Χαμένες θέσεις εργασίας αλλά και κεφάλαια στέρησε από τη χώρα μας η χαμηλή συμμετοχή των ελληνικών ιδιωτικών επιχειρήσεων στις ευρωπαϊκές πηγές άμεσης χρηματοδότησης.
Αυτό προκύπτει από τη μελέτη για την πορεία υλοποίησης των ευρωπαϊκών προγραμμάτων άμεσης χρηματοδότησης στην Ελλάδα κατά την προγραμματική περίοδο 2014-2020, που εκπόνησαν η ΕΥ Ελλάδος και το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ). Κατά το 2014-2020 η χρηματοδότηση ελληνικών φορέων από το πρόγραμμα «Ορίζοντας 2020» για την προώθηση της έρευνας και της καινοτομίας έφτασε τα 1,7 δισ. ευρώ. Συμμετείχαν 665 εγχώριες ιδιωτικές εταιρίες, οι οποίες έλαβαν το 29,9% του συνόλου χρηματοδότησης, ποσοστό αισθητά χαμηλότερο από τη συμμετοχή των ιδιωτικών επιχειρήσεων στις συνολικές δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη στην Ελλάδα (40,2% το 2020, σε όρους εκτέλεσης).
Αντίστοιχα, από το πρόγραμμα «LIFE» η Ελλάδα άντλησε 44.600.000 ευρώ άμεσης χρηματοδότησης για έργα σε θέματα κλιματικής αλλαγής και προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος. Το 27,2% των χρηματοδοτούμενων φορέων ήταν ιδιωτικές επιχειρήσεις, με το 61,8% του συνόλου των χρηματοδοτούμενων φορέων να βρίσκεται στην Αττική. Τέλος, μέσω του προγράμματος «Erasmus+» ελληνικοί φορείς συντόνισαν 188 έργα με συνολικό προϋπολογισμό 42.500.000 ευρώ, εκ των οποίων μόλις το 14,7% συντονίστηκε από εγχώριες επιχειρήσεις.
Πολλαπλασιαστικά οφέλη για τις ελληνικές επιχειρήσεις και την οικονομία
Σύμφωνα με τα ευρήματα, η χρηματοδότηση των εγχώριων επιχειρήσεων μέσα από το πρόγραμμα «Ορίζοντας 2020» δημιούργησε συνολικά περίπου 720.000.000 ευρώ σε όρους ΑΕΠ κατά την προγραμματική περίοδο 2014-2020 (περισσότερα από 100.000.000 ευρώ ΑΕΠ ετησίως), υποστηρίζοντας περίπου 2.300 θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης κατά μέσο όρο το ίδιο διάστημα. Εάν, δε, οι ελληνικές επιχειρήσεις είχαν απορροφήσει από το πρόγραμμα «Ορίζοντας 2020» πόρους ανάλογους με το μέγεθος της οικονομίας της χώρας μας, η μέση επίδραση στο ΑΕΠ της Ελλάδας θα είχε ανέλθει στα 190.000.000 ευρώ ετησίως, ενώ το αποτύπωμα στην απασχόληση θα είχε διαμορφωθεί σε περίπου 4.200 θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης. Στην ίδια κατεύθυνση, η μελέτη εξετάζει και τέσσερα case studies ελληνικών εταιριών που αξιοποίησαν επιτυχώς τα εξεταζόμενα χρηματοδοτικά εργαλεία.