Τον Μάρτιο θα υπάρξει και έκτη επιστρεπτέα προκαταβολή που θα καλύψει τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο, επιβεβαίωσε από το βήμα της Βουλής, ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας.
Σε παρέμβασή του επί του νομοσχεδίου με τίτλο «Διενέργεια Γενικών Απογραφών έτους 2021 από την Ελληνική Στατιστική Αρχή, επείγουσες ρυθμίσεις για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19, επείγουσες δημοσιονομικές και φορολογικές ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις», ο κ. Σταϊκούρας είπε ότι το πως θα ενεργήσει η κυβέρνηση το επόμενο διάστημα για την ενίσχυση των επιχειρήσεων σχετίζεται με το πως θα εξελιχθεί η πραγματική οικονομία, «αλλά επιβεβαιώνω ότι θα υπάρξει και 6η επιστρεπτέα προκαταβολή τον Μάρτιο, που θα καλύψει τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο».
Εν τω μεταξύ, την Τρίτη 2 Φεβρουαρίου αναμένεται να ανοίξει η ηλεκτρονική πλατφόρμα της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), προκειμένου να υποβάλουν αιτήσεις οι επιχειρήσεις που δεν κατέθεσαν τα σχετικά για την εκδήλωση ενδιαφέροντος στο πλαίσιο της «επιστρεπτέας προκαταβολής 5». Δίδεται, δηλαδή, η ευκαιρία να υποβάλουν κατ’ εξαίρεση αίτηση ένταξης όσες επιχειρήσεις δήλωσαν τα στοιχεία εσόδων τους, αλλά δεν υπέβαλαν αίτηση εκδήλωσης ενδιαφέροντος.
Επίσης την ίδια ημέρα, όπως είπε ο υπουργός Οικονομικών μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό Real Fm, θα μπορούν να καταθέσουν αιτήσεις και νέες επιχειρήσεις, οι οποίες πραγματοποίησαν έναρξη εργασιών την περίοδο από 1 Νοεμβρίου 2019 – 29 Φεβρουαρίου 2020 ή από 1 Αυγούστου 2020-31 Οκτωβρίου 2020 και ανήκουν στους πληττόμενους Κωδικούς Αριθμούς Δραστηριότητας (ΚΑΔ). Οι επιχειρήσεις αυτές δεν είχαν αρχικά δυνατότητα ένταξης στον 5ο κύκλο της «επιστρεπτέας προκαταβολής» εξαιτίας λόγω του χαμηλού τζίρου που εμφάνιζαν την πρώτη περίοδο της επιχειρηματικής δραστηριοποίησής τους.
Ο υπουργός ανέφερε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δίνει «πράσινο φως» στη διαδικασία μετατροπής των χορηγήσεων κρατικών δανείων σε επιδοτήσεις. Το μέτρο αυτό, είπε, ανοίγει τον δρόμο για μετατροπή της «επιστρεπτέας προκαταβολής» σε «μη επιστρεπτέα προκαταβολή». Παράλληλα, η Κομισιόν εγκρίνει την αύξηση στο όριο των κρατικών ενισχύσεων.
Θα καλυφθούν οι 10.000 νέες επιχειρήσεις που παραμένουν κλειστές
Απευθυνόμενος στα μέλη της επιτροπής Οικονομικών που επεξεργάζονται το νομοσχέδιο, ο κ. Σταϊκούρας αναφέρθηκε επίσης στο πρόβλημα με τις περίπου 10.000 νέες επιχειρήσεις, που άνοιξαν τον Σεπτέμβριο, πήγαν ικανοποιητικά τον Οκτώβριο, αλλά έκλεισαν Νοέμβριο και Δεκέμβριο.
Αυτές έδειχναν ουσιαστικά αύξηση τζίρου για τους 2 μήνες, άρα αποκλείονταν από τη λήψη επιστρεπτέας προκαταβολής. Το ίδιο έγινε με επιχειρήσεις που άνοιξαν τον Δεκέμβριο του ’19 και έπρεπε να συγκριθεί το τετράμηνο του ’19 ή τον Ιανουάριο του ’20, με την αντίστοιχη περίοδο του τελευταίου τετραμήνου του ’20. Ο υπουργός υπενθύμισε ότι με την ίδια ΚΥΑ, «θα καλύψουμε τις 10.000 επιχειρήσεις που παραμένουν κλειστές».
303.017 αιτήσεις για την επιστρεπτέα προκαταβολή 5
Ο υπουργός Οικονομικών έδωσε επίσης τα τελευταία στοιχεία για τον αριθμό των αιτήσεων που έχουν υποβληθεί για την επιστρεπτέα προκαταβολή 5. Σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία της ΑΑΔΕ, έχουν γίνει δεκτές 303.017 αιτήσεις, ύψους 1,05 δισεκ. ευρώ. «Πληρώσαμε περίπου 640 εκατ. χθες. Θα κάνουμε άλλη μια πληρωμή αύριο» είπε ο κ. Σταϊκούρας, υπενθυμίζοντας ότι η πλατφόρμα θα κλείσει στις 2 Φεβρουαρίου και θα μείνει ανοιχτή μόνο για τις προαναφερόμενες περιπτώσεις.
Απαντώντας στην κριτική της βουλευτού του ΣΥΡΙΖΑ Κ. Παπανάτσιου, ότι μία στις δύο επιχειρήσεις έμειναν εκτός επιστρεπτέας προκαταβολής, ο κ. Σταϊκούρας είπε ότι αυτό δεν έγινε γιατί η πολιτεία έβαλε κάπου αυστηρότερο πλαίσιο, από την 4η επιστρεπτέα. «Σύμφωνα με τα στοιχεία μας περίπου το 40% των επιχειρήσεων είχε αύξηση τζίρου το τελευταίο τετράμηνο του ‘20 σε σχέση με του ‘19».
Ως παράδειγμα έφερε την εστίαση, όπου 24.534 επιχειρήσεις ήταν επιλέξιμες. Όμως 9.434 είχαν αύξηση τζίρου είπε ο κ. Σταϊκούρας εξηγώντας ότι ήταν επιχειρήσεις τροφοδιανομής (ντελίβερυ), ενώ κατά αντιστοιχία, υπήρξε αύξηση τζίρου και σε φαρμακεία και άλλες επιχειρήσεις. Επίσης, σημείωσε ο κ. Σταϊκούρας, υπήρξαν και πολλές επιχειρήσεις που δεν μπορούσαν να αποδείξουν ως ελάχιστο τζίρο αναφοράς τα 150 ευρώ τον μήνα για το 2019.