Η ηλικία των γονέων αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα που ενδέχεται να επηρεάσει σε σημαντικό βαθμό την υγεία και την ανάπτυξη του παιδιού με διάφορους τρόπους — βιολογικούς, γενετικούς και περιβαλλοντικούς.
- Γράφει η Κέλλυ Χολέβα (MSc), Κλινική Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια
Αναλυτικότερα, έχει διαπιστωθεί, ότι γυναίκες που γίνονται μητέρες σε νεαρή ηλικία, ήτοι σε ηλικία κάτω των 20 ετών, ενδέχεται να παρουσιάσουν αυξημένο κίνδυνο πρόωρου τοκετού και χαμηλό βάρος γέννησης παιδιού. Επίσης, πολλές φορές η νεαρή ηλικία της μητέρας έχει συνδεθεί με χαμηλότερη πρόσβαση σε ιατρική φροντίδα και υποστήριξη, αυξημένες πιθανότητες ανεπαρκούς προγεννητικής φροντίδας, περισσότερο άγχος, πιθανότητα επιλόχειας κατάθλιψης και οικονομικές δυσκολίες.
Αντίθετα, γυναίκες που γίνονται μητέρες σε ηλικία άνω των 35 ετών, ενδέχεται να εμφανίσουν αυξημένο κίνδυνο γενετικών ανωμαλιών, όπως σύνδρομο Down, υψηλότερη πιθανότητα επιπλοκών εγκυμοσύνης, όπως υπέρταση, διαβήτη κύησης, αυξημένο κίνδυνο προεκλαμψίας, πιο συχνές καισαρικές τομές, περισσότερες πιθανότητες αποβολής μετά τα 35 και ακόμα πιο αυξημένες μετά τα 40, καθώς και μειωμένη γονιμότητα, με την ποσότητα και ποιότητα των ωαρίων να μειώνεται με την ηλικία.
Από πλευράς πατέρα, έχει διαπιστωθεί αύξηση μεταλλάξεων στο σπέρμα, με συνέπειες στο DNA του παιδιού, καθώς και χαμηλότερη κινητικότητα σπερματοζωαρίων, όταν οι άνδρες γίνονται μπαμπάδες σε ηλικία άνω των 40 με 45 ετών. Παράλληλα, έχει διαπιστωθεί συσχέτιση με αυξημένο κίνδυνο για αυτισμό, σχιζοφρένεια, χαμηλότερη γνωστική και κοινωνική ανάπτυξη του παιδιού.
Σε σουηδική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Molecular Psychiatry, στην οποία συμμετείχαν περισσότερα από 5.700.000 παιδιά σε πέντε χώρες (περισσότερα από 30.000 παιδιά με αυτισμό), διαπιστώθηκε ότι τα παιδιά που γεννιούνται από έφηβες μητέρες, καθώς και παιδιά των οποίων οι γονείς έχουν μεγάλη διαφορά ηλικίας, αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης αυτισμού.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, ο κίνδυνος εκδήλωσης αυτισμού είναι 66% συχνότερος μεταξύ παιδιών που έχουν γεννηθεί από πατέρες ηλικίας μεγαλύτερης των 50 ετών, συγκριτικά με πατέρες ηλικίας 20-30 ετών, καθώς και 28% πιθανότερος σε παιδιά, των οποίων οι μπαμπάδες είναι 40-50 ετών, συγκριτικά με μπαμπάδες 20-30 ετών.
Οι ερευνητές αποδίδουν τον αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης αυτισμού στο παιδί με μπαμπάδες ηλικίας άνω των 50 ετών στην αύξηση των γενετικών μεταλλάξεων στο σπέρμα. Όσο αυξάνει η ηλικία του άνδρα, αυξάνονται και οι γενετικές μεταλλάξεις στο σπέρμα, οι οποίες, με τη σειρά τους, αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης Διαταραχής Αυτιστικού Φάσματος (ΔΑΦ).
Αντίστοιχα, για τις μητέρες ο αυτισμός είναι 15% συχνότερος μεταξύ παιδιών που γεννήθηκαν από μητέρες 40-50 ετών, συγκριτικά με μητέρες ηλικίας 20-30 ετών, αλλά και 18% συχνότερος σε παιδιά παιδιών που γεννήθηκαν από μητέρες εφηβικής ηλικίας, συγκριτικά με μαμάδες ηλικίας 20-30 ετών κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Διαπιστώθηκε ακόμα μεγαλύτερος κίνδυνος, είτε στην περίπτωση που ο πατέρας είναι ηλικίας 35-44 ετών και η μητέρα τουλάχιστον 10 χρόνια νεότερη, είτε στην περίπτωση που η μητέρα είναι ηλικίας 30-40 ετών και ο πατέρας είναι περισσότερα από 10 χρόνια νεότερος από εκείνη.
Παρά ταύτα, σύμφωνα με τον επιδημιολόγο Σβεν Σαντίν του Ινστιτούτου Καρολίνσκα του Πανεπιστημίου της Στοκχόλμης και τους συνεργάτες του, ενώ η ηλικία των γονιών αποτελεί παράγοντα κινδύνου εμφάνισης αυτισμού, συνολικά η πλειονότητα των παιδιών που γεννιούνται από γονείς, είτε νεαρής, είτε προχωρημένης ηλικίας, θα αναπτυχθούν φυσιολογικά χωρίς ΔΑΦ.
Η εν λόγω έρευνα δεν μπόρεσε να εξηγήσει τους παράγοντες κινδύνου που σχετίζονταν με την ηλικία της μητέρας, καθώς και εκείνους που αφορούσαν τη διαφορά ηλικίας μεταξύ των δύο γονέων, γεγονός που καταδεικνύει ότι πιθανόν υπάρχουν πολλαπλοί μηχανισμοί που εμπλέκονται στη σχέση μεταξύ ηλικίας γονέων και κινδύνου εμφάνισης αυτισμού.
Ανατροφή του παιδιού
Πέραν όμως των κινδύνων για την υγεία και την ανάπτυξη του παιδιού, και στον τομέα της ανατροφής του παιδιού έχει διαπιστωθεί ότι μεγαλύτεροι γονείς συχνά έχουν περισσότερη σταθερότητα και ωριμότητα, αλλά λιγότερη σωματική ενέργεια. Στον αντίποδα, νεότεροι γονείς μπορεί να έχουν περισσότερη ενέργεια, διαθέτουν όμως λιγότερη εμπειρία ή σταθερότητα.
Τι συμβαίνει όταν και οι δύο γίνονται γονείς σε προχωρημένη ηλικία; Ο συνδυασμός προχωρημένης ηλικίας και των δύο γονέων είναι δυνατόν να πολλαπλασιάσει τους κινδύνους για την υγεία και την ανάπτυξη του παιδιού, ενώ σύμφωνα με μελέτες έχει διαπιστωθεί αυξημένος κίνδυνος εμφάνισης στο παιδί χρόνιων παθήσεων αργότερα στη ζωή του. Αξίζει, ωστόσο να σημειωθεί ότι τα δεδομένα αυτά δεν είναι πάντα ξεκάθαρα και χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης. Εξάλλου, αξίζει να αναφερθεί ότι πολλοί γονείς σε μεγαλύτερη ηλικία αποκτούν υγιή παιδιά και τα μεγαλώνουν με σταθερότητα και σοφία.
Η ιατρική παρακολούθηση είναι πλέον πολύ πιο εξελιγμένη και μπορεί να εντοπίσει εγκαίρως πιθανούς κινδύνους. Η πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη, η σωστή προγεννητική φροντίδα και το κοινωνικο-οικογενειακό περιβάλλον μπορούν να μετριάσουν πολλούς από τους προαναφερθέντες παράγοντες κινδύνου.