Το γαϊτανάκι του εμπαιγμού των εργαζομένων στον Τύπο, που ξεκίνησε από τον Λευτέρη Κρέτσο και την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, συνεχίζεται επάξια από τον Στέλιο Πέτσα και την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.
Γιατί μόνο εμπαιγμός μπορεί να θεωρηθεί το γεγονός πως την περασμένη Πέμπτη, στη διάρκεια της συζήτησης στη Βουλή για το πολυνομοσχέδιο του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, ο Στέλιος Πέτσας δήλωσε ψευδώς, χωρίς καμιά αιδώ ότι το ποσό που θα προβλεφθεί για όσες εφημερίδες μπουν στο πρόγραμμα ενίσχυσης του Τύπου θα φτάσει στα χέρια των εργαζομένων, ώστε να καλυφθούν τυχόν εκκρεμείς οφειλές από τις επιχειρήσεις.
Μόνο εμπαιγμός μπορεί να θεωρηθούν η αλλαγή -και μάλιστα, τρεις φορές- της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων και η μεταβολή κριτηρίων, ώστε να υπαχθούν στο πρόγραμμα ακόμη και νεόκοπες εκδοτικές επιχειρήσεις. Και αυτές, σύμφωνα με την εφημερίδα «δημοκρατία», είναι μόνο μερικές από τις προβληματικές -και τελικά φωτογραφικές- διατάξεις, που εμπεριέχονται στην Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ), τη δεύτερη για το θέμα, που εκδόθηκε με την υπογραφή του Στέλιου Πέτσα.
Τα προβλήματα της διάταξης
Εξίσου προβληματικές και εξόχως φωτογραφικές ήταν, βεβαίως, και οι διατάξεις της πρώτης ΚΥΑ (Κοινή Υπουργική Απόφαση), που έφερε τις υπογραφές του Λευτέρη Κρέτσου και του Γιώργου Χουλιαράκη. Οι τελευταίοι, μάλιστα, φαίνεται ότι είχαν την άποψη πως το ποσό ενίσχυσης έπρεπε να φτάσει αποκλειστικώς στα χέρια οικονομικά ισχυρών εκδοτών (για παράδειγμα… εφοπλιστών), που διαθέτουν εφημερίδες μόνο και μόνο για να προωθούν όσο καλύτερα μπορούν τα άλλα επιχειρηματικά τους συμφέροντα ή, έστω, να προωθούν την πολιτική γραμμή της αρεσκείας τους, ασχέτως με την αποδοχή ή μη από τους αναγνώστες. Δεν εξηγείται αλλιώς το γεγονός πως σε αυτή την ΚΥΑ, που εκδόθηκε λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές (απόφαση 107/18-62019 ΦΕΚ Β’ 2355), οι δύο πρώην υπουργοί είχαν αποφασίσει να δοθεί η ενίσχυση μόνο στις επιχειρήσεις που «είναι φορολογικά και ασφαλιστικά ενήμερες ή έχουν ρυθμισμένες τυχόν οφειλές προς το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά Ταμεία» και σε επιχειρήσεις που δεν «έχουν οφειλές προς τους εργαζομένους».
Ποιους ακριβώς είχαν στο μυαλό τους οι κύριοι Κρέτσος και Χουλιαράκης, οι οποίοι πληρούν αυτές τις δύο προϋποθέσεις; Μπορεί κανείς εύκολα να μπει σε υποθέσεις…. Αυτό, όμως, που είχε προκαλέσει ακόμη πιο αλγεινή εντύπωση, και έχει αξία να σχολιαστεί, είναι το γεγονός πως η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλησε καν να συμπεριλάβει στο πρόγραμμα και επιχειρήσεις οι οποίες οφείλουν σε εργατικές απαιτήσεις, φροντίζοντας παράλληλα το ποσό της ενίσχυσης να εκχωρηθεί στους εργαζομένους, όπως εξάλλου είχαν προτείνει τόσο η Ένωση Ιδιοκτητών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΙΗΕΑ) όσο και η Ένωση Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ).
Η μία παράγραφος ακυρώνει την άλλη
Ο Στέλιος Πέτσας, από την άλλη, και η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αποφάσισαν, εκτός από τη στόχευση σε συγκεκριμένα οικονομικά συμφέροντα, να ξεγελάσουν και τους εργαζομένους πως δήθεν τους συμπεριέλαβαν στις ρυθμίσεις. Έτσι, στη δεύτερη ΚΥΑ (απόφαση Ε/229-15-10-2019 ΦΕΚ Β’ 3821), την οποία με στόμφο ο κ Πέτσας κράδαινε στη Βουλή, ορίζεται μεν στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 4Α πως «σε περίπτωση που μια επιχείρηση έχει οφειλές» προς τους εργαζομένους τότε μπορεί να υπαχθεί στο πρόγραμμα, αλλά υποχρεούται «να εκχωρήσει στους εργαζομένους το ποσό της ενίσχυσης» μέχρι του ύψους των αναφερόμενων οφειλών. Εκείνο που ξέχασε, όμως, να πει ο κ. Πέτσας στη Βουλή είναι πως στην επόμενη παράγραφο, του άρθρου 4Α, ακυρώνεται το… τάχα φιλικό προς τον εργαζόμενο μέτρο. Σε αυτήν ορίζεται πως «σε περίπτωση δε ύπαρξης οφειλών προς το Δημόσιο ή/και στα ασφαλιστικά ταμεία, στους εργαζομένους θα εκχωρηθεί κατά τα ανωτέρω αναφερόμενα το τυχόν εναπομείναν ποσό ενίσχυσης μετά τη διενέργεια των συμψηφισμών από την αρμόδια ΔΟΥ».
Και επειδή, όπως γνωρίζουμε, ακόμη και ρύθμιση να έχει κάνει κάποια επιχείρηση, η Εφορία θα παρακρατήσει το ποσό για μελλοντικές απαιτήσεις, αυτό πρακτικά σημαίνει πως στις τσέπες τον εργαζομένων δεν θα φτάσει τελικά τίποτα, παρά τον καγχασμό του κ. Πέτσα!
Ακόμη πιο ενδεικτικό των συμφερόντων που προσπαθεί να εξυπηρετήσει και η δεύτερη ΚΥΑ, η οποία εκδόθηκε είναι το παιχνίδι με τις καθυστερήσεις στην προθεσμία υποβολής της αίτησης υπαγωγής στο πρόγραμμα. Ενώ η πρώτη ΚΥΑ όριζε ως ημερομηνία έναρξης υποβολής αιτήσεων την 22α Ιουλίου και έδινε προθεσμία 60 ημερών, την παραμονή της εκπνοής της παραπάνω προθεσμίας, δηλαδή στις 19 Σεπτεμβρίου, εκδόθηκε τροποποιητική που όριζε ως καταληκτική ημερομηνία υποβολής των αιτήσεων τη 15η Οκτωβρίου. Στις 15 Οκτωβρίου, όμως, εκδόθηκε τελικά η νέα ΚΥΑ, η οποία έδινε παράταση για ακόμα 3 ημέρες (!), δηλαδή όριζε ως καταληκτική ημερομηνία τη 18η Οκτωβρίου. Το γεγονός σχολιάστηκε έντονα και από την εφημερίδα «Καθημερινή», η οποία, όμως, επικέντρωσε την κριτική της στην απόδοση της ενίσχυσης στους εργαζομένους ή έστω στο Δημόσιο.
Ερωτήματα προκάλεσε και η αλλαγή που πραγματοποιήθηκε στη δεύτερη ΚΥΑ σε σχέση με την προσκόμιση δικαιολογητικών του ΕΦΚΑ. Συγκεκριμένα, ενώ στην πρώτη ΚΥΑ προβλεπόταν προσκόμιση βεβαίωσης ασφάλισης του ΕΦΚΑ για τους εργαζομένους που απασχολεί η επιχείρηση, στη δεύτερη δίνεται η εναλλακτική για «άλλο νόμιμο δικαιολογητικό του ΕΦΚΑ». Είναι προφανές πως η συγκεκριμένη διάταξη συντάχθηκε φωτογραφικά, ώστε να εξυπηρετηθεί κάποιος συγκεκριμένα.
Προφανώς, κάποιος συγκεκριμένα θα ωφεληθεί και από την αλλαγή στην αρχική πρόβλεψη, που όριζε ότι οι επιχειρήσεις οι οποίες μπορούν να υπαχθούν στο πρόγραμμα είναι όσες έχουν κάνει έναρξη λειτουργίας τουλάχιστον 24 μήνες πριν από την υποβολή της αίτησης. Στη δεύτερη ΚΥΑ, το χρονικό όριο ορίζεται πλέον σε 18 μήνες.
Ας μας πει ποιος έβαλε το χεράκι του…
Όλες οι δήθεν «ευγενείς» προσπάθειες ενίσχυσης των εφημερίδων αποδείχθηκαν ανειλικρινείς. Οι εφημερίδες δεν ενισχύονται πραγματικά, αφού πρόκειται για ενίσχυση επιχειρήσεων και όχι εφημερίδων. Τόσο ο «δημοκράτης» κ. Κρέτσος όσο και ο «φιλελεύθερος» κ. Πέτσας απέδειξαν περίτρανα ότι «οι κυβερνήσεις αλλάζουν, η κοροϊδία μένει». Και βέβαια, δεν θα μπορούσαμε να περιμένουμε πολλά από μια ιδεοληπτική κυβέρνηση, όπως αυτή του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά από μια νεοεκλεγείσα, φιλελεύθερης (;) αντίληψης κυβέρνηση υπήρχαν άλλες προσδοκίες. Εμάς δεν μας εκπλήσσουν ούτε οι μεν ούτε οι δε. Αλλωστε, ο ανεξάρτητος Τύπος είναι ενοχλητικός για κάθε κυβέρνηση. Στην τωρινή περίπτωση, όμως, φαίνεται ότι και κάποιος έβαλε το χεράκι του, ώστε και η νέα κυβέρνηση να φανεί εξυπηρετούσα συγκεκριμένα συμφέροντα. Ποιος; Ας μας πει ο λαλίστατος κ. Πέτσας.