Προς οριστικό λουκέτο φαίνεται ότι οδεύει αυτή τη φορά το εργοστάσιο της Πίτσος στην Αθήνα, με την ιδιοκτήτρια, εκ Γερμανίας, εταιρία Bosch να σκοπεύει να μεταφέρει τις δραστηριότητες στην Τουρκία.
Είναι η δεύτερη φορά τα τελευταία χρόνια που γίνεται γνωστή αυτή η πρόθεση και παρά το γεγονός ότι το 2018 τελικώς αυτό αποφεύχθηκε, φαίνεται ότι η παρούσα κυβέρνηση δεν είναι ικανή να το αποτρέψει.
Ωστόσο, πίσω από μια φαινομενικά όχι ασυνήθιστη απόφαση κρύβεται ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα της Μεταπολίτευσης, αυτό της Siemens. Όσο και να προσπαθούν κυβερνητικά στελέχη και φιλοκυβερνητικά μέσα μαζικής ενημέρωσης να κρατήσουν την εταιρία στο παρασκήνιο πετώντας την μπάλα στην εξέδρα, ο γερμανικός κολοσσός είχε εντάξει την ανάπτυξη της Πίτσος στη συμφωνία συμβιβασμού με το Ελληνικό Δημόσιο, η οποία προφανώς δεν τηρείται.
Βέβαια, ακόμη πιο εξοργιστικό είναι το γεγονός ότι αν και έχουν περάσει οκτώ χρόνια από την κύρωση της συμφωνίας από τη Βουλή, το 2012, καμία από τις κυβερνήσεις που πέρασαν από τότε δεν πίεσε ουσιαστικά τη Siemens ώστε να είναι συνεπής στις υποχρεώσεις της. Το αποτέλεσμα είναι να κινδυνεύουν να βρεθούν στον δρόμο από την 1η Ιανουαρίου 2021 τουλάχιστον 250 οικογένειες εργαζομένων, ενώ σε έμμεσο κίνδυνο βρίσκονται άλλοι περίπου 400 εργαζόμενοι σε προμηθευτές του εργοστασίου στου Ρέντη.
Μηδαμινές πιθανότητες…
Με ανοιχτή επιστολή προς τον πρωθυπουργό και τους υπουργούς Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα και Ανάπτυξης Άδωνι Γεωργιάδη, οι εργαζόμενοι της Πίτσος ζήτησαν την άμεση παρέμβασή τους, ώστε να αποτραπεί η ειλημμένη απόφαση για κλείσιμο της μονάδας στου Ρέντη. Όπως εύγλωττα επισήμαναν, «ύστερα από παρουσία 155 ετών στην Ελλάδα, η Πίτσος θα παράγεται πλέον στην Τουρκία. Η αντίστροφη μέτρηση για το κλείσιμο του εργοστασίου έχει ήδη ξεκινήσει».
Η μόνη αντίδραση ήταν αυτή από το υπουργείο Ανάπτυξης και ήταν διόλου ελπιδοφόρα, καθώς πηγές ανέφεραν ότι θα γίνει μια προσπάθεια επαφών με το αντίστοιχο γερμανικό, αλλά οι πιθανότητες είναι μηδαμινές.
Την ίδια στιγμή, όπως τόνισε στη «δημοκρατία» ο πρόεδρος του σωματείου εργαζομένων στην Πίτσος κ. Αθανασιάδης, «οι 250 εναπομείναντες εργαζόμενοι θα αντιμετωπίσουν σοβαρό πρόβλημα επιβίωσης, καθώς με τα σημερινά δεδομένα είναι σχεδόν απίθανο να καταφέρουν να βρουν δουλειά, πολλώ δε μάλλον από τη στιγμή που στην πλειονότητά τους είναι βιομηχανικοί εργάτες άνω των 50 ετών».
Η αλήθεια για τη συμφωνία-κουρέλι
Όπως είχε αποκαλύψει από τον Ιανουάριο του 2020 η «δημοκρατία», ο εξωδικαστικός συμβιβασμός που υπέγραψε τον Φεβρουάριο του 2012 η Siemens με το Ελληνικό Δημόσιο για να ξεπληρώσει ένα μικρό μόνο μέρος από την καταγεγραμμένη ζημιά, ύψους 2 δισ. ευρώ, που προκάλεσε το ομώνυμο σκάνδαλο, ουδέποτε τηρήθηκε.
Στη συμφωνία αυτή, που μάλιστα επικυρώθηκε από τη Βουλή, είχε συμπεριληφθεί και η Πίτσος, η οποία τότε ανήκε κατά 50% στη Siemens και κατά 50% στην Bosch. Όριζε ρητά ότι η Siemens AG αναλαμβάνει να διασφαλίσει τη συνεχιζόμενη παρουσία της στην Ελλάδα, η οποία απασχολεί σήμερα περισσότερους από 600 εργαζομένους, με τη χρήση, εντός του 2012, των ενδεικνυόμενων μέσων και ενεργειών οικονομικής στήριξης με ποσό που υπολογίζεται σε 100.000.000 ευρώ.
Σε άλλο σημείο η συμφωνία όριζε ότι «η Siemens θα εξετάσει την πραγματοποίηση επενδύσεων διαφόρων τύπων και μορφών στην Ελληνική Δημοκρατία. Μία τέτοια επένδυση, η οποία εξετάζεται, περιλαμβάνει την κατασκευή ενός νέου εργοστασίου παραγωγής στην Ελλάδα για ένα έργο αξίας άνω των 60.000.000 ευρώ, που θα οδηγήσει στην απασχόληση άνω των 700 ατόμων».
Πέραν του γεγονότος ότι η συμφωνία συνολικά τηρήθηκε στο ελάχιστο (κάποιοι θα έλεγαν ότι είχε μπει ταφόπλακα ήδη από το 2013), η Siemens κατάφερε να απεμπλακεί σε ό,τι αφορά την Πίτσος το 2015, όταν η Bosch απέκτησε το 100% της εταιρίας. Και το έκανε ανενόχλητη, παρά το γεγονός ότι αυτό συνιστούσε παραβίαση του εξωδικαστικού συμβιβασμού που ψηφίστηκε από τη Βουλή το 2012!
Έτσι, ουδέποτε τηρήθηκε η δέσμευση για το νέο εργοστάσιο παραγωγής που επρόκειτο να κατασκευαστεί στην Ελευσίνα και όχι μόνον αυτό, αφού η Bosch, χωρίς κάτι να τη δεσμεύει νομικά, αποφάσισε με τρία χρόνια καθυστέρηση να κλείσει το εργοστάσιο στου Ρέντη και να μεταφέρει τις εν Ελλάδι δραστηριότητές της στην Τουρκία, προσφέροντας άλλο ένα γερμανικό δώρο προς την παραπαίουσα οικονομία του Ερντογάν, και μάλιστα σε αυτή τη συγκυρία.