Παραμυθιά, γιατί φορείς τα μαύρα;
Οι Γερμανοί μού σκότωσαν 49 καμάρια.
Εσκότωσαν 49 μαζί με τους παπάδες.
Κλαίνε μανάδες και παιδιά γυναίκες κι αδερφάδες
Ανάμεσα στα άπειρα τραγικά γεγονότα της κατοχικής περιόδου παραμένει λησμονημένο ένα γεγονός στην ιστορία της Ηπείρου. Είναι η σφαγή των προκρίτων της Παραμυθιάς. Ήταν η εποχή που οι Γερμανοί ανέλαβαν πλήρως τον έλεγχο της Ελλάδος μετά την παράδοση της Ιταλίας και ανάμεσα τους τον έλεγχο της Ηπείρου. Σύμμαχοί τους και επίσης στυγνοί δολοφόνοι οι Τσάμηδες.
- Γράφει ο Τάκης Κάμπρας
Την άνοιξη του 1944, στα πλαίσια των επιχειρήσεων εναντίον των Γερμανών στην Ήπειρο, κρίθηκε αναγκαίο από την Βρετανική συμμαχική αποστολή να καταλάβει ο Ζέρβας τις Ηπειρωτικές ακτές στην περιοχή της Πάργας (που ελέγχουν οι Τσάμηδες) προκειμένου να γίνεται πιο εύκολα ο εφοδιασμός του ΕΔΕΣ από την Ιταλία. Στις επιχειρήσεις αυτές στο πλευρό των Γερμανών πολέμησαν ένοπλα σώματα Τσάμηδων*, ιδιαίτερα στην περιοχή της Πάργας, της Παραμυθιάς και της Ηγουμενίτσας.
Τρία χρόνια νωρίτερα, τον Ιούλιο του 1941 η Ιταλική Κυβέρνηση διόριζε με Διάταγμα σαν Ύπατο Αρμοστή Θεσπρωτίας τον Τζεμίλ Ντίνο. Η ενεργή συμμετοχή των μουσουλμάνων της Θεσπρωτίας, και ειδικά της περιοχής της Παραμυθιάς, στις δολοφονίες που έγιναν στην πόλη τον Σεπτέμβριο του 1943, τεκμηριώνεται πέρα από κάθε αμφιβολία, μέσα από τα αρχεία του γερμανικού στρατού που κατείχε τότε την περιοχή.
Η Θεσπρωτία, ζούσε μία τριπλή κατοχή, των Γερμανών, των Ιταλών και των μουσουλμάνων Τσάμηδων, οι οποίοι έσπευσαν από την αρχή να συνεργαστούν με τους κατακτητές. Όλη την περιοχή της Ηπείρου έλεγχε η γερμανική μεραρχία Εντελβάις η οποία ευθυνόταν για τις σφαγές αμάχων στη Μουσιωτίτσα, στους Λιγκιάδες και την εξόντωση της εβραϊκής κοινότητας των Ιωαννίνων.
Σύμφωνα με σημερινές μαρτυρίες, οι Τσάμηδες, δολοφονούν μπρος στο Νομαρχιακό κατάστημα τον αναπληρωτή Νομάρχη Γεώργιο Βασιλάκο. Η δολοφονία αυτή υπήρξε το σύνθημα των ομαδικών εκτελέσεων σε ολόκληρο το Νομό, με κορύφωση την εκτέλεση των 49 προκρίτων της Παραμυθιάς. Σκοπός τους ήταν να τρομοκρατήσουν ακόμη περισσότερο το Ελληνικό στοιχείο και να επιδείξουν στην Ελληνική Κυβέρνηση τη θέλησή τους για ενσωμάτωση της Θεσπρωτίας στη Μεγάλη Αλβανία. Και βέβαια η συγκεκριμένη δολοφονία δεν ήταν η μοναδική.
Τον Ιούλιο του 1942 ιδρύθηκε η διαβόητη τρομοκρατική οργάνωση KSILIA δηλαδή το «Αλβανικό Σύστημα Πολιτικής Διοικήσεως» και παράλληλα ιδρύθηκε η Αλβανική Φασιστική Νεολαία «Μιλίτσια» και δημιούργησαν 14 τάγματα.
ΠΙΝΑΚΑΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΩΝ ΤΟΥ «ΑΛΒΑΝΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ (K.S.I.L.I.A.) ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ ΣΤΗ ΘΕΣΠΡΩΤΙΑ»
1. Δολοφονηθέντες υπό Τσάμηδων μόνων ή εν συνεργασία με τα στρατεύματα κατοχής: 632
2. Εξαφανισθέντες και απαχθέντες ως όμηροι : 428
3. Βιασμοί γυναικών και κορασίδων : 209
4. Απαγωγαί : 31
5. Πυρποληθείσαιοικίαι : 2.332
6. Λεηλατηθέντα ολοσχερώς χωρία : 53
7. Διαρπαγέντα ζώα :
(α) Αιγοπρόβατα : 37556
(β) Βοοειδή : 9.285
(γ) Ιπποειδή : 4.185
(δ) Πουλερικά (ένα μέρος) : 30.000
(ε) Κυψέλαι : 742
Ο καθηγητής Παιδαγωγικής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Αθανάσιος Γκότοβος, ο οποίος έχει μελετήσει τα γερμανικά αρχεία («Η Παραμυθιά στο στόχαστρο»), μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για την υπόθεση αναφέρει: «…Είτε με τη μέθοδο της δόλιας παραπληροφόρησης, είτε με τη μέθοδο της αντικειμενικής κατάδοσης, είτε με τη μέθοδο της ένοπλης συμμετοχής στις αναγνωριστικές και τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στη Θεσπρωτία, είτε με τη μέθοδο της διαρπαγής περιουσιών, της τρομοκράτησης και της δολοφονίας, είτε με τη μέθοδο της σιωπής και της ανοχής, υπήρξε εκτεταμένη συμμετοχή του μουσουλμανικού πληθυσμού στις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην περιοχή της Παραμυθιάς και της γύρω περιοχής, οι οποίες ειδικά στη Θεσπρωτία, ισοδυναμούσαν με επιχειρήσεις εθνοκάθαρσης».
Η σφαγή
Την Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου του 1943, στην τοποθεσία Σκάλα, σκοτώθηκαν έξι Γερμανοί σε μάχη με αντάρτες του ΕΔΕΣή του ΕΛ.ΑΣ. Αυτό ήταν η αφορμή για τις εκτελέσεις. Οι ανακοινώσεις του Γερμανού φρούραρχου της Παραμυθιάς το έλεγαν καθαρά: «…δια κάθε δολοφονία ή τραυματισμόν Γερμανού στρατιώτου, θα εκτελούνται 10 χριστιανοί Έλληνες πολίτες εκ Παραμυθίας και των πέριξ χωριών». Τη νύχτα της 27ης Σεπτεμβρίου 1943, κοντά στα μεσάνυχτα, μεικτά αποσπάσματα Γερμανών και μουσουλμάνων Τσάμηδων, συλλαμβάνουν όσους βρίσκονται στις λίστες τους. Τα ιστορικά ντοκουμέντα που εντοπίστηκαν πριν από λίγα χρόνια, δείχνουν ότι την λίστα των μελλοθανάτων είχε συντάξει η ηγεσία των Τσάμηδων…!
Μαρτυρίες
O Γιώργος Απέργης είναι γιος του τότε προϊσταμένου των τότε ΕΛΤΑ Παραμυθιάς (ΤΤΤ ταχυδρομείο, τηλέφωνο, τηλέγραφος) και εξιστορεί τα γεγονότα όπως τα έζησε:
«Λίγο έξω από την Παραμυθιά ένα γερμανικό απόσπασμα γύρναγε από ανιχνευτική αποστολή. Στη στροφή του φιδωτού δρόμου ένα πολυβόλο κελάηδησε. Έξι Γερμανοί έπεσαν επί τόπου. Οι αντάρτες που έστησαν την ενέδρα, λάκισαν αμέσως .Την επομένη, μια γερμανική φάλαγγα έζωσε από παντού την περιοχή και απέκλεισε όλες τις διόδους από και προς την Παραμυθιά. Χαλασμός ακολούθησε. Ο κόσμος αισθανόμενος το κακό πανικοβλήθηκε. Οι Γερμανοί κάνουν μπλόκο! ”Κύριε προϊστάμενε, πρέπει να κρυφτείτε” είπαν δυο Ηπειρώτες στον νεότατο προϊστάμενο των TTT (ταχυδρομείο, τηλέφωνο, τηλέγραφος) – και πατέρα του υπογράφοντος. Τον οδήγησαν στη εκκλησία όπου κάτω από την Άγια Τράπεζα υπήρχε μια κρύπτη, απομεινάρι άλλων σκοτεινών εποχών.Οι Γερμανοί όμως δεν άρχισαν τις συλλήψεις αμέσως. Ίσως γιατί περίμεναν να ξεθαρρέψει ο κόσμος. Ίσως γιατί κάτι άλλο περίμεναν. Και αυτό το κάτι άλλο δεν άργησε να φανεί.
Ήταν ένα μπουλούκι από κουκουλοφόρους Τσάμηδες, με την στολή της πολιτοφυλακής των Τσάμηδων.Ήταν αυτοί που θα υπεδείκνυαν στους Γερμανούς κατακτητές τα πρόσωπα που έπρεπε να εκτελεστούν. Και τότε το κακό άρχισε. Το προσωπικό του σταθμού TTT είχε καταφύγει σύσσωμο (τρία άτομα) σε ερημικό σπίτι για να κρυφτεί. Παρακολουθούν κρυμμένοι απέναντι το σπίτι του Γενικού Επιθεωρητή Μέσης Εκπαίδευσης Ηπείρου. Δυο Γερμανοί και δυο Τσάμηδες κτυπούν την πόρτα. Εμφανίζεται η γυναίκα του επιθεωρητή, έγκυος στον όγδοο μήνα, στην πόρτα. Ρωτούν να μάθουν που είναι ο Επιθεωρητής (διερμηνέας ένας Τσάμης). Αυτή απαντά πως δεν ξέρει. Δυο υποκόπανοι σηκώνονται και κτυπούν την γυναίκα στην κοιλιά και στο πρόσωπο. Πέφτει κάτω. Ο επιθεωρητής κρυμμένος σε σοφίτα στο σπίτι, βγαίνει να σώσει την γυναίκα του. Τον πιάνουν. Μετά ζώνουν το ερημόσπιτο. Ετοιμάζονται να σπάσουν την πόρτα, όταν ένας Γερμανός έρχεται να τους πει ότι έπιασαν τους εξήντα που ήθελαν. Οι Γερμανοί λένε ότι θα τους μεταφέρουν για ανάκριση. Ο επιθεωρητής ένας λεβέντης άντρας λέει στους συγκρατούμενους του ότι πάνε να τους χαλάσουν. Σκίζουν τα ατομικά τους έγγραφα κατά την μεταφορά τους με καμιόνια και μετά αποφασίζουν να το σκάσουν. Ρίχνονται στους φρουρούς και πηδάν από τα καμιόνια. Μερικοί τα κατάφεραν. Ο επιθεωρητής δεν μπόρεσε. Λίγα μέτρα πριν την ελευθερία μια ριπή αυτομάτου τον γάζωσε.»
Οι περισσότεροι των εκτελεσμένων ανήκαν στον ΕΔΕΣ και οι αντάρτες που χτύπησαν τους Γερμανούς ήταν Ελασίτες. Πολλοί ιστορικοί υποστήριξαν ότι μια από τις πιο πετυχημένες στρατηγικές του ΕΛΑΣ στον πόλεμο που εξαπέλυσε έναντι κάθε εθνικής ομάδος ήταν και η παραπάνω, να δημιουργεί επεισόδια έξω από περιοχές μη ελεγχόμενες από αυτόν και να αφήνει την καταστροφή τους στους Γερμανούς, δρέποντας αργότερα τους καρπούς».
Σύμφωνα με άλλη μαρτυρία, ο Μανώλης Κοτζαλέρης (διευθυντής της Αγροτικής Τράπεζας) ο οποίος ήξερε γερμανικά και άκουσε τους φρουρούς Γερμανούς που έλεγαν ότι το πρωί θα γίνει η εκτέλεση όλων όσων είχαν συλληφθεί. Όπως λέγεται, ο Παπαβαγγέλης Τσαμάτος φόρεσε το πετραχήλι. Πήρε τη λαμπάδα στο χέρι κι έκανε το σταυρό του. «Κύριε!» είπε. «Επίβλεψον επ’ εμέ και ελέησόν μας».
Μια από τις ομάδες του εκτελεστικού αποσπάσματος, με διοικητή της τον AlfredHindelang**, ήρθε να παραλάβει τους 52 κρατούμενους και να τους οδηγήσει στον τόπο της εκτέλεσης. Ο επικεφαλής του αποσπάσματος, κρατώντας ένα χαρτί, διαβάζει τα ονόματα. …Ο Γερμανός τούτος αξιωματικός είδε τότε ότι μεταξύ των 52 αυτών ατόμων, που είχαν συλληφθεί και θα οδηγούνταν προς εκτέλεση, υπήρχαν και τρεις οι οποίοι ήταν γνωστοί του. Αυτούς τους τρεις τους βγάζει αμέσως από τη σειρά και τους εξαιρεί από την εκτέλεση. Ήταν ο Γρηγόρη Μαραγκός, ο Σταύρο Σακαρέλης και ο 18χρονος φοιτητής της Γεωπονικής Δημήτριος Αθ. Ράφτης. Οι δύο πρώτοι ήταν ξυλουργοί, που τις προηγούμενες μέρες επισκεύαζαν τα έπιπλα του γραφείου του. Ο άλλος, ο Δημ. Ράφτης, ήταν γνωστός του. Οι πληροφορίες λένε ότι στο σπίτι αυτουνού έμενε. Μιλούσε γαλλικά ο Δημ. Ράφτης και πολλές φορές είχε συνομιλήσει με τούτον το Γερμανό αξιωματικό. Και, πριν φύγουν από το σχολείο για τον τόπο της εκτέλεσης, βγάζει αυτούς τους τρεις από τη γραμμή και τους εξαιρεί από την εκτέλεση».Τους άλλους 49 τους έβαλαν στη γραμμή, ανάμεσα σε δύο σειρές οπλισμένων Γερμανών στρατιωτών και μουσουλμάνων, και τους οδήγησαν με τα πόδια μέχρι έξω από την Παραμυθιά***.»
Όσοι δεν συνελήφθησαν θυμούνται σήμερα δακρυσμένοι: Πέρασαν από τη βρύση του Καρκαμισιού, διάβηκαν το λάκκο του Μάνη Σιάνη και πήραν τον κατήφορο προς το ξωκλήσι του Αγιώρη. Εκεί σε μια λακκιά, ανάμεσα στη θέση Πουρνάρι και στο ξωκλήσι αυτό του Αγιώρη, σε ένα μικρό χωραφάκι του Τσαμάτου, 23 χωρικοί από το Ζερβοχώρι είχαν σκάψει τις προηγούμενες μέρες τη γούρα που θα γινόταν ο τάφος των 49 τούτων παιδιών της Παραμυθιάς. Μπροστά τους, πήγαινε ένα θωρακισμένο-τανκς, πίσω, ανάμεσα σε Γερμανούς στρατιώτες, ακολουθούσαν οι 23 φυλακισμένοι Ζερβοχωρίτες και πολλοί άλλοι κρατούμενοι από τα Σιαμέτια και από αλλού.
Οι Γερμανοί τους χρειάζονταν για μετά την εκτέλεση. Μόλις πέρασαν την κατηφόρα κι έφθασαν έως τη λακκιά του Αγιώρη, εκεί, λίγο πριν από τη μεγάλη συκιά, που υπήρχε κατήδρομα, τους ανέβασαν από ένα μικρό μονοπάτι και τους πέρασαν πάνω από το δημόσιο δρόμο, σε μια μικρή χωραφιά δίπλα στο σκαμμένο εκεί τάφο. Γύρω τους, σε διπλή και τριπλή σειρά, οπλισμένοι Γερμανοί στρατιώτες και μουσουλμάνοι παρατηρούσαν την κάθε τους κίνηση.
Γερμανός Αξιωματικός επιθεωρεί παρατεταγμένο σώμα Τσάμηδων
Ο Κώστα Τσίλης, ένας γεροδεμένος και ηλιοκαμένος άνδρας, κοίταζε ξερβά-δεξιά. Με λοξές ματιές έψαχνε ανάμεσα στους Γερμανούς και στους μουσουλμάνους να βρει πέρασμα να φύγει. Αν έφθανε ως τη στροφή στο εικόνισμα του Αγιώρη και γύριζε τον κατήφορο προς τα σπίτια των Κατσαίων, θα σκαπέταει από εκεί στα χωράφια, κι άντε να τον βρουν μετά. Άραγε θα τα καταφέρει; «Μωρέ, τι λες που θα κάτσω να με σκοτώσουν!» Άμπωξε δίπλα του το δάσκαλο, τον Γιάννη Μπαζάκο. «Τι καθόμαστε, ωρέ. Ρίξου να φύγουμε!» Κι εκείνη την ώρα, που το εκτελεστικό απόσπασμα είχε πάρει τη θέση του, κι ήταν όλα έτοιμα για την εκτέλεση, με ένα άγριο και αποφασιστικό ξετίναγμα ρίχνονται μεμιάς και οι δύο. Ο Γιάννης ο Μπαζάκος, με μια ακράτητη ορμή, περνάει ανάμεσα από τις γραμμές των Γερμανών, στρίβει τον ανήφορο και φθάνει έως τη βρύση, πάνω από τον Αγιώρη. Εκεί τον βρήκαν από πίσω οι σφαίρες. Την ίδια στιγμή ο Κώστα Τσίλης δίνει μια αμπωξιά στο Γερμανό, πηδάει τον όχτο, ρίχνεται στον κατήφορο, κατεβαίνει στο δρόμο και τρέχει να ξεφύγει. Ξαφνικά βρέθηκε μπροστά σε έναν ένοπλο μουσουλμάνο. Κάνει να στρίψει προς το εικόνισμα του Αγιώρη. Δεν πρόλαβε. Χτυπήθηκε.
Ο Θύμιος του Κίτσιο Βαγγέλη (Αναστασίου) αποκάλυψε: «Όταν σταμάτησαν οι πυροβολισμοί, ένας Γερμανός αξιωματικός μαζί με δύο στρατιώτες, ήρθε εκεί στην άκρη που ήμασταν εμείς από το Ζερβοχώρι, μας έδωσε φτυάρια και μας είπε να σκεπάσουμε όλους τους σκοτωμένους. Φθάνοντας στο σημείο όπου είχε γίνει η εκτέλεση, αυτό που αντικρίσαμαν ήταν τρομαχτικό. Και, μόλις κάναμαν να αρχινίσουμε να ρίχνουμε χώμα, είδαμαν πολλούς από αυτούς, που ήταν χτυπημένοι και ξαπλωμένοι μέσα στο αίμα, να μας κάνουν νοήματα με τα μάτια ότι ήταν ζωντανοί. Εμείς, για να μην καταλάβουν οι Γερμανοί και οι μουσουλμάνοι, που μας παρακολουθούσαν, ρίχναμαν τις φτυαριές με το χώμα προσεχτικά και σκόρπια». Οι μουσουλμάνοι, που συνεργάζονταν με τους Γερμανούς, δεν μας άφηναν από τα μάτια τους. Για μια στιγμή βλέπουμε να πετάγεται μέσα στη γούρα ένας μουσουλμάνος από το Καρβουνάρι μαζί με ένα Γερμανό και, πατώντας απάνω τα πτώματα των εκτελεσθέντων, αποτελειώνουν με τα περίστροφά τους όσους έδειχναν ακόμα σημεία ζωής.
Εκεί, στον τόπο που εκτελέστηκαν, στο μνημείο που έχει στηθεί, είναι γραμμένα τα ονόματά τους:
1) Τσαμάτος Π. Ευάγγελος, ιερέας, 1879.
2) Αλιγιάννης Φ. Δημήτριος, χαλκουργός, 1876.
3) Αλιγιάννης Δ. Ιωάννης, παντοπώλης, 1918.
4) Αλιγιάννης Φ. Κωνσταντίνος, χαλκουργός, 1878.
5) Αλιγιάννης Κ. Σωτήριος, παντοπώλης, 1907.
6) Αποστολίδης Π. Απόστολος, υποδηματοποιός, 1898.
7) Βαλασκάκης Σ. Ελευθέριος, ιατρός. 1913.
8) Γιαννάκης Ι. Νικόλαος, καθηγητής Γυμναστικής, 1918.
9) Δρίμιζας Δ. Χαράλαμπος, ράφτης, 1894.
10) Ευαγγέλου Ε. Ευθύμιος, καφεπώλης, 1888.
11) Ζιάγκος Γ. Κωνσταντίνος, ιδιωτικός υπάλληλος, 1899.
12) Κακούρης Α. Περικλής, διδάσκαλος, 1906.
13) Κατσούλης Α. Κων/νος, διδάσκαλος.
14) Κλήμης Θ. Δημήτριος, σαγματοποιός, 1909.
15) Κοτζαλέρης Ε. Εμμανουήλ, διευθυντής Αγροτικής Τραπέζης.
16) Κουρσούμης Θ. Κων/νος, καφεπώλης.
17) Κωνσταντίνου Ι. Κων/νος, σιδηρουργός, 1909.
18) Κωνσταντίνου Ι. Παναγιώτης, σιδηρουργός, 1918.
19) Μάνος Π. Νικόλαος, εστιάτορας, 1890.
20) Μαρέτας Ν. Γεώργιος, εστιάτορας, 1900.
21) Μαρέτης Γ. Ανδρέας, ωρολογοποιός, 1895.
22) Μητσιώνης Α. Ιωάννης, συντηρητής ραπτομηχανών, 1890.
23) Μουσελίμης Σ. Γεώργιος, ράφτης, 1897.
24) Μουσελίμης Π. Σταύρος, ιδιωτικός υπάλληλος, 1894.
25) Μπαζάκος Θ. Ιωάννης, διδάσκαλος, 1909.
26) Μπάρμπας Γ. Νικόλαος, υφασματέμπορος, 1900.
27) Μπάρμπας Ν. Σπυρίδων, μαθητής, γιος του Μπάρμπα Γ. Νικολάου, 1927.
28) Νάστος Χ. Ευάγγλεος, παντοπώλης, 1884.
29) Πάκος Γ. Πάκος, αγροκτηματίας, 1906.
30) Παπαθανασίου Χ. Βασίλειος, καφεπώλης, 1895.
31) Πάσχος Π. Γεώργιος, παντοπώλης, 1897.
32) Πάσχος Δ. Λεωνίδας, δερματέμπορας, 1897.
33) Ράπτης Δ. Αθανάσιος, παντοπώλης, 1880.
34) Ρίγγας Γ. Αθανάσιος, παντοπώλης, 1878.
35) Σιαμάς Π. Γεώργιος, ταχυδρομικός υπάλληλος, 1894.
36) Σιωμόπουλος Β. Κωνσταντίνος, γυμνασιάρχης, 1888.
37) Σπυρομήτσιος Π. Σπυρίδων, υποδηματοποιός, 1892.
38) Στρουγγάρης Α. Ανδρέας, παντοπώλης, 1911.
39) Σωτηρίου Χ. Κων/νος, αγωγιάτης, 1887 (γιος και πατέρας από το Γαρδίκι που διέμεναν στην Παραμυθιά στα σπίτια των αδερφών Τσούλα).
41) Τζώης Δ. Κων/νος, βιβλιοπώλης, 1898.
42) Τσαμάτος Ε. Νικόλαος, ράφτης, 1903.
43) Τσίλης Δ. Κωνσταντίνος, αγωγιάτης, 1911.
44) Τσούλας Β. Γεώργιος, ζαχαροπλάστης, 1898.
45) Τσούλας Β. Θεόδωρος, υποδηματοποιός, 1907.
46) Τσούλας Β. Κων/νος, υποδηματοποιός, 1902.
47) Φάτσιος Γ. Θωμάς, μυλωνάς, 1885.
48) Φείδης Θ. Αριστοφάνης, ιδιωτικός υπάλληλος.
49) Χρυσοχόου Κ. Απόστολος, συνταξιούχος σχολάρχης, 1882,
Στο επιτύμβιο του μνημείου, μετά τα ονόματα των εκτελεσθέντων, είναι χαραγμένα και τα ονόματα του Κων/νου Μαραζόπουλου από το Ζερβοχώρι, που τον σκότωσε ο ΝτούληΜεζάνης εκεί που μαζί με άλλους Ζερβοχωρίτες έσκαβε τη γούρα όπου την επόμενη θα εκτελούσαν τους 49 προκρίτους, και του Ιωσήφ (Τατούλ) Κολσουζιάν (του Αρμένου) που είχε σκοτωθεί από μουσουλμάνους αλλού.
*Στους Τσάμηδες χορηγήθηκε η αλβανική υπηκοότητα το 1953. Το Ειδικό Δικαστήριο δοσιλόγων των Ιωαννίνων εκδίκασε και εξέδωσε μέχρι το 1948, χίλιες εφτακόσιες και πλέον καταδικαστικές αποφάσεις για τα εγκλήματα των Τσάμηδων στη Θεσπρωτία. Ως συνέπεια των αποφάσεων αυτών, και με αποφάσεις του ελληνικού κράτους, από τους καταδικασθέντες αφαιρέθηκε η ελληνική ιθαγένεια και η περιουσία τους δημεύτηκε. Περίπου 250 μουσουλμάνοι Τσάμηδες, αμέτοχοι στα εγκλήματα των υπολοίπων, παρέμειναν και συνέχισαν τη ζωή τους στη Θεσπρωτία μετά το 1944.
**Ο AlfredHindelang, προσαχθείς ως κατηγορούμενος ενώπιον των δικαστικών αρχών της Γερμανίας, παραδέχτηκε ότι έπειτα από διαταγή προχώρησε στη συγκρότηση του εκτελεστικού αποσπάσματος και ότι ανακοίνωσε το μέτρο των αντιποίνων με την ημερήσια διαταγή της μονάδας.
***Η σφαγή της Παραμυθιάς απασχόλησε τη μεταπολεμική συμμαχική και γερμανική δικαιοσύνη δύο φορές. Η πρώτη ήταν το 1947 με το αμερικανικό δικαστήριο να στρέφεται εναντίον επτά Γερμανών στρατηγών, που ήταν υπόδικοι για εγκλήματα πολέμου.
Η δίκη αυτή, είναι γνωστή και ως «δίκη για τις ομηρίες» ή «υπόθεση επτά» ή «δίκη των στρατηγών».
Ο στρατηγός Λάντς, διοικητής του 22ου Σώματος Στρατού, από τον Σεπτέμβριο του 1943 και μετά, ήταν ανάμεσα στους κατηγορούμενους. Ο Λάντς, στη δίκη αυτή αρνήθηκε ότι έδωσε τη διαταγή για τις εκτελέσεις στην Παραμυθιά και εμφανίστηκε να μην γνωρίζει την περίπτωση. Καταδικάστηκε σε δωδεκαετή κάθειρξη, αλλά το 1952 ήταν ήδη ελεύθερος, με ένα είδος αμνηστίας-χάρης, που του χορηγήθηκε. Στο δικαστήριο αυτό, κανείς άλλος δεν λογοδότησε για την υπόθεση της Παραμυθιάς.
Στις 6.12.1963 ο εκπαιδευτικός Βίλχελμ Φραντς Κοκότ, ο οποίος τον Σεπτέμβριο του 1943 υπηρετούσε στην 631 μοίρα ελαφρού πυροβολικού στην Παραμυθιά, με διοικητή τον ταγματάρχη Στόκερτ, κατέθεσε μηνυτήρια αναφορά εναντίον του διοικητή του λόχου του, λοχαγού ΆλφρεντΧίντελανγκ, στην οποία τον κατηγορεί ότι ήταν υπεύθυνος για την εκτέλεση 60 πολιτών της Παραμυθιάς.
Η υπόθεση ανατέθηκε σε ανακριτή, ο οποίος κάλεσε επιζώντες στρατιώτες και αξιωματικούς της μονάδας αυτής για να καταθέσουν. Ανάμεσα σε αυτούς που κατέθεσαν ήταν και δύο μέλη του εκτελεστικού αποσπάσματος που έλαβε μέρος στην εκτέλεση των 49, ένας επιλοχίας και ένας δεκανέας. Δεν εκλήθησαν να καταθέσουν οι αξιωματικοί του σκληρού πυρήνα των Ναζί στην Ήπειρο, όπως ο τότε συνταγματάρχης Ρέμολντ, ο ίλαρχος ΒονΛένθε υπεύθυνος του 2ου Γραφείου του 22ου Σώματος και ο φρούραρχος της Παραμυθιάς.