Το λογισμικό αναγνώρισης προσώπου έχει προκαλέσει σάλο αντιδράσεων και έχει βρεθεί στο στόχαστρο οργανώσεων ατομικών δικαιωμάτων αλλά και πολλών πολιτικών, που διαφωνούν ή προβληματίζονται με την τακτική.
Τον τελευταίο καιρό ωστόσο, η Amazon, ένας από τους μεγαλύτερους προμηθευτές της νέας τεχνολογίας, δέχεται αυξανόμενες πιέσεις και από τους μετόχους της, οι οποίοι κατέθεσαν δύο προτάσεις προς ψήφιση στην ετήσια γενική συνέλευση της εταιρείας στο Σιάτλ. Η πρώτη απαγόρευε στην εταιρεία να πωλεί το σύστημα αναγνώρισης προσώπου, το Amazon Rekognition, σε κυβερνητικές υπηρεσίες, εκτός αν το διοικητικό συμβούλιο έκρινε πως έτσι δεν διευκολύνεται η παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η δεύτερη ζητούσε από την εταιρεία να συντάξει ειδική έκθεση, η οποία θα εξετάζει σε ποιο βαθμό το Rekognition απειλεί τα ατομικά δικαιώματα των πολιτών, όπως εξάλλου και τα δικαιώματα στην ιδιωτικότητα του βίου, αλλά και την οικονομική τους κατάσταση.
Και οι δύο καταψηφίστηκαν, παρά το γεγονός πως δεν ήταν δεσμευτικές, γεγονός που σημαίνει ότι δεν απαιτούσαν από την εταιρεία να αναλάβει δράση. Παρά την όχι και τόσο καλή εξέλιξη πάντως, οι προτάσεις προστίθενται σε μια μακρά λίστα ενεργειών, που εντείνουν την πίεση προς την εταιρεία και προσθέτουν περαιτέρω δύναμη στην αυξανόμενη αντίσταση στην τεχνολογία αναγνώρισης προσώπου. Η Αmazon από την πλευρά της, σε επιστολή της στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ, ανέφερε ότι δεν γνωρίζει οποιαδήποτε κατάχρηση του Rekognition από τις διωκτικές αρχές, όπως επίσης κι ότι δεν απειλεί την οικονομική της κατάσταση.