Δεν χρειάζεται να διαβάζεις τη γυάλινη σφαίρα, ούτε καν να κάνεις ρεπορτάζ για να έχεις πληροφορίες στην πατρίδα μας.
- Από τον Μανώλη Κοττάκη
Αρκεί να ξέρεις ολίγη πολιτική Ιστορία και, βεβαίως, να γνωρίζεις τους πρωταγωνιστές. Πριν καλά καλά στεγνώσει το μελάνι από το τελευταίο σημείωμά μας στο οποίο διαβλέψαμε ότι ο ανασχηματισμός έρχεται πιο κοντά, μετά την υπόθεση Βρούτση έκαναν την εμφάνισή τους πρωτοσέλιδα άκρως φιλοκυβερνητικών εφημερίδων που το επιβεβαίωσαν. «Voucher στον Βρούτση» έγραψαν.
Η εικόνα ενός υπουργού που διέτρεχε την Τετάρτη τους διαδρόμους της Βουλής και διερωτάτο δεξιά και αριστερά «εγώ να παραιτηθώ; Μα, υπέγραψα ό,τι μου έδωσαν!» δεν άρεσε στο Μέγαρο Μαξίμου. Ασχέτως αν ο υπουργός έλεγε όλη την αλήθεια, τη μισή αλήθεια ή μέρος της αλήθειας. Επειδή, όμως, αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο με υπουργό, ο οποίος τυγχάνει να είναι και βουλευτής εικοσαετίας (ο ισχυρισμός, δηλαδή, ότι του επεβλήθη μια απόφαση), θεωρούμε ότι στον επικείμενο ανασχηματισμό ο πρωθυπουργός πρέπει να διορθώσει τις ατέλειες του μοντέλου του.
Η βασικότερη από τις οποίες είναι ότι αρκετές φορές πράγματι υπουργοί με μεγάλη πορεία στον δημόσιο βίο, βουλευτές εκλεγέντες από τον λαό κατ’ επανάληψιν υποχρεώθηκαν να υπογράψουν αποφάσεις που ελάμβανοντο αλλού. Είναι κοινό μυστικό, για παράδειγμα, ότι οι τοποθετήσεις των διοικητών νοσοκομείων έγιναν από το επιτελικό κράτος, όχι από τον υπουργό Υγείας. Είναι γνωστό επίσης ότι η πρώτη (ακυρωθείσα) απόφαση της κατανομής των ποσών για τη στήριξη του Τύπου έγινε από το επιτελικό κράτος, τα υπουργεία ΜΜΕ και Οικονομικών, που υπέγραψαν τις αποφάσεις, ούτε που γνώριζαν ούτε που ακούμπησαν.
Είναι γνωστό πως ακόμη και τώρα απαγορεύτηκε στον κ. Πέτσα -ύστερα απο δημοσιεύματα νταβαντζήδων- να ασχοληθεί με το θέμα, άλλος το ανέλαβε. Είναι γνωστό ότι οι κρίσεις της ΕΛ.ΑΣ. και των Ενόπλων Δυνάμων τύποις γίνονται στην Κατεχάκη ή στο Πεντάγωνο. Η περίπτωση του Γιάννη Βρούτση, βεβαίως, όπως σημειώσαμε, δεν είναι η πλέον αντιπροσωπευτική, γιατί ο βουλευτής Κυκλάδων, ο οποίος έχει άριστη σχέση με τους Αντώνη Σαμαρά, Γιάννη Στουρνάρα και Πολ Τόμσεν, έχει δείξει στην πράξη μεγάλα περιθώρια αυτονομίας. Μέχρι και από τον αναπληρωτή του Μηταράκη απηλλάγη.
Ωστόσο, το ξέσπασμα Βρούτση στη Βουλή θέτει το πρόβλημα επί τάπητος πριν γίνει πυρκαγιά μεγάλη: Ποιος διοικεί ένα υπουργείο; Ο υπουργός με χιλιόμετρα στον δημόσιο βίο ή ο υφυπουργός του; Το Μαξίμου επέλεξε να χρησιμοποιήσει ανανεωμένη μια παλιά συνταγή του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Έμπιστοι του στα υπουργεία κατά την πρωθυπουργία του το 1990-1993 ήταν οι γενικοί γραμματείς του.
Ο Κυριάκος μετεξέλιξε το σύστημα: Έφτιαξε μια κυβέρνηση υφυπουργών με απευθείας αναφορά στον ίδιο, στο γραφείο του και στο επιτελικό κράτος. Ορισμένοι υπουργοί νιώθουν και το λένε δεξιά και αριστερά ως πολιτικές γλάστρες. Θα μπορούσαν να παραιτηθούν βεβαίως -δεν είναι ανάγκη να υπογράφεις αν διαφωνείς-, αλλά είναι σκληροί οι καιροί που ζούμε. Δεν εγκαταλείπει εύκολα κανείς καρέκλα. Άλλοι υπουργοί που έβγαλαν δουλειά μέσα στον χρόνο της κυβέρνησης της Ν.Δ. και συνετέλεσαν στο να κερδηθεί το στοίχημα της ασφάλειας και της εμπιστοσύνης (π.χ. Εβρος – Δημόσιας Τάξης), μολονότι μετέχουν στα κέντρα λήψης αποφάσεων, δεν αισθάνονται κοντά στο Ιερό.
Παρά ταύτα, το ζήτημα είναι υπαρκτό: Οι υφυπουργοί Οικονομικών Σκυλακάκης, Αμυνας Στεφανής, Εσωτερικών Λιβάνιος, Προστασίας του Πολίτη Οικονόμου, Διαχείρισης Κρίσεων Χαρδαλιάς, Υγείας Κοντοζαμάνης, Εμπορίου Παπαθανάσης και μερικοί άλλοι θεωρούνται ισχυρότεροι των υπουργών τους. Δεν είναι κακό πράγμα η ανανέωση στην πολιτική, ειδικά αν συνοδεύεται από αποτελέσματα. Αλλά είναι άσχημο, πολύ άσχημο να υποβιβάζει ο διορισμένος τον εκλεγμένο, που έτρεχε για τον σταυρό στις εκλογές και που αν δεν τον έφερνε (ο Κικίλιας, ο Σταϊκούρας, ο Παναγιωτόπουλος κ.ά.) ο διορισμένος τεχνοκράτης δεν θα ήταν υφυπουργός σήμερα. Στις καλές μέρες, το σύστημα αυτό, βεβαίως, λειτουργεί.
Οι υπουργοί είναι έμπειροι πολιτικοί, κάνουν τον… βλάκα (για να μην πω άλλη λέξη), δεν αντιπαρατίθενται με τους νέους, υπογράφουν ό,τι διατάσσει το Μαξίμου (αυτοί θα αλλάξουν τον κόσμο;) και πάμε παρακάτω. Τώρα όμως, εν όψει της θύελλας που έρχεται στην παγκόσμια οικονομία λόγω κορωνοϊού, η εκδρομή τελειώνει.
Ο πρωθυπουργός πρέπει να αποφασίσει. Ή θα αναβαθμίσει τους έμπιστούς του υφυπουργούς σε κανονικούς υπουργούς (έχει όλο το δικαίωμα) ή θα εμπιστευτεί πλήρως τους υπουργούς του. Η καταιγίδα απαιτεί ενότητα. Εάν κάθε υπουργός κοιτά διαρκώς την πλάτη του και καταλαμβάνεται από άγχος ποιος διοικεί το υπουργείο, το σύστημα αργά ή γρήγορα θα σκάσει. Και, μάλιστα, σε συνθήκες πολέμου. Υπάρχουν που υπάρχουν εσωκομματικές προεκτάσεις σε ορισμένα χαρτοφυλάκια, το να γίνει Κούγκι η κυβέρνηση στην πρώτη στραβή ή στην πρώτη πίεση της αντιπολίτευσης (που δεν είναι τόσο ψόφια, έχει ανακλαστικά όπως έδειξαν τα vouchers) δεν είναι καθόλου δύσκολο. Βεβαίως, το μοναδικό κριτήριο του ανασχηματισμού δεν πρέπει να είναι η εμπιστοσύνη αλλά και η ικανότητα.
Η ικανότητα κάθε υπουργού να πάρει δύσκολες αποφάσεις σε συνθήκες θυέλλης. Η αποφασιστικότητά του να υπηρετήσει το δημόσιο συμφέρον και όχι τους υποστηρικτές της προεκλογικής εκστρατείας του. Από τη στιγμή που ο ίδιος ο πρωθυπουργός μεταμορφώνεται μέσα στην κρίση σε άλλον και απαιτεί από τους πλούσιους επιχειρηματίες να βάλουν το χέρι στην τσέπη με αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου, οφείλουν και οι υπουργοί του, όποιοι και να είναι, παρόντες ή μέλλοντες, να γίνουν στη βάση ενός νέου εθνικού σχεδίου άλλοι και αυτοί! Μια καταληκτική παρατήρηση για ένα και μόνο υπουργείο, η οποία πηγάζει από την ανησυχία μου για την αποξένωση της Κεντροδεξιάς από την Ορθοδοξία και όχι από προσωπικά αισθήματα: Η Νίκη Κεραμέως είναι εξαιρετική υπουργός Παιδείας. Δουλευταρού, με σύστημα και σχέδιο. Έδειξε σπουδαία ανακλαστικά στην κρίση.
Θεωρώ ότι έχει και μεγάλο πολιτικό μέλλον αν προσέξει. Ταυτόχρονα, όμως, είναι κάκιστη υπουργός Θρησκευμάτων. Χωρίς καμία ψυχική επαφή με την Εκκλησία και το αίσθημα των πιστών. Κατά βάση, διακατέχεται από αντικληρικαλισμό, εντελώς ξένο στους Ελληνες. Η ιδέα για έναν υφυπουργό Θρησκευμάτων με άριστη γνώση των συσχετισμών και των ισορροπιών θα έπρεπε να είναι στο τραπέζι.