγάλη περίοδο της ζωής τους. Επειδή οι έφηβοι σε αυτό το στάδιο της ζωής τους βγάζουν αυτή την επαναστατικότητα, επιχειρούσαν παλαιότερα είτε οι γονείς, είτε η κοινωνία ή οι εκπαιδευτικοί, να τους διαπαιδαγωγήσουν θέτοντάς τους όρια με ένα άκαμπτο τρόπο. Στη σημερινή εποχή απευθύνονται στους έφηβους με έναν λαϊκίστικο τρόπο σαν να τους κανακεύουν. Έτσι, όμως, στην πράξη τους εγκαταλείπουν. Εάν με κάποιον άνθρωπο, μόνο και μόνο επειδή φοβόμαστε την αντίδρασή του, συμφωνούμε πάντα με ό,τι αυτός λέει, τότε στην ουσία δεν τον φροντίζουμε!
«Η αλλαγή είναι και φθορά»
Ως προς τους ενήλικες ποιο είναι αυτό το κίνητρο που υποχρεώνει κάποιον να θέλει όσο τίποτε άλλο την αλλαγή;
Οι άνθρωποι αλλάζουν θετικά σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους, εφόσον έχουν μάθει να το κάνουν αυτό ήδη από την εποχή που ήταν νέοι. Εφόσον έχουν μάθει να επεξεργάζονται, τότε η αλλαγή δεν θα απαιτεί κάποιο συγκλονιστικής σημασίας γεγονός για τον όποιο άνθρωπο. Θα είναι μέσα στα όρια της φυσιολογικής πορείας της ζωής του το να μπορεί αυτός να αναπτύσσεται, να εμπλουτίζεται, να αναρωτιέται, να αμφισβητεί αλλά και να στοχάζεται. Κατ΄ αυτόν τον τρόπο θα έχει τη δυνατότητα διεύρυνσης της ταυτότητάς του. Η αλλαγή, λοιπόν, για κάποιους είναι μια συνεχής στάση ζωής. Δεν πρόκειται για μια ευκαιριακή αλλαγή, αλλά για μια διαρκή βελτίωση μέσα στην πορεία του χρόνου. Αντιθέτως, κάποιοι άλλοι άνθρωποι δεν θα παλέψουν ποτέ για να αλλάξουν, ακόμη και εάν βρεθούν μπροστά σε συγκλονιστικά γεγονότα της ζωής τους. Θα κλείνονται ακόμη περισσότερο. Την αλλαγή θα την ζούνε μόνο ως διάβρωση και ως φθορά. Επειδή αλλαγή είναι και η φθορά! Είναι η δεδομένη κατάσταση για όλους μας από τη στιγμή που δεν παλεύουμε, για να αναπτυχθούμε και να προχωρήσουμε!
Ένα σύστημα που λειτουργεί με καταπιεστικό τρόπο δεν μοιάζει κατ’ αυτόν τον τρόπο, ότι συμβάλλει στο να παραμείνουμε στάσιμοι, διατηρώντας συγχρόνως την ψευδαίσθηση ότι μόνο έτσι νιώθουμε σταθερά ασφαλείς;
Εάν εξετάσουμε τα πράγματα με βάση τα εθνολογικά πρότυπα, σίγουρα θα βρούμε λαούς στους οποίους τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα. Π.χ οι πολιτισμοί της Άπω Ανατολής είναι ακόμη πιο άκαμπτοι και πιο σκληροί, αφού ισοπεδώνουν τους μαθητές, κάνοντας τους να υπακούουν απολύτως στους δασκάλους τους. Για το δικό τους εκπαιδευτικό σύστημα το να έχουν απορίες οι μαθητές και οι φοιτητές, αυτό σημαίνει ότι ο δάσκαλος δεν έχει κάνει σωστά το μάθημά του. Αυτό το χαρακτηριστικό στην ελληνική κοινωνία δεν υπήρξε ποτέ. Το κακό είναι ότι σήμερα, μετά από το άκαμπτο εκπαιδευτικό σύστημα, έχουμε περάσει στην εγκατάλειψη των μαθητών και της μαθητείας. Η μαθητεία δεν είναι υποτίμηση του μαθητή απέναντι στον δάσκαλο, είναι η δυνατότητα να μπορεί να προσλαμβάνει τα απαραίτητα στοιχεία, ώστε έτσι να οικοδομήσει τον δικό του εαυτό. Δεν η μαθητεία υποταγή προς τον δάσκαλο, αλλά μια στάση του πώς θα μπορεί κάποιος να μαθαίνει διαρκώς σε σχέση με ό,τι σημαντικό υπάρχει γύρω του. Το σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα στην Ελλάδα λειτουργεί εντελώς λαϊκιστικά. Δεν τολμάνε οι εκπαιδευτικοί να ορίσουν τα πράγματα. Επειδή έχασαν την εξουσία, την οποία είχαν παραδοσιακά, βρέθηκαν να είναι ανίσχυροι απέναντι στους μαθητές. Χάθηκε η δυνατότητα ο καθηγητής να εμπνέει σήμερα τους μαθητές.
«Άλλο ερωτικός, άλλο ερωτευμένος…»
Μπορούμε να ισχυριστούμε ότι ένας δυνατός έρωτας είναι ικανός να προκαλέσει τριγμούς στις ανθρώπινες βεβαιότητες και να δρομολογήσει μια πορεία αλλαγών στην ζωή μας;
Δεν υπάρχει τρόπος να ζεις ουσιαστικά χωρίς έρωτα. Αλλά ο έρωτας δεν είναι μια συναισθηματική κατάσταση που απλώς σε συνεγείρει ένα συγκεκριμένο πρόσωπο. Επειδή, σε αυτή την περίπτωση, εάν περιμένω μέσα από τον έρωτα μου για ένα συγκεκριμένο πρόσωπο να αλλάξω, αυτό κρατά πολύ λίγο και θα διαψευσθώ. Κάνω πάντα τη διάκριση ανάμεσα στην έννοια «ερωτικός» και στο «ερωτευμένος». Το ερωτευμένος είναι μια προσωρινή κατάσταση, την οποία προκαλεί ένα πρόσωπο που συνδέεται με τη ζωή μας. Αλλά υπάρχει ο κίνδυνος αυτό να μη διαρκέσει πολύ. Το να είσαι όμως ερωτικός άνθρωπος αυτό σημαίνει ότι μπορείς να είσαι ερωτικός προς όλες τις πλευρές της ζωής σου. Ερωτικός είσαι όταν, περπατώντας στους δρόμους της Αθήνας, μπορείς να μυρίσεις π.χ τα λουλούδια μιας νεραντζιάς, τα οποία οι περισσότεροι, αν και περνούν από διπλά, δεν τα αντιλαμβάνονται…
Εμείς ως λαός είμαστε πιο κοντά στο να θεωρούμαστε ερωτικοί ή απλώς επιρρεπείς στο να νιώθουμε ερωτευμένοι;
Οι δικές μας ρίζες είναι ερωτικές ως προς την ζωή! Τα τραγούδια μας που έχουν μεράκι, οι χοροί μας που έχουν την δική τους ζωντάνια, φανερώνουν όλα αυτά μια στάση ζωής. Σας φέρνω ως παράδειγμα τις γιαγιάδες, που ποτίζουν τις γλάστρες και το πράττουν αυτό με διάθεση ερωτική. Και μάλιστα όχι τις δικές τους, αλλά αυτές που ανήκουν στο δημόσιο χώρο. Ερωτική στάση είναι ακόμη το πώς κάποιες μικρασιάτισσες παρασκευάζουν ένα φαγητό νόστιμο ή όταν ένας τεχνίτης κάνει με μεράκι τη δουλειά του…
Με βάση την δική σας εμπειρία, είναι μεγάλος ο αριθμός των ανθρώπων που έχουν την θέληση και τη δύναμη να αλλάξουν;
Θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό, αφού ζω ανάμεσα σε αυτούς τους ανθρώπους! Έχω το προνόμιο να κινούμαι διαρκώς ανάμεσα σε ανθρώπους που θέλουν να αλλάξουν στάση ζωής . Εάν δεν το θέλουν, τότε δεν θα έρθουν σε εμένα. Δεν θα έρθουν σε εμένα για να τους χορηγήσω ηρεμιστικά ή αντικαταθλιπτικά. Θα έρθουν μόνο όσοι επιδιώκουν κάτι πιο απαιτητικό για τη ζωή τους. Όχι για να χαλαρώσουν και να ξεφύγουν για μια στιγμή. Αλλά όσοι θέλουν ακόμη και τις αποτυχίες και τα λάθη τους να τα μετατρέψουν σε εφαλτήριο ζωής! Οι άνθρωποι που θα μπορούν αυτή τη στάση ζωής να μην την κάνουν κλείσιμο, αλλά να την μετατρέψουν σε μια μορφή επεξεργασίας, που θα τους βοηθά να γίνουν πολύτιμοι. Ο άνθρωπος που θυμώνει, δεν είναι απαραίτητο να σταματήσει να θυμώνει, αλλά είναι σημαντικό να βρεθεί στο σημείο, ώστε να μην είναι αυτός ο μοναδικός τρόπος που θα χρησιμοποιεί για να αντιδρά.