Καλή Καλό: Την στοίχειωνε ο θάνατος του γιου της μέχρι και την τελευταία στιγμή

Must Read

Αλλη μια θρυλική μορφή του ελληνικού θεάτρου που αναγράφεται σε πλήθος ιστορικών και βιογραφικών βιβλίων, η περιβόητη Καλή Καλό, έφυγε από τη ζωή την Παρασκευή το απόγευμα, σε ηλικία 98 ετών, στο Γηροκομείο Αθηνών.

  • Από τον Νίκο Νικόλιζα

Η «Espresso» εδώ και χρόνια ήταν η πρώτη εφημερίδα που ασχολήθηκε τόσο πολύ με τη μεγάλη θεατρίνα, η οποία διατηρούσε ισχυρούς φιλικούς δεσμούς με τον υπογράφοντα. Η ίδια, μιλώντας αρκετές φορές μαζί μας, είχε αναφέρει πλήθος μοναδικών στιγμών από την πολυτάραχη ζωή της. Μια ζωή που στο μέλλον θα μπορούσε να γίνει ένας συνταρακτικός μονόλογος γεμάτος από δόξα, πλούτη αλλά και πολύ θεατρικό παρασκήνιο…

Εγγονή στρατηγού

Το πραγματικό όνομα της Καλής Καλό ήταν Καλλιόπη Δαμβέργη και γεννήθηκε στην Αθήνα στις 20 Δεκεμβρίου 1926, με καταγωγή από το Ρέθυμνο. Η ίδια έλεγε πάντα πως η οικογένειά της ήταν από τις πιο πλούσιες της Κρήτης. Μητέρα της ήταν η Χρύσα, κόρη του στρατηγού Καλοχριστιανάκη, υπασπιστή του Ελευθέριου Βενιζέλου, επίσης ηθοποιός, η οποία έπαιξε αρκετά στον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη. Μάλιστα, η ομορφιά της ήταν τόσο εντυπωσιακή, που είχε ξελογιάσει μεγάλες προσωπικότητες της εποχής. Πατέρας της ήταν ο Νίκος Δαμβέργης, της οικογένειας των φαρμακοβιομηχάνων.

Η ίδια μέχρι και τους τελευταίους μήνες της ζωής της θυμόταν τα πάντα για το ξεκίνημά της. Η πρώτη παρουσία της σε θεατρική παράσταση ήταν σε ηλικία μόλις τριών ετών, στη «Δασκαλίτσα» του Ντάριο Νικοντέμι, έπειτα από απόφαση της Μαρίκας Κοτοπούλη, στο θέατρο της οποίας έπαιζε η μητέρα της. Ωστόσο, η ίδια πάντα εκθείαζε την πραγματική πρώτη φορά που βρέθηκε, σε ηλικία πέντε ετών, με δικό της ρόλο, ειδικά γραμμένο για αυτήν από τον Σπύρο Μελά, στο έργο του «Ο μπαμπάς εκπαιδεύεται», όπου σημείωσε μεγάλη επιτυχία παίζοντας δίπλα στον Βασίλη Λογοθετίδη και στο ζεύγος Μουσούρη στο θέατρο Αλίκη. Η ίδια, μιλώντας στον υπογράφοντα για τον Λογοθετίδη, έλεγε πάντα «τεράστιος ηθοποιός. Δεν μπορούσε την εποχή του να τον συναγωνιστεί κανείς. Οταν ξεκίνησε στον θίασό του και η Ιλυα Λυβικού, με την οποία ήμασταν πολύ δεμένες, τότε είπαμε ότι ο Βασίλης θα μεγαλουργήσει για πολλά πολλά χρόνια».

Τόση ήταν η επιτυχία της πεντάχρονης Καλής, ώστε ο Αττίκ έστειλε τον διευθυντή της Μάντρας του να ζητήσει από τη μητέρα της συνεργασία. Και όταν αυτή έδωσε τη συγκατάθεσή της, εκείνος έγραψε της «Μπέμπας» τραγούδια και παρλάτες, τη δίδαξε ηθοποιία, της έδωσε το ψευδώνυμο «Καλή Καλό» και την εμφάνισε σε παραστάσεις του. Η ίδια είχε αναφέρει για το ψευδώνυμο που της είχε δώσει ο Αττίκ: «Με έπιασε αγκαλιά και με ανέβασε πάνω στο πιάνο. Εγώ άρχισα να τραγουδάω. Με ρωτάει πώς με λένε και όταν του απάντησα, μου λέει “εσύ είσαι Καλή για να κάνεις μόνο καλό”. Και έτσι βγήκε το Καλή Καλό». Παράλληλα μαθήτευσε επί πολλά χρόνια στη σχολή κλασικού μπαλέτου του Βασιλικού Θεάτρου και σε άλλες. Σχηματιζόταν έτσι μια εικόνα της ως παιδιού-θαύμα, κάτι σαν τη Σίρλεϊ Τεμπλ της Ελλάδας, όπως έγραφε ο Τύπος της εποχής, ωστόσο το διαζύγιο των γονιών της και ο πόλεμος διέκοψαν αυτήν την εξέλιξη, καθώς μητέρα και κόρη άρχισαν να περιοδεύουν με «μπουλούκια» στην επαρχία για την επιβίωσή τους, παρόλο τον πλούτο που είχαν οι δύο οικογένειες.

Ωστόσο το 1947, λόγω πολιτικών φρονημάτων, την συνέλαβαν και την έστειλαν εξορία έξι μήνες στην Ικαρία. Εκεί γνώρισε και τον Γιάννη Ρίτσο, με τον οποίο έμειναν πιστοί φίλοι ως τον θάνατό του. Μετά την επιστροφή από την εξορία, που συμπίπτει με την ενηλικίωσή της, η Καλή Καλό δημιούργησε τον δικό της θίασο το 1950 και ερμήνευσε ρόλους σε όλα τα είδη του θεάτρου – βαριετέ, επιθεώρηση, οπερέτα, ελεύθερο θέατρο και πρόζα. Το όνομά της ήδη είχε αρχίσει να γράφεται με χρυσά γράμματα, ενώ συνεργάστηκε με όλα τα ιερά θεατρικά τέρατα: Μινωτή, Κυβέλη, Μιράντα Μυράτ, Κατράκη, Τραϊφόρο, Χριστόφορο Νέζερ, Αυλωνίτη, Μαυρέα, Κοκκίνη, Σταυρίδη, Καλουτά, Ρένα Ντορ και Ρένα Βλαχοπούλου. Μάλιστα, με τη Ρένα Βλαχοπούλου, λόγω θεατρικής αντιπαλότητας, υπήρχε μια άτυπη κόντρα, που κράτησε έως και τον θάνατό της. Σε όλη αυτήν τη μακρόχρονη πορεία της η Καλή Καλό έπαιξε σε μόλις τέσσερις κινηματογραφικές ταινίες. Και αυτό γιατί, όπως έλεγε, «εγώ γεννήθηκα μέσα στο θέατρο και στο τέλος της κάθε παράστασης θέλω να ακούω το χειροκρότημα και όχι ανθρώπους να σηκώνονται να φεύγουν μουγκοί».

Στη Θεσσαλονίκη δημιούργησε τον δικό της θίασο, όπου κατάφερε να ξεχωρίσει μέσα από άλλα ονόματα και να αναδείξει τόσο τον Κώστα Βουτσά όσο και την Κίτσα Παπαδοπούλου, τη μετέπειτα μεγάλη ερμηνεύτρια Μαρινέλλα. Μάλιστα, η ίδια εξέφραζε παράπονο που και οι δύο δεν την ανέφεραν σε καμία συνέντευξή τους σε όλη την καριέρα τους. Η Καλή Καλό παντρεύτηκε τρεις φορές και απέκτησε δύο παιδιά. Τον πρώτο γάμο τον έκανε ανήλικη, το 1945, με τον φοιτητή, τότε, της Σχολής Ικάρων Γιώργο Μαμαλάκη, που σκοτώθηκε ένα έτος αργότερα, προτού γεννηθεί η κόρη τους Γιούλη, η οποία ζει στον Καναδά έως και σήμερα.

Το 1957 παντρεύτηκε τον Δημήτρη Βαλμά, τον οποίο είχε γνωρίσει σε περιοδεία στη Σύρο και έζησαν στη Θεσσαλονίκη. Τέλος, από το 1959 έως το 1979 ήταν παντρεμένη με τον πλοίαρχο Κώστα Καρανικόλα, με τον οποίο απέκτησε έναν γιο, τον Χρήστο, ο οποίος είχε τραγικό τέλος στη ζωή του: σε ηλικία 13 ετών τραυματίστηκε σοβαρά από έκρηξη σε πείραμα χημείας και, παρότι η μητέρα του ξόδεψε όλη της την περιουσία για να θεραπευθεί πηγαίνοντας σε μεγάλα νοσοκομεία σε όλο τον κόσμο, απεβίωσε το 1988, σε ηλικία 27 ετών. Η Καλή Καλό δεν μπόρεσε ποτέ να ξεπεράσει τον θάνατο του πολυαγαπημένου της γιου, για τον οποίο έλεγε μέχρι και τις τελευταίες μέρες της ζωής της: «Ταξίδεψα με τον γιο μου για να τον κάνω καλά σε 23 πανεπιστημιακά νοσοκομεία σε όλο τον κόσμο. Ξόδεψα όλα τα χρήματα που είχα κρατήσει όλα αυτά τα χρόνια. Δυστυχώς είχε χάσει τη μισή πλευρά του σώματός του σε αυτό το πείραμα. Δεν μπορέσαμε να τον κρατήσουμε στη ζωή. Ο θάνατός του ήταν και δικός μου θάνατος από τότε». Ηταν τόσο μεγάλο το πλήγμα, μάλιστα, του θανάτου του, που μη μπορώντας να το αντέξει αποφάσισε να απομονωθεί για χρόνια στην Αστυπάλαια.

Τον περασμένο Μάιο, μάλιστα, ο πρόεδρος του ΣΕΗ και βουλευτής της Πλεύσης Ελευθερίας Σπύρος Μπιμπίλας έπειτα από παραίνεση γειτόνων και με εισαγγελική παραγγελία μετέφερε τη σπουδαία θεατρίνα στο Γηροκομείο Αθηνών, ώστε να έχει καλύτερη ποιότητα ζωής. Οταν η Αστυνομία μπήκε στο διαμέρισμά της μαζί με τον Σπύρο Μπιμπίλα βρέθηκαν μπροστά σε ένα μακάβριο θέαμα, που πρώτη η «Espresso» είχε σε πρωτοσέλιδό της. Στο σπίτι όπου διέμενε, στην Κυψέλη, βρέθηκαν μέσα σε ένα ξύλινο κουτί τα οστά του γιου της. Η ίδια, μιλώντας στην εφημερίδα μας, είχε αναφέρει: Ηθελα να τον νιώθω κοντά μου». Η υπόθεση αυτή προκάλεσε, τότε, τεράστιο σάλο στο πανελλήνιο. Μητέρα και γιος ήταν πολύ δεμένοι. Τους τελευταίους μήνες της ζωής της η σπουδαία θεατρίνα τούς έζησε στο Γηροκομείο Αθηνών, όπου άφησε την τελευταία της πνοή σε ηλικία 98 ετών.

Ακολουθήστε το newsbreak.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις τελευταίες & σημαντικές ειδήσεις.

Ακολουθήστε το newsbreak.gr στο κανάλι μας στο YouTube για να είστε πάντα ενημερωμένοι.

Ακολουθήστε το newsbreak.gr στο κανάλι μας στο Viber για να είστε πάντα ενημερωμένοι.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο newsbreak.gr

Κάθε σχόλιο δημοσιεύεται αυτόματα. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, αυτό δε σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές και διατηρούμε το δικαίωμα να αφαιρέσουμε συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια όπου τα εντοπίζουμε. Σε κάθε περίπτωση ο καθένας φέρει την ευθύνη των όσων γράφει και το newsbreak.gr ουδεμία νομική ή άλλη ευθύνη φέρει.

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ

εισάγετε το σχόλιό σας!
Πληκτρολογήστε το όνομα σας

Περισσότερα Βίντεο

Διαβάζονται τώρα

More Articles Like This