Ολες οι εκτιμήσεις και οι δημοσκοπήσεις «συμφωνούν» πως οι διαρροές ψηφοφόρων της Ν.Δ. εν όψει ευρωεκλογών καταλήγουν κυρίως στην Ελληνική Λύση, ένα κόμμα που έχει πάντα ψηλά στην ατζέντα του τη θρησκεία. Ο Ιερώνυμος αποφάσισε ότι ήρθε η ώρα, ενάμιση μήνα πριν από την κάλπη και παραμονές Μεγάλης Εβδομάδας, να επιχειρήσει το «κλείσιμο» της διαρροής.
- Από τον Βασίλη Γαλούπη
Με τη χθεσινή του πρωτοφανή, απαράδεκτη, έως και ύποπτη παρέμβαση κατά ενός εκλεγμένου κόμματος του ελληνικού Κοινοβουλίου, ο Αρχιεπίσκοπος αγνόησε την παραδοσιακή «ουδετερότητα» για τα συνήθη κοσμικά πάθη της πολιτικής και διάλεξε πλευρά. Ο λόγος του δεν ήταν πολιτικός, αλλά ξεκάθαρα κομματικός, αν όχι υποκινούμενος.
Ουδείς θα δικαιούνταν να ψέξει τον Αρχιεπίσκοπο αν περιοριζόταν στην αναφορά πως η Εκκλησία δεν μπορεί να γίνει εντολοδόχος κανενός πολιτικού και κόμματος. Αντίθετα, θα κρινόταν ως μια απόλυτα σωστή τοποθέτηση. Ομως, μια τέτοια δήλωση στοχοποίησης «δεν κάνουμε ούτε αυτό που θα μας πει ο Βελόπουλος, ούτε οποιοσδήποτε πολιτικός» είναι πολιτική τοποθέτηση. Ο Ιερώνυμος χρησιμοποιεί την επιρροή του στο ποίμνιο για να διαφημίσει τον Μητσοτάκη, που βρισκόταν χθες δίπλα του, μπροστά στις κάμερες, την ώρα που «έδειχνε» με το δάχτυλο ως «κακό του έργου» αυτόν που κάνει προεκλογική ζημιά στον πρωθυπουργό.
Ενα μήνυμα υπέρ ή κατά κάποιου πολιτικού, όταν δίνεται μέσα από κοινή εκδήλωση ενός πρωθυπουργού, γίνεται αυτόματα προεκλογική οδηγία. Το ατόπημα του Ιερωνύμου είναι βαρύτατο και ιστορικών διαστάσεων. Δεν μπορεί ο Αρχιεπίσκοπος να λειτουργεί ως αβανταδόρος του πρωθυπουργού, ούτε ως διαφημιστική γλάστρα του Μαξίμου.
Σήμερα, πλέον εξηγείται πιο εύκολα και η στάση του Ιερωνύμου στο θέμα του γάμου των ομοφυλοφίλων. Και τότε στήριξε, διά της εκκωφαντικής απουσίας του από τον δημόσιο διάλογο και της απραγίας του, την προσωπική απόφαση Μητσοτάκη να περάσει ένα νομοσχέδιο κόντρα στη συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας, με ρίσκο να χάσει το 1/3 των βουλευτών του. Με τον ίδιο νόμο άνοιξε και η πόρτα για την ενοικίαση φτωχών γυναικών που θα πληρώνονται για να δανείσουν τη μήτρα τους.
Ο Ιερώνυμος επέλεξε και τότε να σιγοντάρει την κυβέρνηση, αντί να μας ενημερώσει καθαρά ποια είναι η στάση της θρησκείας που υπηρετεί σε όλα αυτά. Αρκετοί βουλευτές της Ν.Δ. αντέδρασαν έντονα στον νόμο, με το ρίσκο να εξοστρακιστούν από το σύστημα Μητσοτάκη. Ο Ιερώνυμος, όχι. Υποδέχθηκε παθητικά τις κυβερνητικές αποφάσεις, με το υποκριτικό επιχείρημα ότι η Εκκλησία δεν μπορεί να παρεμβαίνει στην πολιτική και κοιτάζει τα του οίκου της.
Κάτι που, όμως, έπραξε χθες, δίπλα στον πρωθυπουργό, με στόχο να εκθέσει τους πιο «ενοχλητικούς» αντιπάλους για τη Ν.Δ., κι όχι ασφαλώς για την Εκκλησία.
Ο Ιερώνυμος και η Εκκλησία δεν δέχθηκαν βολές εναντίον τους, ούτε προκλήθηκαν έτσι ώστε να απαντήσουν σε κάτι. Ακόμα κι αν διέπραξε ατόπημα ή ήταν υπερβολική η δήλωση του Βελόπουλου για το «στασίδι στις εκκλησίες για ψηφοθηρικούς λόγους» όσων υπερψήφισαν το νομοσχέδιο για τον γάμο των ομοφυλοφίλων, η τοποθέτησή του ήταν πολιτική και δεν αφορούσε την Εκκλησία, ούτε καλούσε τον Ιερώνυμο να αναλάβει κάποια δράση. Γι’ αυτό και οι απαντήσεις που πήρε ο Βελόπουλος μέχρι χθες ήταν μόνο πολιτικές, από άλλα κόμματα που αντέδρασαν.
Σε δύσκολη θέση
Ομως, ο Μητσοτάκης βρίσκεται σε δύσκολη θέση στην παρούσα φάση. Τα ποσοστά της Ν.Δ. δεν είναι αυτά που ήταν πέρυσι τέτοια εποχή και η δυσαρέσκεια φουντώνει, με τόσα σκάνδαλα «ανοιχτά», την ακρίβεια να θερίζει και τα Τέμπη να αποτελούν μια βραδυφλεγή βόμβα.
Ο πρωθυπουργός γνωρίζει πως ό,τι ήταν να εισπράξει σε ψήφους από την αριστερή πλευρά της Ν.Δ. το έχει κάνει ήδη μέχρι πέρυσι. Η μοναδική με «απόθεμα» είναι προς τα δεξιά του. Κι όχι μόνο δεν λαμβάνει από εκεί ψήφους, αλλά διαρκώς μετρά απώλειες. Είναι ακριβώς αυτό το κοινό στο οποίο η Εκκλησία έχει «πρόσβαση». Και γι’ αυτό ο Ιερώνυμος έδωσε χθες μια ακόμα πατερίτσα στην κυβέρνηση, τη δεύτερη μετά τον γάμο των ομοφυλοφίλων.
Οι σκληρές δηλώσεις που έγιναν αρχικά από τον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο της Ελληνικής Λύσης Κωνσταντίνο Χήτα στη Βουλή, ότι «ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος ανέλαβε ρόλο εκπροσώπου Τύπου της Ν.Δ.», μετριάστηκε από μια πιο «θεσμική» τοποθέτηση του Κυριάκου Βελόπουλου: «Δυστυχώς, η δήλωση του Αρχιεπισκόπου εργαλειοποιείται προεκλογικά από τη Ν.Δ. και τον ίδιο τον Κυριάκο Μητσοτάκη».
Ο ρόλος της Εκκλησίας είναι υπερβολικά σημαντικός για να γίνεται κατάχρηση της ισχυρής πρόσβασής της στον κοινωνικό ιστό. Δεν μπορεί να χρησιμοποιεί την εξουσία της ως εργαλείο για να ψηλώνει ή να κονταίνει πολιτικούς προεκλογικά. Ο Ιερώνυμος επέτρεψε στον θεσμό του Αρχιεπισκόπου να φορεθούν κομματικά άμφια. Οταν, όμως, η Εκκλησία υποκύπτει σε πολιτικούς σκοπούς, τότε αδειάζει τη θρησκεία από το αιώνιο νόημά της και γίνεται απλώς μία ακόμη κυνική μέθοδος απόκτησης εξουσίας.
Η Εκκλησία της Ελλάδος δεν έχει κανέναν λόγο να ξεκινήσει προεκλογική εκστρατεία υπέρ του Μητσοτάκη ή οποιουδήποτε άλλου πολιτικού και κόμματος. Για τον Αρχιεπίσκοπο, όμως, το πάρε – δώσε με την πολιτική έχει γίνει μέρος της καριέρας του. Θα αποτελέσει στοιχείο της κληρονομιάς του και μια κηλίδα στη θητεία του.
Είναι ο ίδιος ο ηγέτης της Εκκλησίας που υποβαθμίζει τη θρησκεία σε μια ακόμα Μη Κυβερνητική Οργάνωση, που ο πυρήνας των Αρχών της δεν είναι ούτε θεόπνευστος ούτε αναλλοίωτος στον χρόνο, αλλά ελαστικός, ανάλογα με το πολιτικό βαρόμετρο και τις μπίζνες.
Βιογραφικό
Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος
Γεννήθηκε τον Μάρτιο 1938 στα Οινόφυτα Βοιωτίας. Ο Ιερώνυμος, κατά κόσμον Ιωάννης Λιάπης, σπούδασε Ιστορία – Αρχαιολογία στη Φιλοσοφική Αθηνών και στη συνέχεια στη Θεολογική Σχολή. Εργάστηκε ως φιλόλογος. Το 1967 έλαβε τον πρώτο βαθμό ιεροσύνης, χειροτονούμενος διάκονος. Το 1978-81 διετέλεσε γραμματέας και αρχιγραμματέας της Ιεράς Συνόδου. Το 1981 εξελέγη μητροπολίτης Θηβών – Λιβαδειάς και το 2008 Αρχιεπίσκοπος. Δύο χρόνια αργότερα αναγορεύθηκε επίτιμος διδάκτωρ Θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Δείτε επίσης:
- Η ανεπούλωτη πληγή ενός νόμου
- «Βράζουν» οι κύκλοι της εκκλησίας για τη συμφωνία Μητσοτάκη – Ιερώνυμου
Αν η Εκκλησία της Ελλάδος ευρίσκεται
σ’αυτά τα χάλια , είναι από τον κομματικοποιημένο Αρχιεπίσκοπο,
ο οποίος το κεφάλι το έχει για να
κρεμνά το καπέλο του.
Κι όχι μόνο κλακαδόρος… Και στ’ αλήθεια… Από που προκύπτει ο θρόνος του και τα βασιλικά του διαδήματα και εξουσίες με την ψηλή χρυσοδιαμαντένια κορώνα? Ένα γνωρίζω: Ότι ο Χριστός δεν τους έβαλε εκεί όπου στρογγυλοκάθησαν στην καθέδρα των Αποστόλων Του (βλέπε Κ.Δ.). Κι έτσι τελικά κάθομαι πάντα και μονολογώ: «Τι κορόϊδα που είμαστε εμείς οι Έλληνες. Διώξαμε τον πραγματικό μονάρχη και Βασιλιά και έχουμε ψευτοβασιλείς που δεν πρέπει να είναι βασιλείς με στέμμα και εξουσίες σαν τον Ιερώνυμο και όλους τους λοιπούς κυρίους μητροπολίτας ως παράνομοι ψεύτικοι ιεράρχες σύμφωνα με την (Νέα) Καινή Διαθήκη». (Επειδή ο Θεός δεν εμπαίζεται και όλη η επιστολή προς Εβραίους του απ. Παύλου, αυτό πραγμαυτεύεται για τα περί ανύπαρκτης ιερωσύνης!!)…
Οι ιεράρχες φέρουν την στολή των Βυζαντινών Αυτοκρατόρων.