Σε κρίσιμη καμπή βρίσκονται οι οικογενειακοί προϋπολογισμοί με τους φόρους να παραμένουν σε υψηλά επίπεδα και το «κύμα» της ακρίβειας να έχουν στενέψει τα περιθώρια. Όσο αισιόδοξες και αν είναι οι προβλέψεις για ανάπτυξη, η πραγματική οικονομία θυμίζει «βομβαρδισμένο» τοπίο και τα ταμεία των επιχειρήσεων λόγω και πανδημίας παραμένουν «παγωμένα». Αβέβαιο το μέλλον της οικονομίας και τα μέτρα στήριξης δεν βοηθούν στην ουσιαστική ενίσχυσή της.
Ο Φόρος Ακινήτων συνεχίζει να αποτελεί πλήγμα. Η ενσωμάτωση των νέων αντικειμενικών αξιών για τον υπολογισμό του φόρου, αξίες οι οποίες σε ένα μεγάλο βαθμό είναι αυξημένες σε σχέση με αυτές που ισχύουν σήμερα, θα δημιουργήσουν «τριγμούς». Ωστόσο, το Υπουργείο Οικονομικών ελπίζει σε μείωση του συγκεκριμένου φόρου για το 2022 σε μία μερίδα ιδιοκτητών.
Η μείωση αυτή σύμφωνα πάντα με τον υπουργό Οικονομικών, Χρήστο Σταϊκούρα, που εκτιμάται ότι θα είναι της τάξης του 2,5%-3%, έρχεται να προστεθεί στη μεσοσταθμική μείωση 22% που ισχύει από το 2019. Παράλληλα, αναμένεται επέκταση του συστήματος αντικειμενικού προσδιορισμού των τιμών των ακινήτων σε 3.643 ζώνες.
Για το 2022 η πρόβλεψη που περιλαμβάνεται στον προϋπολογισμό του επόμενου έτους, είναι χαμηλότερη, αναφορικά με τα έσοδα από τον ΕΝΦΙΑ, κατά 60 εκατ. ευρώ σε σχέση με αυτά που εκτιμάται ότι θα εισπραχθούν από τον φόρο του 2021. Συγκεκριμένα προβλέπεται ότι θα εισπραχθούν του χρόνου 2,503 δισ. ευρώ, από 2,563 δισ. ευρώ που εκτιμάται ότι θα εισπραχθούν φέτος.
Σύμφωνα με τα όσα έχουν ανακοινωθεί από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών τον επόμενο μήνα θα γίνουν αποκαλυπτήρια του νέου φόρου και η νομοθέτησή του, εκτιμάται ότι θα πραγματοποιηθεί μέσα στον Ιανουάριο του 2022.
Η εξόφληση του φόρου, θα γίνει σε 10 ή 12 δόσεις, αρχής γενομένης από το τέλος Μαρτίου και η τελευταία ή θα είναι στο τέλος Δεκεμβρίου του 2022 ή στις 28 Φεβρουαρίου του 2023.
Στα σχέδια που εξετάζει το Υπουργείο Οικονομικών είναι, η νέα κλίμακα του ενιαίου φόρου ακινήτων να έχει περισσότερα κλιμάκια και συντελεστές ώστε να αποτραπούν οι επιβαρύνσεις για όσους κατέχουν μικρή και μεσαία περιουσία μετά τη μεγάλη αύξηση των αντικειμενικών αξιών στις περισσότερες περιοχές της χώρας.
Η κατάργηση του συμπληρωματικού φόρου και η ενσωμάτωσή του στον κύριο φόρο θα αφορά μόνο στα φυσικά πρόσωπα. Για τα Νομικά Πρόσωπα ο συμπληρωματικός φόρος θα εξακολουθεί να επιβάλλεται ξεχωριστά από τον κύριο φόρο και πιθανότατα θα υπάρξουν παρεμβάσεις στον συντελεστή υπολογισμού του.
Σήμερα για κάθε νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, ο συμπληρωματικός ΕΝΦΙΑ επιβάλλεται και υπολογίζεται στην αξία των δικαιωμάτων με συντελεστή 5,5‰. Ο συμπληρωματικός ΕΝΦΙΑ για τα ακίνητα τα οποία ιδιοχρησιμοποιούνται για την παραγωγή ή την άσκηση κάθε είδους επιχειρηματικής δραστηριότητας, ανεξαρτήτως αντικειμένου εργασιών, υπολογίζεται με συντελεστή 1‰. Ειδικά, για τα Ν.Π.Δ.Δ. και τα Ν.Π.Ι.Δ. μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, ο συμπληρωματικός ΕΝΦΙΑ ισούται με 3,5‰ επί της συνολικής αξίας των δικαιωμάτων για τα ακίνητα που δεν ιδιοχρησιμοποιούν.
Για το 2021, 68.542 επιχειρήσεις και νομικές οντότητες καλούνται να πληρώσουν για τα ακίνητά τους 216,2 εκατ. ευρώ κύριο φόρο και 278,01 εκατ. ευρώ για συμπληρωματικό φόρο. Κατά συνέπεια ο συνολικός φόρος για τα νομικά πρόσωπα εφέτος ανέρχεται σε 494,2 εκατ. ευρώ.
Από την άλλη πλευρά 7.180.009 φυσικά πρόσωπα καλούνται να καταβάλουν ΕΝΦΙΑ ύψους 2,09 δισ. ευρώ εκ των οποίων ο συμπληρωματικός φόρος που επιβάλλεται σε ιδιοκτήτες με ακίνητα άνω των 250.000 ευρώ να φτάνει τα 368,4 εκατ. ευρώ.
Διαβάστε ακόμα: