Οι περισσότεροι φιλόσοφοι δεν ήταν Αθηναίοι, ούτε εξελίχθηκαν ως φιλόσοφοι εξαιτίας της ζωής τους στην Αθήνα. Ταξίδευαν σε όλον τον αρχαίο κόσμο, συλλέγοντας γνώσεις από παντού, και επέστρεφαν για να τις διαδώσουν με τα συμπεράσματα τους, τις θεωρίες, τις εξερευνήσεις τους και τις εμπνεύσεις που αποκόμισαν. Άλλωστε, οι περισσότεροι φιλόσοφοι δεν γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στο κυρίως σώμα της Ελλάδας, αλλά στη Μικρά Ασία, στην Ιωνία και στη «Μεγάλη Ελλάδα» και στις αποικίες.
Οι περισσότεροι φιλόσοφοι κατέφευγαν στις αποικίες, επειδή τους κυνηγούσαν, προτιμούσαν τις κοινωνίες των νέων πολιτειών και αποικιών όπου άκμαζαν οι νέες ιδέες, κάτι που δεν συνέβαινε συχνά στο αθηναϊκό ή στο σπαρτιατικό κράτος.
Να σημειωθεί ότι οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι δεν ήταν στην καθημερινότητά τους σαν τους συνηθισμένους άλλους συνανθρώπους τους, το αντίθετο μάλιστα ήταν παράξενοι, εκκεντρικοί, ιδιότροποι, παρεξηγημένοι στη θεωρία ή στην πράξη. Υπήρξαν μάλιστα και περιπτώσεις που άγγιζαν τα όρια του γραφικού, όπως θα λέγαμε σήμερα ή «φευγάτους καλλιτέχνες». Βέβαια κρίνονταν με τα τότε κριτήρια, κάτι που δεν ισχύει στο σύγχρονο κόσμο όπου και δικαιώθηκαν. Και όταν μιλάμε για αρχαίους φιλοσόφους, δεν αναφερόμαστε σε χιλιάδες, αλλά για καμιά εκατοσταριά ιδιαίτερα άτομα στην πάροδο περίπου δέκα αιώνων.
Δεν πρέπει λοιπόν να ταυτίζονται με τον μέσο άνθρωπο της αρχαίας ελληνικής πραγματικότητας και όσον αφορά στην επιρροή τους στην κοινωνία, αυτή εκδηλώθηκε κυρίως στην ύστερη αρχαιότητα.
Η ελληνική φιλοσοφία δεν υπήρχε πριν το 600 (π.X.) και «τελείωσε» γύρω στον 4ο αιώνα (αναμιγμένη με τη ρωμαϊκή φιλοσοφία). Φαίνεται ότι ήταν αρκετά χίλια χρόνια φιλοσοφίας για την ανθρωπότητα. Και είναι απορίας άξιο, γιατί δεν υιοθετήθηκαν οι φιλοσοφίες, οι σκέψεις, οι προτάσεις τους από όλους τους ανθρώπους για να μπορούσαμε να είμαστε καλύτεροι…
Γι’ αυτό και ο σοφός άνθρωπος συνεχίζει να είναι το πιο σπάνιο πράγμα στον κόσμο…
Οι διώξεις…
Ο Ξενοφάνης εξορίστηκε, ο Πυθαγόρας έγινε σκλάβος στην Βαβυλώνα, δικάστηκε για αθεΐα και διαφθορά των νέων, αργότερα εξορίστηκε και οι οπαδοί του κάηκαν μέσα στην σχολή τους ζωντανοί, ο Ίππασος εκδιώχθηκε επειδή κοινοποίησε τα απόρρητα της Πυθαγόρειας σχολής και θανατώθηκε με πνιγμό από τους ιερείς και συμπολίτες του, ο Διογένης ο Απολλωνιάτης εκδιώχθηκε στην Αθήνα με την κατηγορία της αθεΐας.
Ο Φαληρεύς μας λέει ότι ο Διογένης κινδύνευσε να διωχθεί στην Αθήνα, διότι θεωρούσε τον αέρα αρχή του παντός, αυτός όμως ο αέρας ήταν πνευματική δύναμη κατ΄ αυτόν που τον ταύτιζε με τον Θεό (Diels. Frg. 51 B 5 – ει του περί φύσεως βλ. 51 Α 8).
Ο Ζήνωνας ο Ελεάτης καταδικάστηκε σε θάνατο από τον τύραννο της πατρίδας του, ο Σωκράτης καταδικάστηκε δια ασέβεια διότι κατά την κατηγορία δίδασκε νέες θεότητες στην πόλη της Αθήνας, ο Πλάτωνας αναγκάστηκε να φύγει από την Αθήνα μετά τον θάνατο του Σωκράτη εφόσον το κλίμα ήταν βαρύ ενώ πουλήθηκε ως σκλάβος από τους Σπαρτιάτες, ο Φιλόλαος εκδιώχθηκε μαζί με άλλους Πυθαγόρειους της Μεγάλης Ελλάδας κατά τον διωγμό τους το 430 π.Χ., ο Ανάξαρχος ο Αβδηρίτης θανατώθηκε από τον Αλέξανδρο τον Μακεδόνα, ο Διογένης ο Κυνικός εξορίστηκε και πουλήθηκε ως δούλος.
Ο Σπεύσιππος χαρακτηρίστηκε άθεος, ο Αριστοτέλης έφυγε από την Αθήνα διότι κινδύνεψε να κατηγορηθεί για ασέβεια, ο Καλλισθένης ο Ολύνθιος θανατώθηκε από τον Μ. Αλέξανδρο ως συνωμότης, ο Μενέδημος ο Ερετριεύς εξορίστηκε ως ύποπτος για προδοσία, ο Αρίσταρχος ο Σάμιος κατηγορήθηκε για ασέβεια επειδή υποστήριξε το ηλιοκεντρικό σύστημα, ο Ηγησίας εκδιώχθηκε από την Αλεξάνδρεια διότι η διδασκαλία του είχε ολέθρια επίδραση στους νέους, ο Βίων ο Βορυσθενίτης πουλήθηκε ως σκλάβος.
Η Υπατία η Αλεξανδρινή βασανίστηκε απάνθρωπα και δολοφονήθηκε από τον χριστιανό επίσκοπο Κύριλλο ή τον Τζορντάνο Μπρούνο που έμεινε φυλακισμένος 7 χρόνια από την Ιερά εξέταση της εκκλησίας και στο τέλος κάηκε ζωντανός…!
Πίστευαν σε κάτι Θεϊκό;
H έννοια του θείου υπήρχε στην αρχαία φιλοσοφική σκέψη, όταν όμως οι φιλόσοφοι έκαναν λόγο για θεούς, εννοούσαν πάντα ενδοσυμπαντικές φυσικές δυνάμεις. Σε καμία περίπτωση δεν εννοούσαν τον προσυμπαντικό κι εξωσυμπαντικό θεό, ο οποίος αποτελεί αποκλειστικό και μεταγενέστερο δημιούργημα της εβραϊκής σκέψης. Όσον αφορά τον απλό άνθρωπο, δυσκολεύεται να κατανοεί επιστημονικές και φιλοσοφικές έννοιες. Επί πλέον δε –αν και κατʼ αρχήν τα θαυμάζει– δεν μπορεί να ανέχεται τα άτομα, που δεν ακολουθούν τις δικές της ιδέες και πρακτικές.
Σε περιπτώσεις δε που κάποια προσωπικότητα φθάσει στο σημείο να αποστασιοποιηθεί πλήρως από την μάζα, λέγοντας για παράδειγμα: «Κανένας δεν έφτειαξε αυτόν τον κόσμο, ούτε θεός ούτε άνθρωπος» (Ηράκλειτος στους Eφεσίους), τότε η μάζα αντιδρώντας φανατικά στρέφεται άμεσα εναντίον του. Έτσι παρά το ότι στην αρχαία Ελλάδα υπήρχαν οι συνθήκες, που ευνοούσαν την ανάδειξη της ατομικότητας, πολλές προσωπικότητες διώχθηκαν.
Ως παράδειγμα, παρατίθενται ορισμένες χαρακτηριστικές περιπτώσεις διώξεων φιλοσόφων από την απρόσωπη μάζα της αρχαίας Ελλάδας.
Πρωταγόρας
Λόγω του ότι στο βιβλίο του «Περί θεών» ο Πρωταγόρας υποστήριζε, ότι δεν ήξερε εάν υπάρχουν θεοί, οι αθηναίοι τον έδιωξαν από την πόλη, έκαψαν τα βιβλία του στην Αγορά κι απέστειλαν κήρυκα και τα μάζεψαν ένα-ένα από όσους είχαν αντίτυπα. [«Δια ταύτην δε την αρχήν του συγγράμματος εξεβλήθη προς Αθηναίων· και τα βιβλία αυτού κατέκαυσαν εν τη αγορά, υπό κήρυκι αναλεξάμενοι παρʼ εκάστου των κεκτημένων» (Διογένης Λαέρτιος, «Βίοι Φιλοσόφων», 9, 52).]
Αναξαγόρας
Ο Αναξαγόρας καταδικάστηκε για ασέβεια, επειδή δίδασκε, ότι ο Ήλιος δεν είναι θεός αλλά διάπυρη μάζα. Σώθηκε χάρις στον Περικλή, ο οποίος ήταν μαθητής του και έπεισε τους αθηναίους να του χαρίσουν τη ζωή. Τα λόγια του Περικλή καθώς και η άσχημη κατάσταση της υγείας του Αναξαγόρα εξ αιτίας της φυλάκισής του επηρέασαν τους δικαστές. Αποσύρθηκε στη Λάμψακο, όπου και πέθανε μετά από λίγο.
Διαγόρας ο Μήλιος
Αποκλήθηκε άθεος κι επειδή συκοφαντήθηκε για ασέβεια, φοβήθηκε την απόφαση του Δήμου κι έφυγε από την Αττική. Οι Αθηναίοι τον επικήρυξαν με αμοιβή ένα τάλαντο.
Στίλπων ο Μεγαρεύς
Καταδικάστηκε για ασέβεια προς το άγαλμα της Αθηνάς. Η ποινή του ήταν η εξορία. «Τούτόν φασιν περί της Αθηνάς της του Φειδίου τοιούτόν τινα λόγον ερωτήσαι· “άρά γε η του Διος Αθηνά θεός εστι;” φήσαντος δε, “ναι,” “αύτη δε γε,” είπεν, “ουκ έστι Διος, αλλά Φειδίου·” συγχωρουμένου δε, “ουκ άρα,” είπε, “θεός εστιν” εν ω και εις Άρειον πάγον προσκληθέντα μη αρνήσασθαι, φάσκειν δʼ ορθώς διειλέχθαι· μη γαρ είναι αυτήν θεόν, αλλά θεάν· θεούς δε είναι τους άρρενας. και μέντοι τους Αρεοπαγίτας ευθέως αυτόν κελεύσαι της πόλεως εξελθείν. Ότε και Θεόδωρον τον επίκλην θεόν επισκώπτοντα ειπείν, “πόθεν δε τούτʼ ήδει Στίλπων; η ανασύρας αυτής τον κήπον εθεάσατο;” ην δʼ αληθώς ούτος μεν θρασύτατος· Στίλπων δε κομψότατος».
Δηλαδή: «Αυτός, λένε, ρώτησε κάποτε έτσι για το άγαλμα της Αθηνάς, που είχε κατασκευάσει ο Φειδίας: «Είναι θεός η Αθηνά, η κόρη του Δία;» Όταν του απάντησαν «ναι», «μα αυτή δεν είναι του Δία, είναι του Φειδία», αποκρίθηκε, οπότε συμπέρανε: «Άρα δεν είναι θεός». Επειδή μίλησε έτσι, προσάχθηκε ενώπιον του Αρείου Πάγου, όπου δεν αρνήθηκε ότι τα είπε, αλλά υποστήριξε ότι σωστά μίλησε: «Γιατί πράγματι δεν είναι θεός, αλλά θεά, αφού μόνον οι άρρενες είναι θεοί». Πλην όμως οι Αρεοπαγίτες τον διέταξαν να φύγει αμέσως από την πόλη. Τότε ο Θεόδωρος τον ρώτησε κοροϊδευτικά: «Κι από που το ξέρεις αυτό, Στίλπωνα; Μήπως της σήκωσες το φόρεμα και είδες; Ήταν αυτός στα αλήθεια θρασύτατος, ο Στίλπων δε υπέροχος» (Διογένης Λαέρτιος, «Βίοι Φιλοσόφων», 2, 116).]
Αριστοτέλης
Ίδρυσε και διηύθυνε επί 13 χρόνια φιλοσοφική σχολή στην Αθήνα, κείμενη μεταξύ Λυκαβηττού και Ιλισσού, η οποία ονομάστηκε Λύκειο. Κατηγορήθηκε για ασέβεια. [«Ο δʼ ουν Αριστοτέλης ελθών εις τας Αθήνας και τρία προς τοις δέκα της σχολής αφηγησάμενος έτη υπεξήλθεν εις Χαλκίδα, Ευρυμέδοντος αυτόν του ιεροφάντου δίκην ασεβείας γραψαμένου, η Δημοφίλου ως φησι Φαβωρίνος εν Παντοδαπή ιστορία (FHG iii. 581), επειδήπερ τον ύμνον εποίησεν εις τον προειρημένον Ερμίαν, αλλά και επίγραμμα επί του εν Δελφοίς ανδριάντος» (Διογένης Λαέρτιος, «Βίοι Φιλοσόφων», 5, 5).] Ο Αριστοτέλης πρόλαβε κι έφυγε από την Αθήνα κι εγκαταστάθηκε στη Χαλκίδα, όπου πέθανε μετά από ένα χρόνο.
Ηράκλειτος
Δεν ήταν σύμφωνος με τους Εφεσίους, ούτε ως προς τον τρόπο που ζούσαν («οι δε πολλοί κεκόρηνται όκωσπερ κτήνεα», απ. 29 D-K), oύτε ως προς τον τρόπο που πολιτεύονταν, ειδικά μετά την εκδίωξη από την Έφεσο του αρίστου άνδρα και φίλου του, Ερμόδωρου. Οι Εφέσιοι, ισχυριζόμενοι ότι δεν πρέπει κανείς μεταξύ τους να είναι άριστος, τον εξέβαλαν από την πόλη τους, όπου τον έφαγαν τα σκυλιά («κυνόβρωτον γενέσθαι»: Διογένης Λαέρτιος, «Βίοι Φιλοσόφων» 9, 3-5).
Πυθαγόρας
Θεωρείται ο θεμελιωτής του μαθηματικού οικοδομήματος της ανθρωπότητας. Ίδρυσε και διεύθυνε τη Σχολή του Κρότωνα, η οποία έφθασε να έχει περί τους 2.000 μαθητές. Λίγο μετά την έναρξη της λειτουργίας της σχολής, ο Πυθαγόρας εισάχθηκε σε δίκη κατηγορηθείς για αθεΐα και διαφθορά των νέων. Το ανώτατο δικαστήριο του Κρότωνα, που τον δίκασε, αποτελούνταν από 1.000 δικαστές. Στάθηκε τυχερότερος του Σωκράτη και αθωώθηκε. Η Σχολή όμως αργότερα κάηκε από τον όχλο, ο οποίος επί πλέον φόνευσε όλους τους πυθαγόρειους, που βρήκε συγκεντρωμένους εκεί, πλην του Φιλόλαου και του Λύσιδος, που κατόρθωσαν να διαφύγουν.
Βυζάντιο: «Μηδένα τολμάν διδάσκειν φιλοσοφίαν»
Η Ρώμη υπήρξε κατά κανόνα ανεκτική έναντι των φιλοσόφων, αν και εκεί έχουν σημειωθεί κάποια κρούσματα διώξεών τους.
Η φιλοσοφία και οι φιλόσοφοι διώχθηκαν όχι σποραδικά και μεμονωμένα, όπως κατά την αρχαιότητα, αλλά μεθοδευμένα από την επικράτηση του χριστιανισμού και ύστερα. Ελεύθερα φιλοσοφούντες άνθρωποι δεν μπορούσαν να δεχθούν τα χριστιανικά δόγματα (αναστάσεις, παρθενογενέσεις, θαύματα κ.λπ.), οπότε η επίθεση της θρησκευτικοπολιτικής βυζαντινής εξουσίας εναντίον της φιλοσοφίας υπήρξε άγρια και ολομέτωπη. Πρώτο θύμα των διώξεων υπήρξε η μαθηματικός Υπατία η Αλεξανδρινή, μια από τις πλέον εξέχουσες φυσιογνωμίες της εποχής της (δ΄ αι. μ.Χ.) στο χώρο της φιλοσοφίας. Ο χριστιανικός φανατισμένος όχλος –οπαδοί του επίσκοπου Αλεξανδρείας Κύριλλου– την κατακρεούργησε. Την έγδαραν και την κομμάτιασαν ζωντανή.
Το 529 μ.Χ. ο Ιουστινιανός κατάργησε την Φιλοσοφική Σχολή των Αθηνών, η οποία λειτουργούσε συνεχώς επί 1.000 σχεδόν χρόνια και δήμευσε την περιουσία της. Οι τελευταίοι διδάσκαλοι κυνηγημένοι βρήκαν καταφύγιο στην αυλή του λάτρη του ελληνικού πολιτισμού πέρση βασιλιά Χοσρόη. Το 546 στην Κωνσταντινούπολη φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν γραμματικοί, ρήτορες, νομικοί και γιατροί. Το 562, όπως αναφέρει ο Μαλάλας, «Έλληνες πιάστηκαν και διαπομπεύθηκαν μέσα στην Κωνσταντινούπολη ταυτόχρονα με το κάψιμο ελληνικών βιβλίων».
Το ότι στο Βυζάντιο αναπτύχθηκε δήθεν φιλοσοφία αποτελεί μύθευμα χριστιανιζόντων συγγραφέων. Η φιλοσοφία στο Βυζάντιο είχε αποκηρυχθεί από την χριστιανική μεταφυσική.
Χριστιανοί άγιοι: «Οι φιλόσοφοι, τα κυνικά καθάρματα»
Τα κηρύγματα των Πατέρων της Εκκλησίας και των χριστιανών αγίων είναι γεμάτα ύβρεις εναντίον των φιλοσόφων, όπως για παράδειγμα του Ιωάννη Χρυσοστόμου: «Που νυν εισι οι τους τρίβωνας αναβεβλημένοι, και βαθύ γένειον δεικνύοντες, και ρόπαλα τη δεξιά φέροντες, οι των έξωθεν (ελλήνων) φιλόσοφοι, τα κυνικά καθάρματα, οι των επιτραπεζίων κυνών αθλιώτερον διακείμενοι, και γαστρός ένεκεν πάντα ποιούντες;» («Εις τους ανδριάντας», ΙΖ .)
«(Οι Έλληνες φιλόσοφοι) ποτέ δεν έκαμαν το σωστό, αλλά ήσαν δειλοί, φιλόδοξοι, αλαζόνες και είχαν ασυλλόγιστα πάθη» («Εις τον μακάριον Βαβύλαν», λόγος Β , παρ. στ).
Ο Μέγας Αθανάσιος στο έργο του «Περί Ενανθρωπήσεως» έγραψε: «Οι φιλόσοφοι των ελλήνων έγραψαν πολλά με αληθοφάνειαν και τέχνην· επαρουσίασαν λοιπόν κάτι τόσον μέγα όσον ο σταυρός του Χριστού; Διότι μέχρι του θανάτου των τα σοφίσματά των είχον την αληθοφάνειαν, αλλά και όσα εθεωρούσαν, όταν ήσαν ζώντες, ότι έχουν ισχύν, ήσαν αντικείμενα ανταγωνισμού μεταξύ των, και εφιλονείκουν μεταξύ των δια την θεωρίαν των. Και το παραδοξότατον είναι, ότι, ενώ ο Λόγος του Θεού εδίδαξε με πτωχοτέρας λέξεις, επεσκίασε τους περιφήμους σοφιστάς και κατήργησε τας διδασκαλίας εκείνων και προσήλωσεν όλους πλησίον του και εγέμισε τας εκκλησίας αυτού. Και το αξιοθαύμαστον είναι, ότι με την κάθοδόν του ως ανθρώπου εις τον θάνατον κατήργησε τα μεγάλα λόγια των σοφών περί των ειδώλων. Ποίου αλήθεια ο θάνατός ποτε εξεδίωξε δαίμονας;» (50, 5-15.).
Ο Τατιανός (β΄ αι. μ.Χ.), από τους κορυφαίους απολογητές του χριστιανισμού, έγραψε στο έργο με τίτλο «Προς Έλληνας»: «(Ο Πλάτων ήταν) κοιλιόδουλος», «(Ο Αριστοτέλης ήταν) κόλαξ» του Μ. Αλεξάνδρου, «(Ο Ηράκλειτος ήταν) αμαθής», «(Η φιλοσοφία του Ηρακλείτου ήταν) Ηρακλείτου σκότος., «(Ο Εμπεδοκλής ήταν) αλαζών.», «(Ο Δημόκριτος ήταν) αβδηρολόγος», «Δεν ρίπτετε εις τον βόθρον τα υπομνήματα της κακίας μαζί με τον ποιήσαντα Πυθαγόρα;»
Ο Θεόφιλος Αντιοχείας στο τρίτομο έργο του «Προς Αυτόλυκον» έγραψε:
• «Πλάτων δε, ο δοκών ελλήνων σοφώτερος γεγενήσθαι, εις πόσην φλυαρίαν εχώρησεν» (βιβλ. Γ , παρ. 16).
• «(Οι έλληνες σοφοί) ουχί και περί σεμνότητος πειρώμενοι γράφειν ασελγείας… εδίδαξαν επιτελείσθαι…;» (βιβλ. Γ , παρ. 3).
Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς έγραψε στο έργο του «Προτρεπτικός προς Έλληνας»: «Ας εξετάσουμε τώρα και των φιλοσόφων τις δοξασίες περί των θεών, για τις οποίες καυχώνται· ίσως βρούμε, ότι και η ίδια η Φιλοσοφία από κενοδοξία ειδωλοποιεί την ύλη η ίσως μπορέσουμε να δείξουμε κατʼ ακολουθία, ότι θεοποιώντας κάποια δαιμόνια ονειρεύεται την αλήθεια… Ο Κροτωνιάτης Αλκμαίων θεωρούσε θεούς τους αστέρες, που ενόμιζε ότι είναι είδωλα. Δεν θα αποσιωπήσω την αναισχυντία τους· ο Χαλκηδόνιος Ξενοκράτης δέχεται επτά αστρικούς θεούς, τους πλανήτες, ως όγδοο δε θεό υπαινίσσεται τον κόσμο, που αποτελείται απʼ το σύνολο των απλανών αστέρων. Ούτε θα προσπεράσω τους Στωικούς, που λέγουν ότι το θείο διήκει δια μέσου όλης της ύλης, ακόμη και της ατιμότερης, οι οποίοι καταισχύνουν με την αδεξιότητά τους όλη την Φιλοσοφία. Και αφού έφθασα εδώ, δεν θεωρώ δύσκολο να μνημονεύσω και τους Περιπατητικούς.
Ο αρχηγός της αιρέσεως (Αριστοτέλης), επειδή δεν κατενόησε τον πατέρα των όλων, τον καλούμενο ύπατο, νομίζει ότι ο λεγόμενος ύπατος είναι η ψυχή του Σύμπαντος· δηλαδή εκλαμβάνοντας ως θεό την ψυχή του κόσμου, αντιφάσκει ο ίδιος προς τον εαυτό του. Διότι αυτός που περιορίζει την πρόνοια έως τη Σελήνη, έπειτα εκλαμβάνοντας τον κόσμο ως θεό, παρεκκλίνει δογματίζοντας ως θεό τον άμοιρο του Θεού. Εκείνος πάλι ο Ερέσιος Θεόφραστος, ο μαθητής του Αριστοτέλη, θεωρεί θεόν άλλοτε τον ουρανό κι άλλοτε το πνεύμα. Μόνο τον Επίκουρο θα παραλείψω εκουσίως, διότι νομίζει ότι ο Θεός δεν ενδιαφέρεται για τίποτε, ασεβώντας με όλα όσα λέγει. Αλλά και ο Ηρακλείδης ο Ποντικός; Δεν σύρεται κι αυτός μερικές φορές προς τα είδωλα του Δημοκρίτου;» (64, 66).
«Από που, ω Πλάτων, υπαινίσσεσαι την αλήθεια; Από που η άφθονη χορηγία των λόγων μαντεύει την θεοσέβεια; Σοφώτερα, λέγει, είναι από αυτούς τα γένη των βαρβάρων. Γνωρίζω τους διδασκάλους σου, έστω κι αν θέλης να τους κρύψης· έμαθες την Γεωμετρία απʼ τους Αιγυπτίους, την Αστρονομία απʼ τους Βαβυλώνιους, έλαβες τις σπουδαίες επωδές απʼ τους Θράκες, πολλά σε δίδαξαν οι Ασσύριοι, ενώ τους αληθινούς νόμους και την δοξασία περί του Θεού τα χρωστάς στους Εβραίους» (70,1).
Στο «Συνοδικόν της Αγίας Ζ ἐν Νικαία Οικουμενικής Συνόδου υπέρ της Ορθοδοξίας» (787 μ.Χ.). περιλαμβάνονται οι επτά αναθεματισμοί, που διαβάζονται και σήμερα κάθε χρόνο την Κυριακή της Ορθοδοξίας στις εκκλησίες:
«Τοις φρονούσι και λέγουσι κτιστήν είναι πάσαν φυσικήν δύναμιν και ενέργειαν της τρισυποστάτου θεότητος, ως κτιστήν εκ τούτου πάντως και αυτήν την θείαν ουσίαν αναγκαζομένοις δοξάζειν· κτιστή γαρ κατά τους Αγίους ενέργεια, κτιστήν δηλώσει και φύσιν, άκτιστον δε χαρακτηρίζει ουσίαν, καντεύθεν ήδη κινδυνεύουσι εις αθεΐαν παντελή περιπίπτειν, και την ελληνικήν μυθολογίαν και τοις την των κτισμάτων λατρείαν, τη καθαρά και αμώμω των χριστιανών πίστει προστριβομένοις, μη ομολογούσι δε κατά τας αγίας θεοπνεύστους θεολογίας και το της Εκκλησίας ευσεβές φρόνημα, άκτιστον είναι πάσαν φυσικήν δύναμιν και ενέργειαν της τρισυποστάτου θεότητος· ανάθεμα τρις.» (Οι φιλοσοφικές απόψεις περί «κτιστού» και «άκτιστου», που αναθεματίζονται εδώ, ανήκουν στους Ορφέα, Θαλή, Αναξίμανδρο, Αναξιμένη, Πυθαγόρα, Ξενοφάνη, Παρμενίδη, Ζήνωνα, Εμπεδοκλή, Ηράκλειτο, Αναξαγόρα, Δημόκριτο, Σωκράτη, Πλάτωνα κ.α.)
«Τοις μετά των άλλων μυθικών πλασμάτων, αφʼ εαυτών, και την καθʼ ημάς κλίσιν μεταπλάττουσι, και τας πλατωνικάς ιδέας ως αληθείς δεχομένοις και ως αυθυπόστατον την ύλην παρά των ιδίων μορφούσθαι λέγουσι, και προφανώς διαβάλλουσι το αυτεξούσιον του Δημιουργού, του από του μη όντος εις το είναι παραγαγόντος τα πάντα, και ως ποιητού πάσιν αρχήν και τέλος επιτιθέντος εξουσιαστικώς και δεσποτικώς· ανάθεμα τρις.»
«Τοις λέγουσιν ότι οι των ελλήνων σοφοί και πρώτοι των αιρεσιαρχών, οι παρά των επτά αγίων και καθολικών συνόδων, και παρά πάντων των εν Ορθοδοξία λαμψάντων πατέρων αναθέματι καθυποβληθέντες, ως αλλότριοι της Καθολικής Εκκλησίας δια την εν λόγοις αυτών κίβδηλον και ρυπαράν περιουσίαν κρείττονές εισι κατά πολύ, και ενταύθα και εν τη μελλούση κρίσει, και των ευσεβών μεν και ορθοδόξων ανδρών, άλλως δε κατά πάθος ανθρώπινον η αγνόημα πλημμελησάντων· ανάθεμα τρις.»
Χριστιανική υμνογραφία:
«Την των Ελλήνων απεμώρανε φιλοσοφίαν εν χάριτι…»
Στα χριστιανικά λειτουργικά βιβλία έχουν επίσης γραφεί πολλές ύβρεις εναντίον των φιλοσόφων, όπως για παράδειγμα στην «Παρακλητική» ή «Οκτώηχο», η οποία ισχύει επί δέκα μήνες στη λειτουργική ζωή και λατρεία της Εκκλησίας και περιέχει τροπάρια όλων των ειδών στις 420 σελίδες της, μελοποιημένα στους οκτώ ήχους της. Εκεί αναγράφονται:
- Ωδὴ δ΄, σελ. 165: «Ρητορεύοντες ανόμων κατενώπιον μάρτυρες τον Θεού λόγον, γνώσει ευσεβείας κοσμούμενοι, σοφούς ρήτορας πάντας κατησχύνατε ασεβούντας και τον δυσμενή θανατώσαντες.»
- Στον Όρθρο, σελ. 231: «Κύριε, το απόρρητον μυστήριον της σης σαρκώσεως κηρύξαντες, οι άσοφοι φιλοσόφους κατήσχυναν, τους ρήτορας αλιείς επεστόμισαν και γεγόνασι των εθνών σοφοί διδάσκαλοι, φωτίσαντες τα πέρατα φωτί της θείας γνώσεως, διʼ αυτών διδόν ημίν το μέγα έλεος.»
Όταν καθιερώθηκε η επίσημη εορτή της Ορθοδοξίας, το 843 μ.Χ., πραγματοποιήθηκε φρικτή τελετή, κατά την οποία διαβάστηκε το «Συνοδικόν» της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, που περάστηκε μετά στο «Τριώδιον» (αρχίζει παραμονή της Κυριακής του Τελώνου και του Φαρισαίου και τελειώνει την εσπέρα του Μεγάλου Σαββάτου, καλύπτει δηλαδή εβδομήντα ημέρες λειτουργικής ζωής), όπου αναγράφεται:
- «Ουκ έδει σε, ω παράνομε, ονομάζεσθαι τοιαύτην κλήσιν, μάλλον δε Πυθαγόραν και Κρόνον και Απόλλωνα η τινα των άλλων θεών, ων τον βίον εζήλωσας, τερπόμενος ταις ασελγείαις αυτών.» (Κυριακή της Ορθοδοξίας, πρωί, ωδή ζ΄.)
- «Χαίρε, φιλοσόφους ασόφους δεικνύουσα, χαίρε, τεχνολόγους αλόγους ελέγχουσα.» (Σάββατο του Ακαθίστου Ύμνου, Β΄ Στάσις, σελ. 309.)
Στα λειτουργικά βιβλία «Μηναία» (δώδεκα, ένα για κάθε μήνα) διαβάζουμε: - «Σοφία κρείττονι καλλωπιζόμενος, τους σοφούς των Ελλήνων θεαρχικώ σθένει απεμώρανας…» (Μάρτιος).
- «Σταθηράν επιδεικνύμενος την ένστασιν, Μάρτυς Ευτύχιε, τους των Ελλήνων σοφούς ανδρείως κατήσχυνας…» (Μάιος).
- «Σοφία Θεού Ιουστίνος, ο σοφός κεκοσμημένος, την των Ελλήνων απεμώρανε φιλοσοφίαν εν χάριτι…» (1 Ιουνίου, Ιουστίνου μάρτυρος, του φιλοσόφου, εις τον Κανόνα, Ωδή ζ΄, σελ. 8).
- «Αλιέων ο κάλαμος (ελλήνων) φιλοσόφων το φρύαγμα και (ελλήνων) ρητόρων ρεύματα διετάραξε…» (30 Ιουνίου, των 12 Αποστόλων, εις τον εσπερινό, σελ. 118).
- «Οι των ελλήνων σοφοί, ηττηθέντες τοις σοφοίς δόγμασιν…» (Σεπτέμβριος, Ωδή ε΄, σελ. 137).
- «…καταπτύσας των στωικών φιλοσόφων, των απορρήτων μυστηρίων γνώστης εγένετο…» (3 Οκτωβρίου, Διονυσίου Αρεοπαγίτου, εις τον δοξαστικόν εσπερινού, σελ. 16).
- «…των γαρ αλιέων ζηλώσας την παρρησίαν και την σκηνορράφων θεολογίαν, την Πλάτωνος μυθολογίαν και την στωϊκήν φλυαρίαν λόγοις και έργοις κατέρραξε…» (Νοέμβριος).
Ο Άγιος Ρωμανός ο Μελωδός (1 Οκτ.) έγραψε κοντάκια, που πλημμυρίζουν από ανθελληνικό μένος κι ως τις μέρες μας διαβάζονται στις εκκλησίες από τους ιερείς. Στον ύμνο «Εις Πεντηκοστήν» ψάλλουν χαρακτηριστικά:
- «Τι φυσώσιν και βαμβεύουσιν οι έλληνες;
- Τι φαντάζονται προς Άρατον τον τρισκατάρατον;
- Τι πλανώνται προς Πλάτωνα; […]
- Τι Πυθαγόραν θρυλλούσι τον δικαίως φιμωθέντα;»
Οι χριστιανικές ύβρεις κατά των ελλήνων φιλοσόφων συνεχίστηκαν διαχρονικά αμείωτες. Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, αρχηγός της μοναστικής κίνησης των Ησυχαστών (τελευταίοι αιώνες του Βυζαντίου), έγραψε στην επιστολή του προς τον μοναχό Βαρλαάμ: «Οι Σωκράτεις και Πλάτωνες πρέπει να παραμερισθούν από το νου σου.»
Διωγμοί από το Πατριαρχείο και επί Τουρκοκρατίας
Ο διαφωτιστής και αρματολός Χριστόδουλος Παμπλέκης έγραψε το 1786 βιβλίο με τίτλο «Περί Φιλοσόφου, Φιλοσοφίας, Φυσικών, Μεταφυσικών, Πνευματικών και Θείων Αρχών». Στο περιεχόμενο του έργου του αρνήθηκε τα θαύματα. Το Πατριαρχείο εξαπέλυσε λίβελλο εναντίον του και τον αφόρισε.
Στὸ βιβλίο «Αντιφώνησις», που εξέδωσε ο άγιος Αθανάσιος Πάριος στην Τεργέστη το 1802 αναγράφεται: «Το γένος των ελλήνων είναι άξιον περιφρονήσεως και ταλανισμού, όχι διότι έλειψαν οι Ηράκλειτοι, οι Πυθαγόρες, οι Πλάτωνες και οι Αριστοτέλεις και οι τοιούτοι άλλοι μετεωρολέσχαι (= ανοητολογούντες), αλλά διατί έλειψαν οι Αθανάσιοι, οι Βασίλειοι, οι Κύριλλοι.»
Στiς 27 Μαρτίου 1821 ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ συγκρότησε πατριαρχική σύνοδο «περί καθαιρέσεως των φιλοσοφικών μαθημάτων» με κύριο στόχο τις επιστήμες κι ειδικότερα τη φιλοσοφία.