Την πορεία της Αττικής προς το «κόκκινο» εξήγησε η καθηγήτρια Επιδημιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Αθηνά Λινού και ανέφερε τους λόγους που οδήγησαν στη λήψη νέων μέτρων.
Μιλώντας στο Open επεσήμανε: «Ήταν αναμενόμενο να αυξηθούν τα κρούσματα διότι κεντρικά μέτρα δεν είχαν παρθεί. Ενώ υπήρχε η τηλεργασία για το 50% των εργαζομένων, ελάχιστα εφαρμόστηκε και η εμπειρία μου ήταν ότι δεν είχε εφαρμοστεί καν στον δημόσιο τομέα και αυτό δείχνει μια άγνοια. Στις συγκοινωνίες δεν ελήφθησαν μέτρα ενώ και τα μέτρα για το άνοιγμα των σχολείων δεν έγιναν σε μεγάλο βαθμό, όπως για παράδειγμα τα τεστ στους εκπαιδευτικούς. Είναι θετικό το ότι δεν ανοίγουν τα λύκεια στις κόκκινες περιοχές και αυτό θα πρέπει να εξετάζεται κάθε εβδομάδα».
Και συνέχισε: «Είναι απαραίτητο να αυξηθούν τα τεστ μεταξύ των εκπαιδευτικών που εξ’ ανάγκης βλέπουν πολλά παιδιά. Υπάρχουν χώροι που δεν αξιοποιούνται όπως θέατρα, χώροι του δήμου που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν. Στις οικογένειες, πρέπει να θυμηθούμε την κατάσταση στο πρώτο κύμα που καθαρίζαμε ακόμη και τις σακούλες των τροφίμων».
Σχετικά με τη μεταδοτικότητα του ιού στα παιδιά είπε: «Η έρευνα δείχνει ότι τα παιδιά μεταδίδουν τον ιό στο ¼ δηλαδή πολύ λιγότερο και το ίδιο ισχύει και για τη μετάδοση από τα παιδιά προς τους ενήλικες. Είναι σημαντικό να ελέγχονται οι εκπαιδευτικοί και για τη δημιουργία εστιών μέσα στα σχολεία. Ό,τι ισχύει για τα λύκεια θα έπρεπε να ισχύει και για τα φροντιστήρια. Υπάρχουν μελέτες που έδειξαν ότι όταν τα παιδιά δεν πάνε στο σχολείο, υπάρχει κίνδυνος να έρθουν σε επαφή με άλλον πληθυσμό και η διασπορά να είναι μεγαλύτερη. Η προσέλευση εκ περιτροπής θα ωφελούσε και η διασπορά σε μεγαλύτερες τάξεις των μαθητών θα ωφελούσε. Έχουμε θέματα ανισότητας, υπάρχει επιβάρυνση σε φτωχότερες γειτονιές, όμως κάθε κρούσμα που αποφεύγουμε είναι ωφέλιμο».